Τα τελευταία εννέα χρόνια, οι κάτοικοι της πόλης Γουίντσορ, που βρίσκονται στην καναδική πλευρά των συνόρων ΗΠΑ-Καναδά, ακριβώς απέναντι από τον ποταμό Ντιτρόιτ, παραπονιούνται για έναν μυστηριώδη και επίμονο θόρυβο χαμηλής συχνότητας.
Ακούγεται σε τυχαία χρονικά διαστήματα, μερικές φορές διαρκεί ώρες, ενώ άλλες για μέρες. Όσοι μπορούν να το ακούσουν -γιατί δεν μπορούν όλοι- συγκρίνουν το βουητό με έναν πετρελαιοκινητήρα σε ρελαντί ή ένα subwoofer που πάλλεται. Κάποιοι λένε ότι ακούγεται σαν μια συνεχής μακρινή βροντή. Μεταξύ αυτών που επηρεάζονται από τον θόρυβο, ορισμένοι δηλώνουν ότι το βουητό προκαλεί ναυτία και πονοκέφαλο. Μερικοί έχουν πρόβλημα με τον ύπνο. Για μερικούς, το βουητό εκδηλώνεται με τρίξιμο των παραθύρων και κορνίζες που χτυπούν στους τοίχους.
Το βουητό στην πόλη έχει προκαλέσει πολλές θεωρίες συνωμοσίας, από Α.Τ.Ι.Α. μέχρι συγκαλυμμένα κυβερνητικά project. Όμως, οι μελέτες δείχνουν μια πιο φυσική πηγή, το νησί Zug, μια αμερικανική βιομηχανική περιοχή που βρίσκεται λίγα μίλια πιο κάτω στον ποταμό, στα νότια όρια της πόλης του Ντιτρόιτ. Αρχικά, η περιοχή ήταν ελώδης γη, αλλά όταν στα τέλη του 1800 διανοίχτηκε ένα κανάλι ναυσιπλοΐας, η ανασκαμμένη γη συσσωρεύτηκε για να σχηματίσει ένα κομμάτι γης, το οποίο αργότερα έγινε χώρος συγκεντρωμένης παραγωγής χάλυβα. Σήμερα, στο νησί υπάρχει ένα εργοστάσιο χάλυβα, μια αποθήκη ΚΩΚ και δύο υψικάμινοι.
Οι ειδικοί πιστεύουν ότι για τον θόρυβο των 35Hz ευθύνονται οι υψικάμινοι. Παρατήρησαν ότι το βουητό συμπίπτει με την εμφάνιση φωτεινών μπλε φλογών στο σύστημα εξάτμισης του νησιού, οι οποίες, τη νύχτα, ήταν εύκολα ορατές από την καναδική ακτή. Ωστόσο, περαιτέρω μελέτη είναι σχεδόν αδύνατη, επειδή το νησί είναι ιδιωτικό και η US Steel, η οποία διαχειρίζεται τους κλιβάνους, δε συνεργάζεται σε οποιαδήποτε προσπάθεια έρευνας.
Το Γουίντσορ δεν είναι το μόνο μέρος που μαστίζεται από ανεξήγητο βουητό. Την δεκαετία του 1970, εκατοντάδες κάτοικοι του Μπρίστολ στην Αγγλία, παραπονέθηκαν στο συμβούλιο της πόλης ότι τη νύχτα ακουγόταν ένας παράξενος, ενοχλητικός θόρυβος. Ήταν ένα χαμηλό βουητό που μόνο τα πιο ευαίσθητα αυτιά μπορούσαν να ακούσουν. Μερικοί κάτοικοι της πόλης έμεναν ξύπνιοι τη νύχτα εξ αιτίας του. Οι περισσότεροι ειδικοί το απέδωσαν σε εργοστασιακό θορύβου ή στους πυλώνες ηλεκτρικής ενέργειας ή σε μια ιατρική πάθηση που ονομάζεται εμβοές, δηλαδή ακουστούς ήχους που παράγονται από το σώμα μας, και που τους ακούει ο ασθενής (περίπου το 1% των ενηλίκων στην Αγγλία, έχει εμβοές σε υψηλό βαθμό). Πριν από πολύ καιρό, πολλές άλλες πόλεις σε ολόκληρη την Βρετανία άρχισαν να αναφέρουν παρόμοια βουητά.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, στην παράκτια πόλη της Σκωτίας Λαργκς άρχισε να ακούγεται ένα βουητό. Όσοι κάτοικοι το άκουσαν περιέγραψαν ότι ο θόρυβος ήταν ο πιο δυνατός ενώ ήταν σε εσωτερικούς χώρους και κατά τη διάρκεια της νύχτας. Το βουητό ήταν τόσο δυνατό που προκάλεσε ρινορραγίες και πόνο στο στήθος. Ο λόγος για τον οποίο ο ήχος ακουγόταν πιο δυνατά ενώ κάποιος ήταν σε έναν εσωτερικό χώρο, εξήγησε ένα άρθρο του New Scientist του 1979, ήταν λόγω των κυμάτων που αντανακλώνται από τους τοίχους και τις οροφές.
