Ένα έγκλημα που συγκλόνισε την Ηλεία, πριν από 20 χρόνια περίπου, περιγράφει στο νέο του βιβλίο ο ο γνωστός δημοσιογράφος και επί σειρά ετών αστυνομικός ρεπόρτερ Πάνος Σόμπολος. Πρόκειται για την ιστορία μίας μάνας που έριξε δηλητήριο στο πιάτο με τις φακές της κόρης της που ήταν έγκυος στον όγδοο μήνα, γιατί δεν μπορούσε να αντέξει τον διασυρμό και τη μεγάλη ντροπή.
Το «αμάρτημα» της κόρης ήταν ότι είχε μείνει έγκυος, χωρίς να παντρευτεί, και θα έφερνε στον κόσμο το αγοράκι της σε έναν μήνα – προσβολή που η μάνα της δεν άντεχε. Είναι αυτό που λέμε, ότι ορισμένες φορές, σε κάποιες περιοχές της χώρας μας, εφαρμόζονται οι άγραφοι νόμοι των κλειστών κοινωνιών.
Στο νέο του βιβλίο «ΕΓΚΛΗΜΑΤΑ ΓΕΝΟΥΣ ΘΗΛΥΚΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ» παρουσιάζει τις πιο σοβαρές περιπτώσεις των εγκλημάτων αυτών ξεκινώντας από το 1931 φθάνοντας έως και τις μέρες μας ενώ από το σύνολο των περιγραφών του, συμπεριέλαβε δύο από την Ηλεία, τον «ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΚΑΛΟΣΥΝΑΤΟΥ ΙΕΡΕΑ» που έγινε σχετικά πρόσφατα (το 2012) όταν «η παπαδιά έβαλε τον εραστή της να σκοτώσει τον σύζυγό της και αργότερα δήλωνε αμέτοχη» και αυτή που θα σταθούμε σήμερα και εμείς με τον τίτλο «ΔΗΛΗΤΗΡΙΑΣΕ ΤΗΝ ΕΓΚΥΟ ΚΟΡΗ ΤΗΣ».
Μεταξύ άλλων ο συγγραφέας ξαναφέρνοντας στις μνήμες μας το θλιβερό συμβάν που προκαλεί ακόμη και σήμερα ερωτηματικά επισημαίνει:
Δράστιδα ήταν:Η Παναγιώτα χήρα Φίλιππα Τ., σαράντα οκτώ χρόνων, αγρότισσα.
Θύμα ήταν:Η Κωνσταντίνα Τ. (Κωστούλα τη φώναζαν), είκοσι ενός χρόνων, αγρότισσα.
Η φρικτή παιδοκτονία έγινε το βράδυ της Κυριακής, 19 Ιανουαρίου 1997, μέσα στο σπίτι της οικογένειας, σε ορεινό χωρίο κοντά στην Αρχαία Ολυμπία του νομού Ηλείας. Αιτία, όπως προαναφέρθηκε, ήταν ότι η παιδοκτόνος δεν άντεχε τον διασυρμό και τη μεγάλη ντροπή που της προκαλούσε η επεικείμενη γέννηση του μωρού της ανύπαντρης Κωστούλας.
Σε ένα σπίτι σχεδόν στην άκρη του χωριού, ζούσε η Παναγιώτα με τα πέντε παιδάκια της, τα οποία μεγάλωνε μόνη της από τότε που είχε χάσει, περίπου εννέα χρόνια νωρίτερα, τον σύζυγό της. Για τον θάνατο του συζύγου της έλεγαν τότε στο χωρίο πως ήταν ατύχημα, αλλά αργότερα ακούστηκε ότι τον είχε σκοτώσει κατά λάθος άλλο συγγενικό του πρόσωπο.
Για την άτυχη κοπέλα οι χωριανοί της έλεγαν τότε ότι ήταν ένα κορίτσι μοναχικό και κλειστού τύπου, δεν είχε κοινωνικές σχέσεις, αλλά ήταν αγαπητό στους φίλους και συγγενείς του. Όπως έλεγε τότε ένας συγχωριανούς του: «Αυτή η κοπέλα είχε την ατυχία ή έκαμε το λάθος να γκαστρωθεί ενώ ήταν ανύπαντρη»!
