ΕΝΑΣ ΗΣΥΧΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ – Υπόθεση Δημήτρη Βακρινού
Είναι από τα επεισόδια του οποίου η μεταφορά ταιριάζει περισσότερο με τις πραγματικές ομολογίες του ίδιου του θύτη, του Δημήτρη Βακρινού. Επρόκειτο για έναν οδηγό ταξί, ο οποίος έγινε κατά συρροή δολοφόνος σκοτώνοντας στο σύνολο 5 άτομα με ασήμαντες αφορμές.
Οι περισσότερες από τις δολοφονίες του Δημήτρη Βακρινού ταιριάζουν με αυτές που κάνει ο χαρακτήρας που υποδύεται ο Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος στο επεισόδιο. Δολοφόνησε το 1987 τον Π. Γαγλία με σιδερολοστό για να μην τον καταγγείλει στην αστυνομία, επειδή δεν του επέστρεφε την κυνηγετική καραμπίνα που του δανείστηκε· το 1993 την Α. Σιμιτζή καίγοντάς την ζωντανή, επειδή αρνήθηκε να κάνει σ@ξ μαζί του όταν την πήρε πελάτισσα στο ταξί· το 1994 τον συνάδελφό του Θ. Ανδρεάδη πυροβολώντας τον μέσα στο ταξί του, επειδή πριν μήνες λογομάχησαν σε μια πιάτσα και προσποιήθηκε τον πελάτη για να περάσει απαρατήρητος· και τέλος, το 1995, τους Κ. & Α. Σπυρόπουλο, στην προσπάθεια να κλέψει ένα αυτοκίνητο το οποίο ο ίδιος τους είχε πουλήσει.
Οι λόγοι των δολοφονιών ήταν συνήθως ασήμαντοι ενώ σύμφωνα με το επεισόδιο όλοι οι φόνοι ήταν αποτέλεσμα της καταπίεσης και του συμπλέγματος που είχε λόγω της σωματικής του διάπλασης (ήταν αρκετά κοντός, αδύνατος και καχεκτικός άνθρωπος).
Υπάρχουν φορές που το επεισόδιο τον παρουσιάζει ως θύμα και φορές που μας τον δείχνει ως ψυχολογικά διαταγμένο δολοφόνο. Η ουσιαστική διαφορά των δύο ιστοριών είναι πως στη 10η Εντολή ζητάει από τη γυναίκα που αγαπάει να τον σκοτώσει, ενώ στην πραγματικότητα ο Βακρινός αυτοκτόνησε στη φυλακή, καθώς κρεμάστηκε με τα κορδόνια των παπουτσιών του.
ΑΡΡΑΒΩΝΙΑΣΜΑΤΑ – Υπόθεση Μαρίας Σαμπανιώτη
Αυτή η υπόθεση είχε γίνει γνωστή στο πανελλήνιο, δίνοντας στη Μαρία Σαμπανιώτη την ονομασία «η φόνισσα με τα τηγανόψωμα». Όλα έγιναν τον Ιανουάριο του 1992, όταν η Μαρία Σαμπανιώτη πήγε σε δύο γειτόνισσές της, στην Ελένη Μουστοπούλου και την Ειρήνη Κλημτσά λίγο ζυμάρι για να φτιάσουν τηγανόψωμα και ψωμί, μιας και η ίδια είχε δουλειές και θα της χαλούσε. Ώρες αργότερα 7 άτομα οδηγήθηκαν στο νοσοκομείο με βαριά συμπτώματα τροφικής δηλητηρίασης.
Σύμφωνα με τις έρευνες της αστυνομίας, μέσα στο ζυμάρι από το οποίο έφτιαξαν τα τηγανόψωμα βρέθηκαν φωσφορικοί εστέρες και παραθείο, στοιχεία που υπάρχουν σε γεωργικά φάρμακα και εντομοκτόνα. Η βασική ύποπτος για το περιστατικό; Η Μαρία Σαμπανιώτη. Το κίνητρό της; Σύμφωνα με την κοινή γνώμη, η Σαμπανιώτη ήθελε να εκδικηθεί τις οικογένειες Μουστοπούλου και Κλημτσά, επειδή οι γιοι των οικογενειών δεν δέχονταν τα προξενιά της Σαμπανιώτη που ήθελε να τους παντρέψει με τις κόρες της.
Η ίδια η Σαμπανιώτη στην κατάθεσή της υποστηρίζει πως δεν το έκανε αυτή, πως δεν ήταν λάθος και πως κάποιος έβαλε το δηλητήριο στη ζύμη όταν αυτή έλειπε για να την κατηγορήσει. Σε όλες της τις καταθέσεις η Σαμπανιώτη δηλώνει αθώα, ενώ και η κόρη της στην κατάθεσή της δήλωσε πως δεν ήθελε η ίδια το προξενιό.
