Τον Δεκέμβριο του 1983 όλα τα σπίτια στο χωριό ετοιμάζονταν για τις γιορτές, όμως η Χρυσούλα δεν είχε καθόλου κέφι. Έμπαινε στο μήνα της αλλά δεν ήταν αυτό που την στεναχωρούσε… Τελικά, στα μέσα Ιανουαρίου γέννησε το τέταρτο παιδί της. Η μητέρας της έφτασε στο μαιευτήριο γεμάτη χαρά, αλλά βρήκε την κόρη της σε κακή ψυχολογική κατάσταση. Δεν ήταν η πρώτη φορά, αφού η Χρυσούλα αντιμετώπιζε ψυχικά προβλήματα και είχε βρεθεί στο ψυχιατρείο για κάποια χρονικά διαστήματα.
Η μητέρα της Χρυσούλας, σκεφτόταν πάντα πως τα δύο παιδιά που είχε δώσει η κόρη της στο παρελθόν για υιοθεσία, είχαν επηρεάσει τον ψυχισμό της. Η Χρυσούλα από την άλλη πλευρά, είχε «φορτώσει» τόσα πολλά μυστικά μέσα της, που λίγες ώρες μετά τη γέννηση του τέταρτου παιδιού της, δίχως να το πολυσκεφτεί ξέσπασε στη μητέρα της. «Τα δύο προηγούμενα παιδιά μου δεν δόθηκαν για υιοθεσία. Είναι θαμμένα στο κατώι του σπιτιού». Αρχικά, η μητέρα της πίστεψε πως είναι κάποια από τις τρέλες της κόρης της και δεν έδωσε σημασία.
Όμως η επιμονή της Χρυσούλας ότι λέει την αλήθεια, την οδήγησε στο να σκεφτεί πως ίσως αυτή την φορά δεν πρόκειται για κάποιο αποκύημα της φαντασίας της. Λίγες ημέρες αργότερα, η Χρυσούλα θα επιστρέψει με το μωρό της στο σπίτι της οικογένειας. Εκεί την περίμενε ο σύζυγός της, ο 58χρονος Βασίλης, αγρότης στο επάγγελμα. Εκείνη θα του πει όσα εξομολογήθηκε στη μητέρα της και εκείνος έξαλλος από την προδοσία -αφού εκείνος είχε σκοτώσει και θάψει τα παιδιά- θα την χτυπήσει ανελέητα, όπως συνήθιζε από την αρχή του έγγαμου βίου τους.
Η Χρυσούλα θα καλέσει ξανά την μητέρα της και θα της περιγράψει όσα έγιναν, ζητώντας της να την πιστέψει και να πάει στην αστυνομία. Η υπόθεση δεν χωρούσε πια αναβολή. Η μητέρα της Χρυσούλας πήγε στην αστυνομία και κατήγγειλε τη δολοφονία των εγγονιών της από τα χέρια του ίδιου τους του πατέρα. Το όνομα του Βασίλη δεν ήταν η πρώτη φορά που απασχολούσε τις Αρχές, αφού είχε συλληφθεί στο παρελθόν για υποθέσεις ναρκωτικών και είχε κάνει ένα “πέρασμα” από την φυλακή.
Όταν οι αστυνομικοί κάλεσαν στο τμήμα τον Βασίλη, εκείνος υποστήριξε πως το κοριτσάκι του ήταν άρρωστο και πέθανε στο νοσοκομείο, ενώ το αγοράκι το έχει δώσει η γυναίκα του «στους γύφτους για υιοθεσία». Αυτά τα σενάρια έλεγε και σε γνωστούς και γείτονες, ενώ πολλές φορές τα άλλαζε υποστηρίζοντας ότι και τα δύο παιδιά δόθηκαν για υιοθεσία σε εύπορες οικογένειες ή ότι τα είχαν στείλει σε ίδρυμα.
