Είναι μικρά, άσχημα, κοκαλιάρικα πλασματάκια, εμφανίζονται τις ημέρες των Χριστουγέννων και μοναδικός σκοπός τους είναι για δώδεκα ημέρες να κάνουν τη ζωή των ανθρώπων… κόλαση.
Όταν ο ΤΙΜΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΣ μπει στην ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ τελειώνουν όλα και ξεκινούν όλα.
Νεραϊδόσπηλιο Αστρακών Κρήτης: οι νεράιδες του φαραγγιού!
ΧΡΥΣΟ ΚΑΙ ΑΣΗΜΙ ΚΡΥΒΕΤΑΙ ΣΤΑ ΘΕΜΕΛΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΣΟΦΙΑΣ
Τους συναντάμε με πολλά ονόματα: καλιβρούσηδες, καλακάντζουρα, λυκοκάντζαροι, κακανθρωπίσματα, παγανά, σκαρκατζούλια ή καρκατζούλια και εξαποδώ.
Είναι μικρά, άσχημα, κοκαλιάρικα πλασματάκια, εμφανίζονται τις ημέρες των Χριστουγέννων και μοναδικός σκοπός τους είναι για δώδεκα ημέρες να κάνουν τη ζωή των ανθρώπων… κόλαση. Ο λόγος για τα μικρά καλικαντζαράκια.
Η ονομασία τους προέρχεται από το επίθετο «καλός» και το «κάνθαρος». Σύμφωνα με τους παλιούς μύθους, κάθε νύχτα από τις 25 Δεκεμβρίου μέχρι τις 5 Ιανουαρίου οι καλικάντζαροι έχουν την τιμητική τους.
Η παρουσία τους στη Γη διαρκεί δώδεκα ημέρες. Την παραμονή, λοιπόν, των Χριστουγέννων ξεκινούν τα μικροκαμωμένα καλικαντζαράκια για το μεγάλο ταξίδι τους πάνω στη Γη. Ο μύθος θέλει τους καλικάντζαρους να ζηλεύουν τον επάνω κόσμο τόσο πολύ που να προσπαθούν να τον γκρεμίσουν. Οταν έφτανε το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, έφευγαν και ανέβαιναν στον επάνω κόσμο για να τυραννήσουν τους ανθρώπους που θα έβρισκαν μπροστά τους. Είναι χιλιάδες και ξετρυπώνουν στην επιφάνεια της Γης από τις μυριάδες τρύπες που βρίσκονται πάνω στον στερεό φλοιό της.
Βγαίνουν μέσα από τα φαράγγια και τα πηγάδια, από τις σπηλιές και τις καταβόθρες, τις καταπακτές και τα πιο μικρά, από τις μυρμηγκιές και διάφορες άλλες μικροσκοπικές τρύπες της!
Φοβούνται πολύ το φως και γι\ αυτό την ημέρα κρύβονται. Βγαίνουν, όμως, από τις κρυψώνες τους τη νύχτα και πειράζουν τους ανθρώπους. Μικρά και ευκίνητα, καθώς είναι, μπαίνουν στα σπίτια απ\ όπου βρουν. Από τις καμινάδες, τις κλειδαρότρυπες, τις χαραμάδες των πορτών και των παραθύρων.
Τους αρέσει να πλατσουρίζουν μέσα στα δοχεία που έχουν οι νοικοκυρές το λάδι, στα τηγάνια, στα πιάτα, στους λύχνους που παλαιότερα χρησιμοποιούσαν για τον φωτισμό στα χωριά. Λερώνουν τα φαγητά με τα ακάθαρτα νύχια τους και αφήνουν τις ακαθαρσίες τους όπου βρουν. Μπορεί να μην κλέβουν τίποτε, αλλά αναστατώνουν τόσο πολύ το σπίτι, που το κάνουν αγνώριστο.
Ετσι, λοιπόν, οι καλικάντζαροι γυρίζουν στους δρόμους , ανεβαίνουν στα κεραμίδια και καμιά φορά μπαίνουν από την καμινάδα του τζακιού σε σπίτια που οι νοικοκυρές είχαν ξεχάσει να θυμιατίσουν. Γι’ αυτό, για καλό και για κακό, οι νοικοκυρές εκείνες τις ημέρες καίνε λιβάνι σε θυμιατό κοντά στο τζάκι. Τα γνωστά παραμυθένια καλικαντζαράκια, παίζουν σπουδαίο ρόλο και επηρεάζουν σημαντικά τις συνήθειες και τα έθιμα των χριστουγεννιάτικων ημερών.