Στις ΗΠΑ, το πρώτο ξέσπασμα βουητού εμφανίστηκε στην πόλη Τάος, στο βόρειο-κεντρικό Νέο Μεξικό, στις αρχές της δεκαετίας του 1990. 10 χρόνια αργότερα, το μυστηριώδες φαινόμενο εμφανίστηκε στην πόλη Κόκομο στην Ιντιάνα. Εκεί, οι κάτοικοι ισχυρίστηκαν ότι το βουητό ήταν τόσο ισχυρό που μετακίνησε φύλλα στο έδαφος και προκάλεσε την έκρηξη λαμπτήρων.
Σε κάθε μία από αυτές τις περιπτώσεις, η πηγή του θορύβου δεν προσδιορίστηκε ποτέ θετικά.
Το 2015, μια ομάδα Γάλλων επιστημόνων έκανε μια μελέτη για τα κύματα του ωκεανού και διαπίστωσε ότι τα συγκρουόμενα κύματα μπορούν να κάνουν τον πυθμένα του ωκεανού να δονείται, δημιουργώντας σεισμικά κύματα που μπορούν να παράγουν χαμηλό βουητό. Η πηγή μπορεί επίσης να είναι ηλεκτρομαγνητική. Η επικοινωνία με τα υποβρύχια γίνεται με τη χρήση εξαιρετικά χαμηλής συχνότητας (ELF) ραδιοκυμάτων με συχνότητες από 3 έως 30Hz -χαμηλή αλλά και αρκετά ισχυρή ώστε να διεγείρει τις ακουστικές αισθήσεις και να προκαλεί έντονο πονοκέφαλο σε κάποιους.
Η ψυχολογική επίδραση των χαμηλών συχνοτήτων στον άνθρωπο είναι γνωστή. Η έκθεση σε ηχητικά κύματα χαμηλής συχνότητας έχει αρνητική επίδραση στη γνωστική απόδοση του ανθρώπου, όπως οπτικές λειτουργίες, συγκέντρωση και προσοχή. Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι ακόμη και όταν ο θόρυβος δεν ακούγεται, τα άτομα δείχνουν διέγερση, νευρικότητα, φόβο, απόσπαση της προσοχής, απογοήτευση και ψυχολογικές διαταραχές, όπως κατάθλιψη, άγχος και ευερεθιστότητα.
Το 2012, o καθηγητής και πρώην λέκτορας στο Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολομβίας, Δρ Glen MacPherson, άρχισε να ερευνά το βουητό έχοντας πέσει ο ίδιος θύμα του. Ο MacPherson πιστεύει ότι το βουητό θα μπορούσε να έχει τέσσερις πιθανές πηγές:
* τις ραδιοσυχνότητες VLF, μεταξύ 3 Hz και 30 kHz, που αλληλεπιδρούν με τον ζωντανό ιστό και το ανθρώπινο ακουστικό σύστημα με τρόπο που ο εγκέφαλος ερμηνεύει ως ήχο,
* την ηχορύπανση που προκαλείται από ανθρώπινες δραστηριότητες όπως η εξόρυξη, οι ανεμόμυλοι, τα χυτήρια και οι υψικάμινοι, η κυκλοφορία στους αυτοκινητόδρομους, το ηλεκτρικό δίκτυο, τα εργοστάσια κ.λπ.,
* επίγειες και γεωλογικές δραστηριότητες όπως οι σεισμοί,
* το ψυχολογικό.
Ο MacPherson δημιούργησε τον Παγκόσμιο Χάρτη Βουητού και Βάση Δεδομένων (World Hum Map and Database), έναν διαδραστικό ιστότοπο όπου οι πάσχοντες από το βουητό μπορούν να αναφέρουν τυχόν περιστατικά ακροάσεων βουητών. Μέχρι σήμερα, υπήρξαν πάνω από 3.000 παρατηρήσεις από όλο τον κόσμο, με επίκεντρο κυρίως τις ΗΠΑ και τη Δυτική Ευρώπη. Εκτιμά ότι έως και 4% των ανθρώπων παγκοσμίως μπορούν να ακούσουν το βουητό.
0 comments
Δημοσίευση σχολίου