Η μεταφορά, λοιπόν, αυτής της ιστορίας διαφέρει αρκετά από τα πραγματικά γεγονότα. Το επεισόδιο παρουσιάζει μια γυναίκα, τη Βιργινία, η οποία έβλεπε την κόρη της να καταρρέει και να διαλύεται εξαιτίας ενός διαλυμένου αρραβώνα, και ταυτόχρονα τους παραλίγο συμπέθερους να αδιαφορούν για την κόρη της και να προσπαθούν να παντρέψουν τον γιο τους με μια πιο οικονομικά ευκατάστατη κοπέλα.
Το ποτήρι όμως ξεχείλισε, όταν η κόρη της Βιργινίας έκανε απόπειρα αυτοκτονίας. Τότε είναι που θόλωσε και προσέφερε η ίδια ένα πιάτο με σκαλτσούνια – που ήταν η σπεσιαλιτέ της – στους γείτονες την ημέρα των αρραβώνων. Τα θανατηφόρα αυτά σκαλτσούνια τους σκότωσαν όλους και η ίδια η Βιργινία ουδεμία στιγμή δεν αρνήθηκε την πράξη της. Αντίθετα, δε μετανιώνει γι’ αυτό που έκανε γιατί τους άξιζε.
ΕΚΠΤΩΤΟΣ – Υπόθεση Βασίλη Ξανθόπουλου
Πρόκειται για ένα πολύ δυνατό επεισόδιο που εξερευνά μια πολύ περίεργη υπόθεση δολοφονίας, της οποία τα πραγματικά κίνητρα δε γνωρίζουμε ακόμα και σήμερα. Η υπόθεση συνδέεται με το όνομα του Βασίλη Ξανθόπουλου, ο οποίος ωστόσο δεν αφορά καθόλου την υπόθεση του συγκεκριμένου επεισοδίου.
Ο Βασίλης Ξανθόπουλος ήταν Έλληνας φυσικομαθηματικός και μάλιστα ένας από τους κορυφαίους ειδικούς της Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας. Η δολοφονία του έγινε στις 27 Νοεμβρίου του 1990, την ώρα που δίδασκε ένα μάθημα για ηλεκτρονικούς υπολογιστές στο Πανεπιστήμιο Κρήτης. Μαζί δολοφονήθηκε και ο Στέφανος Πνευματικός, καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης. Υπεύθυνος της δολοφονίας ήταν ο Γιώργος Πετροδασκαλάκης, ο οποίος ήταν μεταπτυχιακός φοιτητής στο πανεπιστήμιο. Ο φοιτητής εμφανίστηκε στην αίθουσα όπου δίδασκε ο Ξανθόπουλος και σκότωσε τους δύο καθηγητές. Ο Πετροδασκαλάκης δεν συνελήφθη ποτέ . 7 μήνες μετά βρέθηκε κρεμασμένος από ένα δέντρο, 500 μέτρα από ένα εκκλησάκι, στα όρια των νομών Ηρακλείου-Λασιθίου.
Το επεισόδιο της 10ης Εντολής καλείται να γεμίσει τα κενά της υπόθεσης και συγκεκριμένα το λόγο του δολοφονικού επεισοδίου. Γι’ αυτόν το λόγο, πρωταγωνιστής της ιστορίας δε γίνεται ο καθηγητής αλλά ο φοιτητής. Ο Γιώργος Καραμίχος γίνεται ο Κωστής, ο οποίος ενώ έχει δουλέψει σκληρά για να τελειώσει το μεταπτυχιακό του βλέπει τη δουλειά του να γίνεται καπνός, καθώς συνειδητοποιεί πως κάποιος άλλος έχει εκδώσει το μεταπτυχιακό του πριν απ’ αυτόν. Αυτό τον κάνει έξαλλο και τον στρέφει εναντίον όλων, γιατί πιστεύει πως όλοι θέλουν το κακό του.
Το κερασάκι στην τούρτα είναι το γεγονός ότι ο καθηγητής, τον οποίο εμπιστευόταν για το μεταπτυχιακό του, τα είχε φτιάξει με την κοπέλα που τα είχε αυτός στο παρελθόν – και η οποία τελικά του είχε κλέψει την εργασία! Όλα αυτά βλέπουμε πως τελικά τον οδήγησαν στο να πάρει το νόμο στα χέρια του και να τους σκοτώσει εν ψυχρώ μέσα στην πανεπιστημιακή αίθουσα, μαζί με τον καθηγητή που έκανε τη διάλεξη. Το τέλος τους βρίσκει και τους δύο – και τον Κωστή αλλά και τον Πετροδασκαλάκη – να αυτοκτονούν.
