Το 1924, το εξαιρετικά δημοφιλές ελληνικό περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ” είχε ζητήσει από τους αναγνώστες του να τους στέλνουν παράξενες ιστορίες φαντασμάτων και τις δημοσίευε στις σελίδες του.
Η Αγγελική Νικολάου, η οποία κατοικούσε στις Τζιτζιφιές, είχε αφηγηθεί το εξής αλλόκοτο γεγονός:
“Πριν 15 χρόνια, ήταν το 1909, κατοικούσα στην οδό Αναπαύσεως. Ήμουν λεχώνα στο πρώτο μου παιδί και βρισκόμουν στο κρεβάτι μου, όταν λίγο μετά τα μεσάνυχτα αισθάνθηκα σαν να με σπρώχνει κάποιος πολύ δυνατά, που λίγο έλειψε να πέσω.
Στο κρεβάτι ήμουν μόνο εγώ και το νεογέννητο μωρό μου, καθώς ο σύζυγός μου κοιμόταν στον καναπέ, γιατί ο ύπνος μου ήταν σπαστός και ξυπνούσα συχνά κατά τη διάρκεια της νύχτας, για να θηλάζω το παιδί μου.
Το κρεβάτι σείστηκε έντονα και εγώ κρατήθηκα από το σιδερένιο κεφαλάρι για να μην πέσω και άρπαξα το βρέφος στην αγκαλιά μου, για να μην πέσει κι αυτό. Αμέσως μετά, έστρεψα το βλέμμα μου να δω ποιος με έσπρωξε.
Τότε, είδα με τρόμο να βρίσκεται κάτω από το κρεβάτι μου ένας άνθρωπος με κατάμαυρο πρόσωπο, σαν καμένο, φριχτός και απαίσιος! Μόλις συναντήθηκαν τα μάτια μας, εκείνος τράνταξε την κλίνη μου τόσο δυνατά, που νόμισα ότι το σπίτι θα γκρεμιζόταν.
Άρχισα να καλώ σε βοήθεια κατατρομαγμένη, με φωνή σπασμένη, ώστε και ο άντρας μου και η μητέρα μου πετάχτηκαν από τον ύπνο τους πανικόβλητοι και μπήκαν τρέχοντας στην κάμαρά μου. Η μητέρα μου, μόλις με αντίκρισε τόσο χλομή, τρεμάμενη και σαστισμένη, άρχισε να με σταυρώνει.
Με ρώτησαν γεμάτοι αγωνία να μάθουν τι μου είχε συμβεί, μα η ταραχή μου ήταν τόσο μεγάλη, που δεν μπορούσα να βγάλω λέξη. Πιάστηκα από πάνω τους και ξέσπασα σε λυγμούς. Το πρωί που συνήλθα κάπως, τους διηγήθηκα τι μου είχε συμβεί.
Την επόμενη νύχτα, άκουσα επαναλαμβανόμενους χτύπους στο τζάμι, έτσι όπως θα χτυπούσε κάποιος απ’ έξω με ένα λεπτό μπαστούνι. Ποιος, όμως, θα μπορούσε να χτυπά το τζάμι απ’ έξω, όταν τα ξύλινα παραθυρόφυλλα ήταν κλειστά; Αδιανόητο…
Φώναξα πάλι τη μητέρα μου, για να δει ποιος ήταν έξω από το σπίτι.
Μα, εκείνη δεν πλησίασε καθόλου, παρά μόνο άρχισε να με σταυρώνει και να προσεύχεται στον Θεό.
Από εκεί και πέρα, οι νύχτες μου έγιναν μια κόλαση. Ο τρόμος μου ήταν τόσο ολοκληρωτικός, ώστε ο σύζυγός μου, για να μην πάθω τίποτε, αποφάσισε και αλλάξαμε σπίτι”.
Ένα ακόμη παράδοξο περιστατικό είχε αφηγηθεί σε επιστολή του στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ” και ο ελαιοχρωματιστής Αλέξανδρος Βελισιώτης από τον Βόλο:
“Πριν από 7 μήνες, χτιζόταν εδώ στον Βόλο το δίπατο σπίτι του Δημήτρη Βελανίδη. Εγώ είχα αναλάβει προσωπικά τον ελαιοχρωματισμό του και υπήρξα μάρτυρας πρωτόφαντων και αλλόκοτων φαινομένων.
Την τελευταία ημέρα που τελείωσε το χτίσιμο του σπιτιού, κατέρρευσε μια σκαλωσιά, δίχως προφανή αιτία και οι δύο εργάτες που βρίσκονταν πάνω της έπεσαν και σκοτώθηκαν μπροστά στα μάτια μας.
Όταν αποπερατώθηκε και το βάψιμο, ο ιδιοκτήτης μαζί με την οικογένειά του εγκαταστάθηκαν στο νέο τους σπιτικό.
Μα, το πρώτο κιόλας βράδυ, η χαρά τους διαλύθηκε μονομιάς και τους κατακυρίευσε ο τρόμος.
Στην αρχή άκουσαν παράξενα βογκητά, που προέρχονταν από το υπόγειο του σπιτιού. Δεν ήξεραν πού να αποδώσουν το γεγονός και όσο κι αν έψαξαν, δε βρήκαν τίποτα.
Την τρίτη νύχτα, όμως, πετάχτηκαν από τα κρεβάτια τους σοκαρισμένοι από έναν εκκωφαντικό κρότο και είδαν κατάπληκτοι τα περισσότερα έπιπλά τους να βρίσκονται πεταμένα στην αυλή!
Ειδοποιήθηκε αμέσως η Αστυνομία, ερεύνησε παντού, μα δεν ανακάλυψε τίποτε το επιλήψιμο, τίποτε το ύποπτο.
Το άλλο βράδυ πάλι, όλα τα αντικείμενα του σπιτιού έως και τα βαριά έπιπλα της τραπεζαρίας ήταν ατάκτως στοιβαγμένα σ’ έναν μυστηριώδη σωρό καταμεσής της αυλής.
Και την ακριβώς επόμενη νύχτα, ο ιδιοκτήτης του σπιτιού είδε μέσα στην κρεβατοκάμαρά του τα φαντάσματα των δύο νεκρών εργατών, που είχαν βρει τραγικό θάνατο, όταν έπεσαν από τη σκαλωσιά, κατά το χτίσιμο της οικίας. Κατόπιν, χωρίς δεύτερη σκέψη, η οικογένεια αυτή αναγκάστηκε να μετοικήσει.
Αφού πέρασε κάμποσος καιρός, το σπίτι αυτό ενοικιάστηκε σε μερικούς πρόσφυγες, αλλά συνέβησαν τα ίδια ακατανόητα περιστατικά κι έτσι, το εγκατέλειψαν κι αυτοί, τρέχοντας μέσα στη νύχτα”.Τα στοιχειωμένα σπίτια στις Τζιτζιφιές και στον Βόλο από τότε παρέμεναν ακατοίκητα και ερημωμένα, ενώ ο φόβος των περιοίκων ολοένα και μεγάλωνε.
Η είδηση δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “ΜΠΟΥΚΕΤΟ”, στις 28/12/1924…
0 comments
Δημοσίευση σχολίου