Η αλήθεια ήταν όμως πως τον Οκτώβριο του 1979 ο 58χρονος Βασίλης έθαψε το πρώτο παιδί στο υπόγειο του σπιτιού και το 1982 το δεύτερο παιδί τους είχε την ίδια τύχη. «Έλεγα στη γυναίκα μου να το πετάξουμε στα σκαλιά κάποιου σπιτιού στην πόλη. Κι εμείς θα ησυχάζαμε από αυτόν τον μπελά και αυτό θα έβρισκε ζεστασιά σε οικογένεια. Η Χρυσούλα δεν ήθελε επειδή έλεγε ότι δεν θέλει κανένας ένα άρρωστο παιδί στο σπίτι του. Μετά της έκανα άλλη πρόταση. Της είπα να το πετάξουμε στη θάλασσα ή σε κάποια ερημιά. Ούτε και αυτό το ήθελε. Όταν άλλη φορά της είπα να ανοίξουμε λάκκο στο κατώι και να το χώσουμε, εκείνη είπε εντάξει, να το βάλουμε εκεί μέσα. Όταν αποφασίσαμε να θάψουμε και το δεύτερο παιδί, δεν μας πήρε πολύ να συζητάμε. Κάναμε ότι κάναμε και το πρώτο. Το θάψαμε κι αυτό στο κατώι εκεί κοντά στο άλλο να έχει παρέα» είπε όταν πια «έσπασε» στην ανάκριση.
«Τα λυπήθηκε η ψυχή μου και αποφάσισα να δώσω τέλος στη μίζερη ζωή τους. Ήταν άρρωστα. Δεν μπορούσαν να γίνουν καλά. Άμα δεν με έπιαναν θα συνέχιζα και με τα άλλα δύο παιδιά μου. Ναι, θα τα είχα θάψει κι αυτά ζωντανά» περιέγραψε κυνικά στους αστυνομικούς που τον κοίταζαν “παγωμένοι”. Η Χρυσούλα θα κληθεί στο τμήμα και θα παραδεχτεί ότι ήταν παρούσα στο άνοιγμα του λάκκου του πρώτου παιδιού. Αυτό όμως που θα σοκάρει τους αστυνομικούς, ήταν πως ο 58χρονος άνδρας τα έθαψε ζωντανά!
Η τραγική ιστορία επιβεβαιώθηκε την ημέρα που ο Βασίλης υπέδειξε το σημείο που είχε θάψει τα δύο από τα τέσσερα παιδιά του. Η εκταφή αποκάλυψε ότι είχε θάψει το αγοράκι ζωντανό και τα κατάγματα στα πλευρά του υποδείκνυαν ότι το χτυπούσε για να μην κλαίει όσο το κάλυπτε με χώμα. Από το κοριτσάκι βρέθηκαν κάποια οστά, αφού το πτώμα βρισκόταν σε αποσύνθεση. «Ο πατέρας μου μια φορά άρπαξε ένα κλαδευτήρι και με κυνηγούσε να μου κόψει το κεφάλι. Δεν με έπιασε. Έτρεξα και ξέφυγα. Θα μου το έκοβε στ’ αλήθεια» είπε στους αστυνομικούς το 5χρονο αγόρι της οικογένειας, το μόνο που κατάφερε να επιβιώσει από την παράνοια του πατέρα.
Η αποκάλυψη της αλήθειας έφερε τον 58χρονο Βασίλη στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Ούτε την ιερή στιγμή της απολογίας του δεν βρήκε το θάρρος να πει την αλήθεια, παρά κατηγορούσε την Χρυσούλα και τα ψυχικά της προβλήματα. «Εκείνη έμπαινε στο ψυχιατρείο, αυτά ήταν φιλάσθενα κι εγώ έπρεπε να τα κάνω όλα μόνος μου», είπε στους δικαστές, που τον καταδίκασαν δις εις θάνατον.
0 comments
Δημοσίευση σχολίου