ΣΕ ΠΡΩΤΟ ΒΑΘΜΟ – Υπόθεση Μανώλη Δουρή
Κι εδώ έχουμε μια υπόθεση η οποία σόκαρε την ελληνική κοινή γνώμη το 1993. Η υπόθεση αφορά τον Μανώλη Δουρή, ο οποίος καταδικάστηκε για τον βιασμό και δολοφονία του 6χρονου γιου του. Η τηλεοπτική μεταφορά, για λόγους ευνόητους άλλαξε κατά πολύ την υπόθεση καταφέρνοντας ωστόσο να μας κάνει να νιώσουμε κάτι παρεμφερές.
Στην πραγματική υπόθεση του Μανώλη Δουρή βλέπουμε έναν άντρα οικογενειάρχη, ο οποίος ζει μαζί με τη γυναίκα του και τα 7 παιδιά τους στην Ερμιόνη. Ξαφνικά, στις 31 Δεκέμβρη 1993, εξαφανίζεται ο 6χρονος γιος τους. Η αστυνομία κινητοποιείται για να τον βρει και τελικά τον βρίσκει ο Δουρής, μαζί με έναν εκ των γιων του κρυμμένο στο μαντρότοιχο μιας αλάνας εκεί κοντά. Αρχικά ο Δουρής φαινόταν ως ο δυστυχισμένος πατέρας που έχασε το γιο του, σταδιακά όμως αποκαλύφθηκε η αλήθεια.
Ο ίδιος ομολόγησε για το έγκλημά του και επισήμανε πως τον κυριεύει μια ασθένεια που τον μεταμορφώνει και τον κάνει να μη βλέπει μπροστά του. Παρόλα αυτά, αργότερα αρνιόταν πως τα ομολόγησε και αρνήθηκε την ενοχή του, κατηγορώντας την γυναίκα του και τον εραστή της. Όπως και να ‘χε, η κοινή γνώμη τον χαρακτήριζε ως «ανθρωπόμορφο τέρας» και «κτήνος» ενώ ο ίδιος μετά τη φυλάκισή του έπειτα από χρόνια κακοποίησης στη φυλακή αυτοκτόνησε.
Η ιστορία του επεισοδίου αλλάζει αισθητά καθώς έχουμε έναν πατέρα, τον Κυριάκο, ο οποίος όσο αυταρχικός και απότομος είναι με τη γυναίκα του και το γιο του τόσο τρυφερός και προστατευτικός είναι με την κόρη του, τη Μαρίνα. Μην μπορώντας να ελέγξει αυτή του την τάση αρχίζει να κρατάει την κόρη του στο σπίτι, αφού πρώτα όμως έχει ήδη απομακρύνει και το γιο του και τη γυναίκα του. Βιάζει την κόρη του και η ίδια, μην μπορώντας να μιλήσει γι’ αυτό, προσπαθεί να το σκάσει.
Μένει έγκυος από τον πατέρα της και τελικά ο γιος του τον πυροβολεί και καταλήγει να φυλακιστεί για το θάνατο του πατέρα του. Παρόλο που είναι αισθητά διαφορετική, καταφέρνει να μας κάνει να μισήσουμε τον χαρακτήρα του Δουρή, ενώ παράλληλα δεν παρουσιάζει τις σκληρές εικόνες ενός πατέρα να βιάζει τον 6χρονο γιο του και να τον σκοτώνει με ασφυξία. Ο πραγματικός θάνατος του 6χρονου παιδιού γίνεται πνευματικός θάνατος της κόρης και η αυτοκτονία στη φυλακή γίνεται δολοφονία από τον ίδιο του το γιο.
ΤΟ ΔΩΡΟ – Υπόθεση Άλεξ
Η τελευταία και πιο επίκαιρη υπόθεση προέρχεται από τα καινούρια επεισόδια της 10ης Εντολής, που ξεκίνησαν να μεταδίδονται πέρσι το χειμώνα. Η υπόθεση αφορά την εξαφάνιση και δολοφονία του Άλεξ Μεσχισβίλι. Πρόκειται για μια υπόθεση που ακόμα και σήμερα θεωρείται ανοιχτή, καθώς το πτώμα του Άλεξ δεν έχει βρεθεί. Αντίθετα, το επεισόδιο της σειράς είναι ένας καλός τρόπος ώστε να δοθεί ένα κλείσιμο της υπόθεσης, μιας και παρακολουθούμε τη μάνα να μονολογεί στο πτώμα του νεκρού παιδιού της λίγο πριν του χαρίσει το δώρο της.