Αργότερα φάνηκε ότι η Κωστούλα δεν ήθελε το παιδί, και πολύ περισσότερο δεν το ήθελε η μάνα της, η οποία έφερε βαρέως το όλο ζήτημα. Οι μήνες περνούσαν όμως, και μαζί με την κοιλιά της Κωστούλας μεγάλωνε και η ντροπή, σύμφωνα με τα λεγόμενα της μάνας. Η κοπέλα προσπαθούσε να προκαλέσει αποβολή, σηκώνοντας βάρη και, όπως είπε τότε ένας συγχωριανός της, την είχε δει να ακουμπά στην κοιλιά της βαριά τσουβάλια. Αυτό του έκανε εντύπωση αλλά δεν έδωσε σημασία, αφού μόνο αργότερα, μετά το τραγικό συμβάν, το συνδύασε με την εγκυμοσύνη.
Κι εδώ προβάλλει το ερώτημα: Εφόσον δεν ήθελε το παιδί, γιατί δε συνεννοούνταν με τη μητέρα της να υποβληθεί σε άμβλωση, όπως κάνουν τόσες γυναίκες; Και έστω ότι η κόρη δεν το σκέφθηκε ή δεν το αποφάσισε – η μάνα γιατί δεν το πρότεινε, αφού θεωρούσε τόσο μεγάλο έγκλημα την εγκυμοσύνη εκτός γάμου; Γιατί δεν πήγαν οι δυο τους στον Πύργο ή στην Πάτρα ή στην Αθήνα για να αντιμετωπίσουν το θέμα; Ήταν ανάγκη να φτάσει η μάνα στο αποτρόπαιο έγκλημά της, με όλα τα οδυνηρά αποτελέσματα για το άμοιρο κορίτσι, για την ίδια και για την οικογένειά της; Δυστυχώς δεν πρυτάνευσε η λογική. Σκεπτόμενη «το ρεζιλίκι στο χωριό μετά τη γέννα του μωρού», πήρε τη φρικιαστική απόφαση.
Και φτάνουμε στη μοιραία βραδιά. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε τότε η Αστυνομική Διεύθυνση της Ηλείας, το βραδύ της Κυριακής, 19 Ιανουαρίου, η Παναγιώτα είχε φτιάξει φακές στο σπίτι για να δειπνήσουν. Έβαλε στα πιάτα των παιδιών κανονική ποσότητα φαγητού, ενώ στη μερίδα της Κωστούλας έριξε μπόλικο δηλητήριο, το οποίο είχε προμηθευτεί από πριν και είχε τοποθετημένο σε ένα μπουκαλάκι στον φούρνο.
Δεν πέρασε πολλή ώρα και η εικοσιδυάχρονη κοπέλα καταλήφθηκε από φρικτούς πόνους και ζαλάδες. Λίγο αργότερα βγήκε κι έκανε εμετό, αλλά οι πόνοι συνεχίζονταν. Έτσι, ξάπλωσε στο κρεβάτι για να ηρεμήσει και να την πάρει ο ύπνος αλλά δυστυχώς δεν ξύπνησε ποτέ. Δίπλα της είχε ξαπλώσει και της έδινε κουράγιο η μικρότερη αδελφούλα της, η οποία αργότερα κοιμήθηκε, χωρίς να αντιληφθεί ότι πλέον η Κωστούλα είχε εκπνεύσει.
Τα ξημερώματα, ο μεγάλος αδελφός της Κωστούλας επέστρεψε στο σπίτι από έναν γάμο συγχωριανού τους και πήγε να ξυπνήσει την Κωστούλα, για να διαπιστώσει έκπληκτος ότι η άτυχη αδελφή του ήταν νεκρή. Όλα τα αδέλφια, όπως και η μάνα τους, έκλαιγαν απαρηγόρητοι για τον χαμό της Κωστούλας, ενώ, μόλις το τραγικό γεγονός μαθεύτηκε, κινητοποιήθηκαν οι γείτονες και οι χωριανοί.
