11η ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2001 Το Συνωμοτικό Παρασκήνιο της «Μέρας που Άλλαξε τον Κόσμο»
Ήταν το «Τρομοκρατικό Περλ Χάρμπορ» της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 Ένα «Εσωτερικό Πραξικόπημα» των ΗΠΑ;
”Οι ιστορικοί τον μέλλοντος θα διαπιστώσουν ότι ανάμεσα στο Νοέμβριο τον 2001 και το Φεβρουάριο του 2002, η δημοκρατία (έτσι όπως την οραματίστηκαν οι συντάκτες της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας και του Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών) απεβίωσε. Καθώς η δημοκρατία εξέπνεε, το φασιστικό και θεοκρατικό αμερικανικό κράτος γεννιόταν.” Τζον Στάντον & Γουΐνι Μάντσεν, The Emergence of the Fascist American Theocratic State, 2002
“Η μυστική κυβέρνηση επιβάλλεται στην ανοικτή κυβέρνηση;” Γερουσιαστές Τζον Μακ Κέην, Γιόσεφ Λίμπερμαν, Πόρτερ Γκος, Ρίτσαρντ Σέλμπι και Ρον Πολ
”Στις 11 Σεπτεμβρίου 2001, στη ζωντανή εκπομπή Έκτακτη Επικαιρότητα της ΕΤ3 που άρχισε να μεταδίδεται στις 8.30 μ.μ. (περίπου 4 ώρες μετά το τρομoκρατικό κτύπημα στις ΗΠΑ), διατύπωσα την άποψη ότι επρόκειτο για μια προσχεδιασμένη ενέργεια στο πλαίσιο μιας απόπειρας πραξικοπήματος ακροδεξιών κύκλων της αμερικανικής ελίτ που αποσκοπούσε στην πλήρη αναθεώρηση της αμερικανικής εσωτερικής πολιτικής, με στόχο τον έλεγχο του πληθυσμού και της εξωτερικής πολιτικής, με στόχο την επιβολή της Αμερικανικής αυτοκρατορίας και δύο μέρες μετά επαναδιατύπωσα αυτή την ερμηνεία σε άρθρο μου που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Μακεδονία (13.9.2001) με τον τίτλο Η Εποχή του Αδιανόητου: 11 Σεπτεμβρίου 2001. Η άποψη αυτή άρχισε να ενισχύεται από την επομένη του τρομοκρατικού κτυπήματος και, έκτοτε, επιβεβαιώνεται διαρκώς από τα νέα στοιχεία που έρχονται στο φως της δημοσιότητας, κυρίως στο διαδίκτυο” Κλεάνθης Γρίβας
Ένα Μοντέλο από το Παρελθόν
Στις 13 Μαρτίου 1962, ο ακροδεξιός στρατηγός Lemniger, αρχηγός του μεικτού γενικού επιτελείου των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ συνεπικουρούμενος από τον υπαρχηγό και ομοϊδεάτη του στρατηγό Γουόκερ, προτείνει στον πρόεδρο Κένεντι και στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας (NSA) την εφαρμογή ενός πρωτοφανούς σχεδίου με την κωδική ονομασία Operation Northwoods, προκειμένου να δικαιολογηθεί μια στρατιωτική εισβολή στην Κούβα και να διασφαλιστεί η μαζική υποστήριξη της αμερικανικής κοινής γνώμης σ’ αυτήν. Το σχέδιο προβλέπει την κατάρριψη αεροπλάνου της πολιτικής αεροπορίας από πολεμικό αεροπλάνο βαμμένο με τα χρώματα της Κούβας, βύθιση πλοίου με απόδοση της ευθύνης στην Κούβα, δολοφονίες προσωπικοτήτων (μεταξύ των οποίων και ο αστροναύτης Τζον Γκλεν) και τρομοκρατικές ενέργειες σε βάρος του πληθυσμού για τις οποίες θα ενοχοποιούταν εντέχνως η Κούβα.
