Σε ένα μουσείο του Τορίνο, ερευνητές ανακάλυψαν, μία αιγυπτιακή μούμια τεχνητά ταριχευμένη με μία μέθοδο πολύ πιο αρχαία – μια χιλιετία περίπου – από ό,τι πίστευαν μέχρι σήμερα, αναφέρει σε ένα εκτενές δημοσίευμά του το γαλλικό πρακτορείο.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι πίστευαν στην ανάσταση και την αιώνια ζωή. Για να έχουν πρόσβαση σε αυτά, τα σώματα έπρεπε να ταριχεύονται πριν μπουν στους τάφους μαζί με όλα όσα θα χρειαστούν στη συνέχεια: αγαπημένα αντικείμενα, ζώα κ.α.
Στην αρχή τα σώματα των νεκρών διατηρούνταν με φυσική αποξήρανση χάρη στη ζεστή και ξηρή άμμο της ερήμου. Στη συνέχεια εμφανίσθηκαν οι ταριχευτές, η δράση των οποίων εικάζεται ότι ξεκίνησε από το 2.400 π.Χ.
Η μούμια όμως που εκτίθεται στο Αιγυπτιακό μουσείο του Τορίνο με τον κωδικό «Turin S. 293» και χρονολογείται από το 3700-3500 π.Χ., φέρνει τα πάνω κάτω στα όσα γνωρίζαμε μέχρι σήμερα.
Ο εκλιπών, που βρίσκεται σε εμβρυϊκή στάση, εκτίθεται πάνω σε άμμο περιβαλλόμενος από αντικείμενα όπως ένα υφασμάτινο καλάθι μέσα στο οποίο βρίσκονται κλωστές, ένα ζευγάρι σανδάλια από φυτικές ίνες, μία τσάντα από δέρμα στρουθοκαμήλου και βέλη.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, περίπου 20 μόνο αιγυπτιακές μούμιες βρίσκονται σε διάφορα μουσεία του κόσμου, η πλειονότητα των οποίων φέρει σημάδια συντήρησης από τους προμηθευτές ή τους ειδικούς των μουσείων. Ευτυχώς όμως η συγκεκριμένη μούμια… διέφυγε αυτής της διαδικασίας «γεγονός που παρέχει μία μοναδική ευκαιρία για ανάλυση», εκτιμούν οι ερευνητές.
Χρησιμοποιώντας χημεία, γενετική και χρονολόγηση με τη μέθοδο άνθρακα, ερευνητές από πανεπιστήμια της Βρετανίας, της Αυστραλίας και της Ιταλίας κατάφεραν να αποδείξουν ότι η μούμια περιείχε «αδιαφιλονίκητα επιστημονικά στοιχεία για την τεχνική της ταρίχευσης».
Μια συνταγή ουσιαστικά παρόμοια «με τα συστατικά και τις αναλογίες» που χρησιμοποιούσαν στην προϊστορία. Αυτό καταδεικνύει ότι οι αρχαίοι Αιγύπτιοι κατείχαν την τεχνική της ταρίχευσης περίπου μία χιλιετία πριν, από ό,τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα.
Και δεν είναι μόνο αυτό: «αυτή η συνταγή περιείχε αντιβακτηριακές ουσίες σε αναλογίες παρόμοιες με αυτές που χρησιμοποιούνταν από ταριχευτές στο απόγειο της ταρίχευσης των Φαραώ, περίπου 2.500 χρόνια αργότερα», σύμφωνα με τα αποτελέσματα των ερευνητών. Η ρητίνη των κωνοφόρων, για παράδειγμα, έχει αντιβακτηριακές και συντηρητικές ιδιότητες.
Το Μουσείο του Τορίνο έχει πολύ λίγες πληροφορίες σχετικά με το πως ανακαλύφθηκε η υπέροχη αυτή μούμια. Σύμφωνα με τον κατάλογο του μουσείου, ο Ερνέστο Σκιαπαρέλι, ένας Ιταλός αρχαιολόγος που αφιέρωσε τη ζωή του στην αρχαία Αίγυπτο, την αγόρασε από έναν ανώνυμο έμπορο στις αρχές του 20ου αιώνα.
Η ανάλυσή της επιβεβαιώνει μια άλλη μελέτη, που δημοσιεύθηκε το 2014, η οποία ανέφερε την ανακάλυψη λίπους, ρητίνης και ελαίων στα σάβανα που χρονολογούνται από το 4.500 έως το 3.350 π.Χ.
0 comments
Δημοσίευση σχολίου