Αξίζει εδώ να αναφέρω μια μαρτυρία. Ένας χωριανός είπε ότι ο άνθρωπος που παντρεύτηκε εκείνο το βράδυ είχε ζητήσει, δύο τρία χρόνια νωρίτερα, σε γάμο και την Κωστούλα. Εκείνη τον ήθελε πολύ για γαμπρό, αλλά η μάνα της, η κυρά – Παναγιώτα, είχε για άγνωστο λόγο αντιδράσει. Έτσι, εκείνος ο γάμος, δυστυχώς, δεν έγινε ποτέ. Αν είχε γίνει, τα πράγματα δε θα έφταναν στο σημείο όπου οδηγήθηκαν.
Ο θάνατος της εικοσιδυάχρονης εγκύου είχε αποδοθεί αρχικά σε αυτοκτονία, αφού από τη νεκροψία και τις άλλες εξετάσεις που έγιναν προέκυψε ότι οφειλόταν σε λήψη δηλητηριώδους ουσίας. Οι αστυνομικοί του τμήματος της Αρχαίας Ολυμπίας, όμως, διερεύνησαν με ιδιαίτερη προσοχή αυτόν τον θάνατο, τόσο λόγω της εγκυμοσύνης της κοπέλας, όσο και λόγω όσων διαδίδονταν στο χωρίο γύρω από αυτή.
Είχα μιλήσει με τον τότε διοικητή του Αστυνομικού Τμήματος της Αρχαίας Ολυμπίας αστυνόμο Βασίλη Αδαμόπουλο, που χειρίστηκε την υπόθεση, και μου είπε οτι μετά την απάντηση που πήρε από τα τοξικολογικά εργαστήρια στην Πάτρα, ότι δηλαδή η άτυχη γυναίκα είχε δηλητηριαστεί με το φάρμακο με το οποίο δηλητηριάζουν τις αλεπούδες οι αγρότες, κάλεσε μάρτυρες από το συγγενικό περιβάλλον και από το χωριό και τους εξέτασε. Κι όσο ερευνούσε την υπόθεση, τόσο οι υποψίες του για εγκληματική ενέργεια μεγάλωναν, μέχρι που οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι η Κωστούλα δεν είχε αυτοκτονήσει αλλά είχε δολοφονηθεί.
Έτσι, ανάμεσα στους πρώτους ύποπτους κλήθηκε για εξέταση και η μητέρα της η Παναγιώτα, η οποία ισχυρίστηκε πως δεν είχε καμία σχέση με τον θάνατο της κόρης της, που υπεραγαπούσε, όπως και τα άλλα τέσσερα παιδιά της. Περιέπεσε όμως σε αντιφάσεις και τελικά ομολόγησε ότι αυτή είχε ρίξει την ποσότητα δηλητηρίου στο πιάτο με τις φακές της Κωστούλας, με την αιτιολογία ότι: «Το χωριό είναι μικρό και θα γινόμασταν ρεζίλι σε όλους αφού ήταν ανύπαντρη και θα γεννούσε παιδί. Έχω άλλα δύο ανύπαντρα κορίτσια και δε θα δεχόταν κανείς να τα παντρευτεί επειδή θα προέρχονταν από ατιμασμένη οικογένεια. Δε θα μπορούσα να αντέξω τον διασυρμό και τη μεγάλη ντροπή. Ήταν ντροπή…».
Και μια λεπτομέρεια που αξίζει να παραθέσω, όπως μου την ανέφερε ο Βασίλης Αδαμόπουλος και είχε προκύψει από την προανάκριση: «Η Κωστούλα δεν ήθελε να φάει φακές όπως οι υπόλοιποι της οικογένειας. Σαν να είχε κακό προαίσθημα! Έλεγε στη μάνα της ότι θα έτρωγε κάτι άλλο εκείνο το βράδυ και όχι φακές. Όμως η μάνα, που είχε τον σκοπό της, επέμενε και της έλεγε ότι, όπως όλα τα αδέλφια της τρώνε τις φακές, θα τις φάει κι εκείνη. Τελικα την ανάγκασε κι έφαγε όλο το πιάτο με τις φακές και το δηλητήριο».