Ο Τζον Κένεντι, ο υπουργός δικαιοσύνης Ρόμπερτ Κένεντι, ο υπουργός άμυνας Μακ Ναμάρα και οι επιτελείς του απορρίπτουν το σχέδιο και ο Λέμνιτζερ ζητάει να καταστραφούν τα αντίγραφα του σχεδίου που είχε εγχειρήσει στα μέλη του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας (πράγμα που γίνεται απ’ όλους, με εξαίρεση τον Μακ Ναμάρα, που φρόντισε να περισώσει το δικό του αντίγραφο). Ο Λέμνιτζερ απομακρύνεται από τις ΗΠΑ με τον διορισμό του στη θέση του αρχηγού των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων στην Ευρώπη (τοποθέτηση που σηματοδοτεί την έναρξη της εφαρμογής της «στρατηγικής της έντασης» στην ευρωπαϊκή ήπειρο) και ο στρατηγός Γουόκερ αποπέμπεται από το στράτευμα και του απαγγέλλεται κατηγορία για συνωμοσία κατά της κυβέρνησης.
Τριάντα έξι χρόνια αργότερα, το 1999, τα προσωπικά αρχεία του Μακ Ναμάρα αποχαρακτηρίζονται και δίνονται στη δημοσιότητα. Ανάμεσα στα άλλα έγγραφα περιλαμβάνεται και το αντίγραφο της πρότασης για την Operation Northwoods, σκιαγράφηση μιας βρόμικης επιχείρησης αντίστοιχης μ’ αυτήν που εκδηλώθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 2001 ως επισφράγισμα του θανάτου της αστικής δημοκρατίας και της γέννησης του φασιστικού και θεοκρατικού αμερικανικού κράτους.
Από τον Διπολισμό στη Μονοκρατορία
Η κρατική διαχείριση του τρόμου και της αυταπάτης είναι το λυμένο αίνιγμα της διαλεκτικής της εξουσίας και της τρομοκρατίας. Με βάση τα στοιχεία που αποκαλύπτονται διαρκώς κατά τη μεταπολεμική περίοδο, αποτελεί κοινοτυπία η διαπίστωση ότι τόσο η κρατική και η δήθεν αντικρατική όσο και η μητροπολιτική και η περιφερειακή τρομοκρατία αναπτύσσονται σε ομόκεντρους κύκλους που τέμνουν ο ένας τον άλλον και κατατείνουν στην εξυπηρέτηση του ίδιου πάντοτε στόχου: τη σταθεροποίηση ή τη σκλήρυνση των υφιστάμενων σχέσεων εξουσίας.
Με τις συνδυασμένες τρομοκρατικές ενέργειες στην καρδιά της Αμερικανικής Αυτοκρατορίας στις 11 Σεπτεμβρίου 2001, η ανθρωπότητα εισήλθε στην περίοδο της καθαυτό Pax Americana και της Εποχής του Αδιανόητου, όπου τα πάντα είναι πιθανά, δυνατά και αναμενόμενα. Άνοιξε ένα εντελώς νέο, από ποιοτική άποψη, κεφάλαιο της σύγχρονης Ιστορίας, στο οποίο η διεθνής πολιτική σκηνή θα διαμορφώνεται με βάση τον σιδερένιο κανόνα «όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας» και η κυριαρχία θα επιβάλλεται απροσχημάτιστα και κυνικά.
Ανάμεσα στην ανατροπή του διπολικού κόσμου (1989-1991) και στην επιβολή της αδιαμφισβήτητης πλανητικής κυριαρχίας των ΗΠΑ (από το 2001 και μετά), οι ΗΠΑ διήνυσαν ένα, αναγκαίο, μεταβατικό στάδιο (1991-2001), στη διάρκεια του οποίου έπρεπε να καλύψουν το κενό κυριαρχίας που δημιουργήθηκε από αυτή την ανατροπή.
Σ’ αυτό το μεταβατικό στάδιο, οι ΗΠΑ ήταν υποχρεωμένες να πορευτούν σε συνεννόηση και συνεργασία με τους εταίρους τους (κυρίως τους Ευρωπαίους), γιατί μόνο αυτό παρείχε μια επίφαση νομιμότητας στο εγχείρημά τους και, συγχρόνως, έθετε στη διάθεσή τους έτοιμους μηχανισμούς διείσδυσης και επιρροής στις νεο-αποκτημένες ζώνες επιρροής. Αυτές οι προϋποθέσεις ήταν απολύτως αναγκαίες για την άσκηση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που, εντελώς ξαφνικά, βρέθηκε υποχρεωμένη να καλύψει τέσσερις νέες ανάγκες, οι οποίες αφορούσαν:
α) Την επέκταση της κυριαρχίας των ΗΠΑ σε περιοχές που έως τότε βρισκόταν στη ζώνη επιρροής των Σοβιετικών.
