Αποκαλυπτικός ήταν για άλλη μια φορά ο κ. Πενταράς, όπου με την ανάλυσή του, δείχνει πως η Τουρκία είναι ισχυρή μόνο στα λόγια και πως χωρίς τις πλάτες των μεγάλων δυνάμεων, είναι στην ουσία ανίκανη!

Αναλυτικά:
Tο δόγμα πολέμου του τουρκικού στρατού, όπως διαμορφώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’90 και στη βάση του οποίου οργανώθηκε, εξοπλίσθηκε και εκπαιδεύθηκε o τουρκικός στρατός, αποσκοπούσε στην ικανότητά του να διεξαγάγει ταυτόχρονα δυόμισι νικηφόρους πολέμους, γι’ αυτό και ονομάσθηκε «δόγμα των δυόμισι πολέμων». Έναν πόλεμο εναντίον της Συρίας, έναν εναντίον της Ελλάδας-Κύπρου και μισό εναντίον των Κούρδων στο εσωτερικό.

Ο σχεδιασμός της εισβολής στη Συρία, που άρχισε στις 9 Οκτωβρίου, όπως τον καθόρισε ο ίδιος ο Ερντογάν και τον διακήρυξε ενώπιον της Γενικής Συνέλευσης των ΗΕ, επιδεικνύοντας μάλιστα και σχετικό χάρτη, προέβλεπε την κατάληψη μιας ζώνης κατά μήκος των τουρκοσυριακών συνόρων μήκους 450 χιλιομέτρων και βάθους 35 χιλιομέτρων, στην οποία η Τουρκία θα δημιουργούσε συνθήκες ασφάλειας με την εκδίωξη των Κούρδων «τρομοκρατών» και την εγκατάσταση τριών εκατομμυρίων Αράβων προσφύγων που σήμερα βρίσκονται στην Τουρκία. Για τον σκοπό αυτό, συγκέντρωσε στην περιοχή εκατόν περίπου χιλιάδες στρατιώτες (δύναμη μιας στρατιάς) με τα ανάλογα οπλικά συστήματα και μέσα, όπως αναφέρει ο Αντιστράτηγος σε άρθρο του στην κυριακάτικη Σημερινή.

Με την έναρξη, όμως, της εισβολής, ανακοινώθηκε ότι η επιχείρηση θα περιορισθεί σε μήκος 120 χιλιομέτρων και όχι στα 450, όπως αρχικά είχε σχεδιασθεί, χωρίς βέβαια να δοθεί οποιαδήποτε εξήγηση. Το ερώτημα είναι, πώς ένας στρατός, που έχει δήθεν την ικανότητα να διεξάγει ταυτόχρονα δυόμισι πολέμους, δεν είναι ικανός ούτε μισό πόλεμο να φέρει εις πέρας;

Από στρατιωτική άποψη, η διαχείριση ενός μετώπου 450 χιλιομέτρων απαιτεί τουλάχιστον τρεις στρατιές, κάτι που η Τουρκία, παρ’ όλον ότι διαθέτει τέσσερεις στρατιές, διακατεχόμενη προφανώς από το σύνδρομο της γενικότερης ασφάλειάς της, δεν αποτόλμησε να συγκεντρώσει την απαιτούμενη δύναμη στην περιοχή, φοβούμενη την εξασθένηση άλλων μετώπων, όπως αυτό της Θράκης, του Αιγαίου, αλλά και του εσωτερικού μετώπου, εξ αιτίας της ρευστής πολιτικής κατάστασης.

Έτσι, παραμένει η απορία τι θα γίνει με το υπόλοιπο μέτωπο των 330 χιλιομέτρων της λεγόμενης ζώνης ασφάλειας που επιθυμεί να διαμορφώσει ο Ερντογάν. Και αν η Τουρκία δεν μπορεί να διεξαγάγει έναν πόλεμο σε ένα μέτωπο 450 χιλιομέτρων απέναντι στους ελαφρά εξοπλισμένους Κούρδους, πώς θ’ αντεπεξέλθει σε ένα ισχυρότατο μέτωπο, σε περίπτωση ελληνοτουρκικής σύγκρουσης, που θα ξεκινά από τη Θράκη και θα καταλήγει στην Κύπρο; Τελικά, μήπως η Τουρκία δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένας γίγαντας με ξύλινα πόδια;

Πολιτική της ερήμωσης

Μέχρι την ώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές και πριν από τη συμφωνία εκεχειρίας μεταξύ Ουάσιγκτον-Άγκυρας, είναι βέβαιον ότι κανένας Τούρκος στρατιώτης, κανένα άρμα μάχης, κανένα μαχητικό ελικόπτερο και πιθανόν κανένα αεροσκάφος δεν πέρασαν τη γραμμή των συνόρων Τουρκίας – Συρίας και προφανώς δεν συμμετείχαν στις επιχειρήσεις εναντίον των Κούρδων. Πρόκειται για μια καλά σχεδιασμένη, σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο, επιχείρηση, που μόνο τα διεστραμμένα μυαλά του Ερντογάν και των στρατηγών του μπορούσαν να σκεφθούν.

Πρόκειται για μια εισβολή σε ξένη χώρα, βασικό στοιχείο της οποίας είναι «η πολιτική της ερήμωσης», δηλαδή η πρόκληση πανικού και φόβου στους κατοίκους των περιοχών που θα καταληφθούν, ώστε να εγκαταλείψουν τις εστίες τους και αργότερα να μεταφερθούν στη θέση τους άλλοι κάτοικοι, φιλικά διακείμενοι προς τον εισβολέα, αλλάζοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τη δημογραφία της περιοχής. Αυτή η βίαιη μετακίνηση πληθυσμών, που, ας σημειωθεί, αποτελεί έγκλημα πολέμου, απαιτεί αφενός βομβαρδισμούς κατοικημένων περιοχών, ώστε να υπάρξουν θύματα αμάχων και, αφετέρου, βιαιοπραγίες, δολοφονίες κ.λπ., ώστε υπό το κράτος φόβου και πανικού οι κάτοικοι να εγκαταλείψουν τις εστίες τους. Την πολιτική ερήμωσης, όμως, δεν μπορούν να την κάνουν τα τακτικά στρατεύματα, διότι αυτά εμπίπτουν στη δικαιοδοσία των διεθνών ποινικών δικαστηρίων.