«Το τελευταίο δεκαπενθήμερο δεν είχα καλές σχέσεις με την κόρη μου Κωστούλα, διότι, ενώ στην αρχή μου έκρυβε ότι ήταν έγκυος, μου αποκάλυψε μετά ότι πράγματι ήταν σε προχωρημένο μήνα, χωρίς να μου λέει ποιος ήταν εκείνος που την άφησε έγκυο.
»Όπως όλοι γνωρίζουν, σε μια μικρή κοινωνία του χωριού, που κι εγώ ζω, είναι μεγάλο σκάνδαλο να γεννήσει μια ανύπαντρη γυναίκα.
»Γι’ αυτό και για το γεγονός ότι έχω και άλλα ανύπαντρα κορίτσια και αγόρια, θόλωσε το μυαλό μου και την Κυριακή, 19/1/1997, το βράδυ, γύρω στις εννιά, που έλεγε η τηλεόραση τις ειδήσεις κι έβαλα στα παιδιά μου να φάνε, αφού έβαλα στα άλλα παιδιά φακές στα πιάτα, έβαλα και στης Κωστούλας το πιάτο.
Και πρωτού της το βάλω μπροστά της να φάει, πήγα στον φούρνο, που είναι στην αυλή, πήρα ένα μπουκάλι μικρό γυάλινο με μαύρο βούλωμα, που είχε μέσα δηλητήριο φουραντάν και έριξα λίγο στο πιάτο της Κωστούλας και μετά της το έβαλα μπροστά στο τραπέζι που καθότανε με τα άλλα παιδιά και είδα ότι το έφαγε όλο το φαγητό με το δηλητήριο.
»Το δηλητήριο το είχε βάλει στον φούρνο η Κωστούλα και μου το είχε δείξει. Το φέρνουν στην κοινότητα και παίρνει όποιος θέλει. »Μετά από λίγο, που έφαγε, βγήκε έξω από το σπίτι και έκανε εμετό. Γύρισε και αφού κάθισε στην τηλεόραση λίγη ώρα, είπε ότι την πόναγε η κοιλιά της και πήγε για ύπνο. Εγώ κοιμήθηκα μετά από αυτή στο ίδιο δωμάτιο, την κοίταξα και είδα ότι κοιμόταν κανονικά.
»Ζητώ συγγνώμη από τον Θεό, τα παιδιά μου και τους ανθρώπους…
Κατά την ακροαματική διαδικασία και ειδικότερα κατά την απολογία της, η Παναγιώτα άλλαξε ρότα και επανήλθε στα αρχικά. Ισχυρίστηκε δηλαδή ότι δεν δηλητηρίασε αυτή την κόρη της κι ότι ουδέποτε ομολόγησε το έγκλημα. Επέμενε στον ισχυρισμό που είχε προβάλλει κατά την πρώτη επαφή της με τον αστυνόμο Αδαμόπουλο και συγκεκριμένα ότι πρόκειται περί αυτοκτονίας και όχι εγκληματικής ενέργειας.
Ο πρόεδρος του κακουργιοδικείου τη ρώτησε γιατί κατά την προανάκριση είχε ομολογήσει με όλες τις λεπτομέρειες ότι η ίδια είχε δηλητηριάσει την κόρη της, και η Παναγιώτα απάντησε ότι την πίεσαν στην Αστυνομία και ότι εκείνοι που την ανέκριναν τα έγραψαν αυτά χωρίς τη θέλησή της.
Ο εισαγγελέας της έδρας δεν δέχθηκε τους ισχυρισμούς της και πρότεινε να κηρυχθεί ένοχη για ανθρωποκτονία και να της επιβληθεί ποινή κάθειρξης 20 ετών για την ανθρωποκτονία και 10 ετών για τη βίαιη διακοπή κύησης. Τελικά το κακουργιοδικείο, με ψήφους τέσσερις υπέρ και τρεις κατά, κήρυξε ένοχη τη σαρανταοκτάχρονη για ανθρωποκτονία από πρόθεση και βίαιη διακοπή κύησης και της επέβαλε ποινή κάθειρξης 10 ετών για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας και 6 μηνών για το δεύτερο αδίκημα.
0 comments
Δημοσίευση σχολίου