Η πραγματική υπόθεση του Άλεξ μάς πάει στη Βέροια, όπου μια «σκληρή» παρέα ομολογεί για τη δολοφονία του παιδιού. Λίγο καιρό μετά, όμως, όλοι κατέθεσαν πως δεν είχαν καμία ανάμειξη με τη δολοφονία και την εξαφάνιση. Όλοι εκτός από έναν, ο οποίος κατέθεσε πως μετά από έναν καβγά ο Άλεξ βρέθηκε νεκρός και πανικόβλητοι τον άφησαν σε ένα ακατοίκητο σπίτι. Από εκεί τον πήραν 2 μέρες μετά, τον έβαλαν σε ένα καροτσάκι και τον πέταξαν στο ποτάμι. Αυτή την υπόθεση προσπάθησαν να συγκαλύψουν και οι γονείς των παιδιών, οι οποίοι λέγεται πως βοήθησαν στο να εξαφανίσουν το πτώμα.
Το επεισόδιο, από την άλλη, παρουσιάζει μια αλλοδαπή μάνα από την Ουκρανία, την Αλίνα, η οποία ζει με την κόρη της, τη Μίνα. Όταν ανακοινώνεται πως η Μίνα θα γίνει σημαιοφόρος, όλοι οι συμμαθητές της γυρνάνε την πλάτη και η κλειστή κοινωνία του σχολείου δεν κάνει τίποτα για να σταματήσει αυτή την κακοποίηση του παιδιού. Τα πράγματα όμως χειροτερεύουν, όταν η Μίνα εξαφανίζεται και κανείς δεν ξέρει πού έχει πάει.
Τελικά η εξιχνίαση του εγκλήματος γίνεται από την Αλίνα, η οποία είδε μια φίλη της Μίνας να φοράει τα παπούτσια που της είχε πάρει η ίδια στα γενέθλιά της. Το επεισόδιο ουσιαστικά προσπαθεί να κλείσει μια ιστορία που παραμένει ακόμα και σήμερα ανοιχτή μέσα από την τιμωρία των ενόχων, αλλά και την απόδειξη πως τελικά η δικαιοσύνη δεν είναι τυφλή. Ποια είναι όμως τελικά η αλήθεια; Μπορούμε να την ξέρουμε ή απλώς θα πρέπει να εικάζουμε τι μπορεί να συνέβη;
Τι μπορεί λοιπόν να πει κανείς γι’ αυτές τις 5 υποθέσεις και τις εναλλαγές τους, ώστε να χωρέσουν στο τηλεοπτικό format των 40 λεπτών;
Από τη μία έχουμε την ιστορία ενός κατά συρροή δολοφόνου που έστω και την τελευταία στιγμή ζητάει να αυτοκτονήσει, μην αντέχοντας τις τύψεις τη στιγμή που στην πραγματικότητα έχουμε έναν φυλακισμένο αυτόχειρα. Από την άλλη έχουμε μια μάνα που δεν μετανιώνει ούτε μια στιγμή για τις πράξεις της να έρχεται αντιμέτωπη με την πραγματική ιστορία μιας γυναίκας, που ακόμα και μετά την αποφυλάκισή της συνεχίζει να δηλώνει αθώα. Στη συνέχεια βλέπουμε μια ιστορία που μας εξηγεί πως τελικά οι άνθρωποι δεν είναι ποτέ αυτό που βλέπουμε, αλλά ουσιαστικά αυτό που δεν βλέπουμε.
Μπορεί ο δολοφόνος να ήταν ένας αδικημένος φοιτητής και το θύμα να ήταν κάποιος που εκμεταλλεύεται τους κόπους των άλλων και καρπώνεται τις επιτυχίες του. Μια άλλη ιστορία μας φέρνει αντιμέτωπους με μια αλήθεια που κανείς δεν θέλει να ξέρει και που ίσως να μην μπορεί και να αντέξει. Γι’ αυτό παρουσιάζεται με τέτοιον τρόπο που να δίνει παρόμοια νοήματα αλλά με λιγότερο σοκαριστικές εικόνες. Και, τέλος, μπορεί μια ιστορία να αποτελεί έναν επίλογο σε ένα θέμα το οποίο αποτελεί ακόμα ανοιχτή πληγή και που ίσως να προσπαθεί να το επουλώσει με έμμεσο τρόπο.Στην τελική, αυτό που έχει σημασία είναι να μην παρακολουθούμε τα γεγονότα, αλλά αντίθετα να ερχόμαστε αντιμέτωποι με αυτά και να προσπαθούμε για κάτι καλύτερο.
0 comments
Δημοσίευση σχολίου