β) Τη ριζική αναπροσαρμογή της πολιτικής τους με τις χώρες που έως τότε εξισορροπούσαν ανάμεσα στα δύο μπλοκ.
γ) Την πλήρη αναθεώρηση των σχέσεών τους με τις, ελάχιστες, χώρες που εξακολουθούν να παραμένουν έξω από την άμεση επιρροή τους.
δ) Την εκ βάθρων αναδιάταξη των σχέσεών τους με τους εταίρους τους, οι οποίοι (εξαιτίας του διπολισμού) έπαιζαν έως τότε στις διεθνείς υποθέσεις, έναν ρόλο που ήταν εμφανώς δυσανάλογος με την αντικειμενική τους κατάσταση και τις πραγματικές τους δυνατότητες.
Με την εκπνοή αυτής της μεταβατικής περιόδου, οι ΗΠΑ ήταν σε θέση να αποποιηθούν το βάρος της συνδιαλλαγής με τους Ευρωπαίους εταίρους τους, στον επικαθορισμό των επιμέρους στοιχείων της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και να διαμορφώσουν ένα πλέγμα σχέσεων στο οποίο ο ρόλος των «εταίρων» των Ηνωμένων Πολιτειών θα ήταν εναρμονισμένος με το πραγματικό βάρος τους στη διεθνή πολιτική σκηνή. Αυτό σημαίνει πως, μετά την ολοκλήρωση της μεταβατικής φάσης, υποβαθμίζεται δραματικά η σημασία της Ευρώπης στη διεθνή σκακιέρα (που έως τότε ήταν αναβαθμισμένη λόγω του διπολισμού) και οι Ευρωπαίοι «εταίροι» μετατρέπονται σε «εταίρες» της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, στο πλαίσιο της καθαρότερης έκφανσης των σχέσεων κυριαρχίας που γνώρισε ποτέ ο κόσμος, της Pax Americana.
11.09.2001: Τρομοκρατικό «Περλ Χάρμπορ» ή Εσωτερικό Πραξικόπημα;Στις 11 Σεπτεμβρίου 2001, η μοναδική υπερδύναμη στον πλανήτη υπέστη το βαρύτερο πλήγμα στην ιστορία της, σε δύο κρίσιμα σημεία: Στη Νέα Υόρκη, κέντρο της οικονομικής δύναμης της Αμερικανικής Αυτοκρατορίας, όπου οι δύο δίδυμοι ουρανοξύστες του Διεθνούς Κέντρου Εμπορίου κατέρρευσαν σαν χάρτινοι πύργοι, μετά το τρομοκρατικό εγχείρημα. Και στο Πεντάγωνο, επιτελικό κέντρο της μεγαλύτερης στρατιωτικής μηχανής στην Ιστορία της ανθρωπότητας, το οποίο δέχτηκε μια επίθεση που δεν θα μπορούσε να συλληφθεί ούτε από την πλέον τολμηρή φαντασία.
Με δεδομένη την οργή για τους θύτες και την οδύνη για τα θύματα της παρανοϊκής βίας (οδύνη που αφορά, εξίσου, όλα τα θύματα της κρατικής ή «αντικρατικής» τρομοκρατίας σε όλο τον κόσμο), θα επιχειρήσω να εκφράσω συνοπτικά την άποψή μου γι’ αυτή την αδιανόητη τριπλή τρομοκρατική επίθεση στο αμερικανικό έδαφος. Κι αυτό, γιατί θεωρώ ότι η διαύγαση των διαπλεκόμενων πολιτικών και οικονομικών παιχνιδιών ή σκοπιμοτήτων που βρίσκονται πίσω από αυτή τη μαζική δολοφονία και η αποκάλυψη των εμπνευστών και των αυτουργών της αποτελούν τις βασικότερες προϋπόθεση όχι μόνο για τη –σχετική– νοηματοδότηση του θανάτου των αθώων θυμάτων, αλλά και για την υιοθέτηση μιας αποτρεπτικής στάσης απέναντι στην –χωρίς τέλος– τραγωδία που σκιαγραφείται στον πλανητικό μας ορίζοντα. Πρόκειται για μια ισχνότατη ελπίδα, που, όμως, είναι αναγκαία, ακόμα και ως ζωτικό ψέμα.