Οι δαίμονες-Καλλικάντζαροι ταυτίζονται με τις δαιμονικές Κήρες των αρχαίων. Είναι «μαύροι, άσχημοι, με κόκκινα μάτια και τριχωτό σώμα».
Στην Κύπρο ονομάζονται Πλανήταροι. Εκεί τους κάνουν ξεροτήγανα για να τους καλοπιάσουν.
Αρχηγός τους είναι ο Μαντρακούκος, που είναι κουτσός κι άγριος και ο πιο επικίνδυνος απ' όλη την ομάδα.
Ακολουθεί ο Μαγάρας, με την τεράστια κοιλιά του, ο οποίος μαγαρίζει όλα τα φαγητά και τα γλυκά. Επίσης έρχεται ο Κωλοβελόνης, που είναι αδύνατος και σουβλερός σα μακαρόνι και περνά από κλειδαρότρυπες και χαραμάδες.
Άλλος είναι ο Κοψαχείλης με τεράστια κοφτερά δόντια, που κρέμονται από το στόμα του. Κανένας δεν μοιάζει με τον άλλο και έχει ο καθένας το κουσούρι του.
Κατά διάφορες ελληνικές παραδόσεις οι καλικάντζαροι ήταν άνθρωποι με κακιά μοίρα μεταμορφωμένοι σε δαιμόνια, γίνονται δε καλικάντζαροι αυτοί που έχουν γεννηθεί μέσα στο Δωδεκαήμερο εκτός και αν βαπτισθούν αμέσως, ή εκείνοι στους οποίους ο ιερέας δεν ανέγνωσε σωστά τις ευχές του βαπτίσματος, τα τερατώδη βρέφη, ή κατά τους Σιφναίους όσοι πέθαναν στο Δωδεκαήμερο (25 Δεκεμβρίου - 6 Ιανουαρίου) ή αυτοκτόνησαν.
Καθένας από τους καλικάντζαρους έχει κι από ένα κουσούρι. Κουτσοί, στραβοί, με ένα μάτι, μονοπόδαροι, στραβοπόδαροι, ξεπλατισμένοι. Μεταξύ τους είναι διχόγνωμοι, και δεν μπορούν να κάνουν μέχρι το τέλος καμιά δουλειά κι όλα τα αφήνουν στη μέση, γι' αυτό δεν μπορούν να κάνουν κακό και στους ανθρώπους, αν και έχουν μεγάλη επιθυμία. Οι καλικάντζαροι από ότι λέγεται είναι μαυριδεροί, με κόκκινα μάτια, τραγίσια πόδια, χέρια σαν της μαϊμούς και τριχωτό όλο τους το σώμα.
Παλιά οι γιαγιάδες έκαιγαν στα τζάκια παλιοτσάρουχα. Η άσχημη μυρωδιά τους έκανε τους καλικάντζαρους να φεύγουν. Για να εξευμενίσουν οι άνθρωποι τα πειρακτικά αυτά πλάσματα, άφηναν γλυκά σ' ένα σημείο του σπιτιού ή προσπαθούσαν να τα κάνουν ακίνδυνα, με διάφορους τρόπους. Τοποθετούσαν ένα κόσκινο μπροστά από την πόρτα του σπιτιού, ώστε μέχρι να μετρήσει ο καλικάντζαρος από περιέργεια τις τρύπες, να λαλήσει ο πετεινός, οπότε αυτοί έτρεχαν να εξαφανιστούν.
Το αποτελεσματικότερο μέσο για να κρατηθούν μακριά οι καλικάντζαροι και κάθε άλλο δαιμόνιο θεωρήθηκε η φωτιά. Γι' αυτό και όλο το Δωδεκαήμερο έμενε συνεχώς το τζάκι αναμμένο και μάλιστα με ξύλα αγκαθωτά για να έχει η φωτιά μεγαλύτερη δύναμη.
Λένε πως μερικοί από τους καλικάντζαρους έχουν στη ράχη τους από φυσικού τους μια κούνια αγκαθερή και σε αυτήν βάζουν όσα παιδιά αρπάζουν και τα κουνούν για να ματώνουν τα παιδιά απ' τ 'αγκάθια και να πίνουν αυτοί το αίμα. Συνήθως δεν αφήνουν μαλλί πάνω στη ρόκα οι νοικοκυρές αυτές τις μέρες, γιατί οι κατουρλήδες, έρχονται και προσπαθούν να γνέσουν κι αυτοί, το στρίβουν το πετάνε, το μπερδεύουν κι έτσι το μαλλί είναι για πέταμα.
0 comments
Δημοσίευση σχολίου