Έτσι, προκειμένου ο Ερντογάν και οι στρατηγοί του να αποφύγουν τον διασυρμό τους και την πιθανή καταδίκη τους από τα διεθνή δικαστήρια, ανέθεσαν τη βρόμικη δουλειά στους τζιχαντιστές του «Ελεύθερου Συριακού Στρατού», τους οποίους η Τουρκία μάζεψε στο έδαφός της, τους οργάνωσε, τους εξόπλισε και τους εκπαίδευσε για τέτοιας φύσεως δουλειές. Είναι αυτούς που βλέπουμε καθημερινά από τους δέκτες των τηλεοράσεων να συγκρούονται με τους Κούρδους πολιτοφύλακες και να δολοφονούν αθώους πολίτες. Τα τεθωρακισμένα οχήματα τουρκικής κατασκευής, που βλέπουμε να κατέχουν οι τζιχαντιστές, τους τα έχει παραδώσει η Τουρκία για την προστασία τους, λόγω του αγώνα εντός κατοικημένων περιοχών.

Η μόνη συμμετοχή του τουρκικού στρατού είναι οι βολές πυροβολικού από το τουρκικό έδαφος και η χρήση εξοπλισμένων drones για βομβαρδισμό κατοικημένων περιοχών, έτσι ώστε, ακόμα και αν καταρριφθεί κάποιο, να μην αποδειχθεί ότι προέρχεται από τον τουρκικό στρατό, αφού ούτε πιλότο διαθέτουν, ούτε διακριτικά φέρουν. Αυτός είναι ο λόγος που δεν είδαμε ούτε ένα ελικόπτερο, ούτε ένα αεροσκάφος να συμμετέχει στις επιχειρήσεις. Ο τουρκικός στρατός θα διαβεί τα σύνορα μόνον όταν και ο τελευταίος κάτοικος της υπό κατάληψη περιοχής απομακρυνθεί ή όταν συμφωνηθεί κατάπαυση του πυρός. Αυτός άλλωστε είναι και ο λόγος των ελαχίστων απωλειών Τούρκων στρατιωτών, οι οποίες βέβαια προήλθαν μέσα στην Τουρκία από βολές ρουκετών στην άλλη πλευρά των συνόρων.

Ο μύθος των ολιγοήμερων επιχειρήσεων

Ένας από τους λόγους που η δική μας Εθνική Φρουρά, ύστερα από 55 χρόνια από την ίδρυσή της, παραμένει ανεπαρκώς εξοπλισμένη, ιδιαίτερα στη θάλασσα και τον αέρα, είναι η διάχυτη εντύπωση που διαχρονικά διαποτίζει το πολιτικό σύστημα, ότι δήθεν σε περίπτωση έναρξης συγκρούσεων αυτές θα διαρκέσουν ελάχιστες μέρες (το πολύ μια – δυο), γιατί θα παρέμβουν αμέσως οι διεθνείς παίκτες και θα σταματήσουν τον εισβολέα. Οι επιχειρήσεις της Τουρκίας στη Συρία εναντίον ενός ανεπαρκώς εξοπλισμένου και γενικά εύκολου αντίπαλου, σε μια περιοχή μέγιστου γεωπολιτικού ενδιαφέροντος, όπου διακυβεύονται ζωτικά συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων, συνεχίσθηκαν για 8 μέρες και νύκτες, μέχρι να συμφωνηθεί πενθήμερη αναστολή των επιχειρήσεων, με άγνωστη την έκβαση μετά την εκπνοή της αναστολής αυτής. Τα διδάγματα από την εισβολή στη Συρία θα πρέπει να μελετηθούν από την πλευρά μας τόσο σε πολιτικό, όσο κυρίως σε στρατιωτικό επίπεδο και να ληφθούν υπόψη στην όλη αμυντική σχεδίαση.

Ο μύθος των ολιγοήμερων επιχειρήσεων και των «σωτήρων», που θα σπεύσουν να μας σώσουν, θα πρέπει να διαγραφεί από τη σκέψη της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας, αλλά και των υπευθύνων για την άμυνα της Κύπρου. Αυτό και μόνο επιβάλλει αλλαγές στην όλη αμυντική σχεδίαση, η οποία θα πρέπει να στηριχθεί – μαζί με πολλά άλλα στοιχεία – και στο γεγονός ότι οι επιχειρήσεις θα διαρκέσουν πολλές μέρες, πιθανόν και βδομάδες. Και, πάντοτε, να έχουμε όλοι υπόψη μας τον στίχο του εθνικού μας ποιητή στον Ύμνο για την Ελευθερία. «Μοναχή το δρόμο επήρες, Εξανάλθες μοναχή, Δεν είν’ εύκολες οι θύρες, Εάν η χρεία τις κουρταλεί».

Follow Share:

Post A Comment: 0

Blog

Disqus

O ιστότοπος χρησιμοποιεί cookie,για να διασφαλίσουμε ότι έχετε την καλύτερη δυνατή εμπειρία,με τη χρήση αυτού του ιστότοπου αποδέχεστε τη χρήση των cookie.Περισσότερα

_ Εγγραφείτε στις ενημερώσεις Notifications