Όπως έχει συμβεί πολλές φορές στο παρελθόν, έτσι και σ’ αυτή την τρομοκρατική ενέργεια, είναι σίγουρο ότι, αρχικά, θα «ανακαλυφθεί» κάποιο ίχνος που θα εξυπονοεί την ενοχή του ισλαμικού παράγοντα, και θα κατασκευαστούν «ενδείξεις» που, αργότερα, θα αποδειχτούν «σαθρές». Εν συνεχεία, θα εντοπιστούν, όχι ίχνη, αλλά στοιχεία που θα ενοχοποιούν ορισμένες δυναμικές συνιστώσες της αμερικανικής άκρας δεξιάς και κάποια τμήματα του πολιτικού, οικονομικού και στρατιωτικού κατεστημένου και των μυστικών υπηρεσιών που διασυνδέονται μαζί τους. Μια πρώτη προσέγγιση στα γεγονότα που αφορούν αφενός το τρομοκρατικό εγχείρημα και αφετέρου την αντίδραση των διαχειριστών της εξουσίας σ’ αυτό οδηγεί σε δύο λογικές διαπιστώσεις:
1) Το τρομοκρατικό εγχείρημα ήταν υπερβολικά σύνθετο και πολύπλοκο. Και ως τέτοιο, απαιτούσε οργάνωση, ανθρώπινο δυναμικό, επιχειρησιακή διεύθυνση, λογιστική υποστήριξη, τεχνογνωσία, πληροφορίες, διασυνδέσεις και συντονισμό, που καμιά τρομοκρατική ομάδα στον πλανήτη δεν μπορεί να διαθέτει. Εύλογο, λοιπόν, το συμπέρασμα ότι ένα τέτοιο εγχείρημα μπορούσε να οργανωθεί μόνο από το εσωτερικό των ΗΠΑ και, ιδιαίτερα, από κύκλους που διαθέτουν αυτές τις δυνατότητες.
2) Τα μέτρα που πάρθηκαν αμέσως μετά την εκδήλωση του τρομοκρατικού κτυπήματος, με κανέναν τρόπο δεν αντιστοιχούν σε ένα τρομοκρατικό κτύπημα, ανεξάρτητα από το μέγεθος της ανθρώπινης τραγωδίας που προκαλείται απ’ αυτό, γιατί, απλούστατα, δεν είναι το μέγεθος της ανθρώπινης τραγωδίας που καθορίζει τον συσχετισμό δυνάμεων στη διακατοχή και διαχείριση της εξουσίας. Μεταξύ άλλων, τα μέτρα περιελάμβαναν:
*Πλήρη νέκρωση του αμερικανικού εναέριου χώρου, πράγμα που συμβαίνει για πρώτη φορά στην ιστορία των ΗΠΑ.
*Κατάσταση υψηλού συναγερμού (High Alert) όλων των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, εδάφους, αέρα, θάλασσας, σε ομοσπονδιακή κλίμακα, πράγμα που δεν έχει ξανασυμβεί από την Κρίση της Κούβας.
*Εκκένωση μεγαλουπόλεων.
*Ανάληψη αστυνομικών καθηκόντων από μονάδες του στρατού σε μεγάλη έκταση.
*Μετακίνηση του προέδρου και του αντιπροέδρου από στρατιωτική βάση σε στρατιωτική βάση (με χωριστά για τον καθέναν μέσα) και άλλα συναφή.
Το λογικό εξαγόμενο από τον συνδυασμό αυτών των δύο διαπιστώσεων οδηγεί στη βάσιμη υπόθεση εργασίας ότι πίσω απ’ αυτή την τρομοκρατική ενέργεια υπήρχε κάτι πολύ σοβαρότερο από τις επιδιώξεις και τις δυνατότητες ενός τρομοκρατικού γκρουπούσκουλου. Επιπλέον, τα μέτρα που εφαρμόστηκαν μετά το τρομοκρατικό κτύπημα ήταν πρωτοφανή και προβλέπονταν από σχέδια που εφαρμόζονται μόνο σε καταστάσεις πολέμου ή πραξικοπήματος. Και, με δεδομένη την ανυπαρξία όποιας κατάστασης πολέμου, μένει η λογική υπόθεση ότι επρόκειτο για μια απόπειρα «ανακτορικού» πραξικοπήματος (φαινόμενο σύνηθες στην ιστορική διαδρομή όλων των αυτοκρατοριών), το οποίο θα μπορούσε να αποσκοπεί αφενός στη δραστική αλλαγή του σημερινού συσχετισμού δυνάμεων στο εσωτερικό των ΗΠΑ και αφετέρου σε μια γενική και ριζική αναδιάταξη της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής σε πλανητική κλίμακα, ενόψει μιας –προβλεπτής και διαφαινόμενης– ύφεσης, η οποία είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει αντιδράσεις που θα μπορούσαν να καταστούν ανεξέλεγκτες.
Στην εύλογη ένσταση «πώς πείθεται ένας άνθρωπος να αυτοκτονήσει εάν δεν εξυπηρετεί σκοπούς για τους οποίους είναι διατεθειμένος να δώσει τη ζωή του;» η απάντηση πρέπει να αναζητηθεί στον σκοτεινό κόσμο και στον αποκρουστικό τρόπο δράσης των μυστικών υπηρεσιών. Σ’ αυτό το τρομοκρατικό εγχείρημα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν:
1) Είτε ισλαμιστές-μέλη τρομοκρατικών ομάδων, οι οποίες είχαν διαβρωθεί πλήρως από τις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες. Σ’ αυτή την περίπτωση, οι αυτουργοί καθοδηγούνταν καταλλήλως και ενεργούσαν πιστεύοντας ακράδαντα ότι επιτελούσαν το «σχέδιο του Αλλάχ», ενώ, στην πραγματικότητα, εφάρμοζαν το σχέδιο των μυστικών υπηρεσιών.
Η πρακτική αυτή αποτελεί έναν από τους πάγιους τρόπους δράσης των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών από το 1970, τουλάχιστον επισήμως, όπως συνάγεται από το περιβόητο Το Εγχειρίδιο Εκστρατείας για τις Μυστικές Υπηρεσίες που διεξάγουν Επιχειρήσεις απο-Σταθεροποίησης, το οποίο κοινοποιήθηκετον Μάρτιο 1970 στις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες [1], με τις υπογραφές των στρατηγών Westmorland [2] και Wicklam [3].
Όπως σημειώνεται στο «Εγχειρίδιο» «Είναι πιθανό οι φιλικές κυβερνήσεις να δείχνουν παθητικότητα ή αναποφασιστικότητα απέναντι στον ανατρεπτικό κομμουνισμό (σ.σ. στις σημερινές συνθήκες, διάβαζε «τρομοκρατία»), ίσως εξαιτίας κάποιας χαλάρωσης των βίαιων πράξεων… Σ’ αυτή την περίπτωση, οι στρατιωτικές μυστικές υπηρεσίες θα πρέπει να είναι σε θέση να πραγματοποιήσουν ειδικές επιχειρήσεις, ικανές να πείσουν την κυβέρνηση και την κοινή γνώμη ότι ο κίνδυνος είναι πραγματικός και υπάρχει επιτακτική ανάγκη να καταπολεμηθεί.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου, οι μυστικές υπηρεσίες επιβάλλεται να διεισδύσουν στις ανατρεπτικές οργανώσεις με ειδικούς πράκτορες που θα έχουν αποστολή να δημιουργήσουν ομάδες δράσης από τα πιο ριζοσπαστικά στοιχεία αυτών των οργανώσεων… Αυτές οι ομάδες δράσης, υπό τον έλεγχο των μυστικών υπηρεσιών, θα εξαπολύσουν κύμα βίαιων ή μη βίαιων εκδηλώσεων, αναλόγως των περιστάσεων… Αν δεν είναι εφικτή η διείσδυση αυτού του είδους, μπορεί να οδηγήσει στον επιδιωκόμενο σκοπό η χρησιμοποίηση οργανώσεων της άκρας αριστεράς» [4].
2) Είτε μουσουλμάνοι-άσχετοι με την τρομοκρατία, οι οποίοι έχουν υποβληθεί σε ειδικά προγράμματα «αναμόρφωσης της προσωπικότητας» (δηλαδή σε τεχνικές «πλύσης εγκεφάλου») δια των οποίων το υποκείμενο καθίσταται απολύτως ευπειθές στα κελεύσματα των χειριστών του, με βάση έναν συνδυασμό ψυχοφαρμακολογικών επιδράσεων και τεχνικών εξαρτημένων αντανακλαστικών. Οι πρακτικές αυτές ήταν συνήθεις για τη CIA, τουλάχιστον έως το 1976, οπότε και αποτέλεσαν αντικείμενο έρευνας από Εξεταστική Επιτροπή του αμερικανικού Κογκρέσου, η Έκθεση της οποίας είναι εξόχως αποκαλυπτική για τους εμπνευστές, τη δομή και την εφαρμογή αυτών των προγραμμάτων.
Σύμφωνα με τις καταγγελίες του John Marks, πρώην διπλωμάτη, πράκτορα της CIA και νυν καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, οι οποίες επιβεβαιώθηκαν πλήρως από την ως άνω Έκθεση για το διαβόητο πρόγραμμα MKULTRA, η CIA ελέγχει άμεσα ή έμμεσα όλα τα ερευνητικά προγράμματα που σχετίζονται με τις χημικές ή ψυχολογικές μεθόδους ελέγχου της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Επιπλέον, διαθέτει και δικά της «ερευνητικά κέντρα» όπου γίνονται πειράματα σε διανοητικά καθυστερημένους, πόρνες, τοξικομανείς, αλλοδαπούς και ποινικούς κρατούμενους που ανήκουν σε διάφορες εθνικές μειονότητες. [αναζήτησε το άρθρο Νοητικός Ελέγχος Monarch]
Εκτός απ’ αυτές τις δύο εκδοχές, υπάρχει και μια τρίτη και, κατά τη γνώμη μου, πιθανότερη εκδοχή, σύμφωνα με την οποία εφαρμόστηκε μια διαδικασία τηλεκατεύθυνσης των αεροπλάνων από το έδαφος, με βάση ένα σχέδιο που ανέπτυξε μια από τις μεγαλύτερες πολεμικές βιομηχανίες των ΗΠΑ, η Raytheon Co, για λογαριασμό του Πενταγώνου, άποψη που ενισχύεται και από το γεγονός ότι στους καταλόγους των επιβατών-θυμάτων που έδωσαν οι αεροπορικές εταιρείες American Airlines και United Airlines περιλαμβάνονται και υψηλόβαθμα στελέχη της Raytheon, που συμμετείχαν στην ανάπτυξη του εν λόγω σχεδίου.
Το Κογκρέσο Συγκαλύπτει τα Στοιχεία
Οι προσπάθειες συγκάλυψης των κενών και των αντιφάσεων της επίσημης εκδοχής για τα τρομοκρατικά κτυπήματα είναι προφανείς και διαπιστωμένες με κορυφαία ανάμεσά τους την Έκθεση της ειδικής Εξεταστικής Επιτροπής του Κογκρέσου (μιας επιτροπής που η πλειονότητα των μελών της αποτελείται από υψηλόβαθμα στελέχη της πετρελαϊκής βιομηχανίας, μεταξύ των οποίων και οι δύο συμπρόεδροί της, εκπρόσωποι των κομμάτων του αμερικανικού δικομματικού συστήματος).
Η Έκθεση, που δόθηκε στη δημοσιότητα το 2004, παραπέμπει συνειρμικά στην αντίστοιχη διαβόητη Έκθεση της Επιτροπής Warren με την οποία η δολοφονία του προέδρου Κένεντι αποδιδόταν αποκλειστικά και μόνο στη δράση ενός ατόμου, του Χάρβεϊ Όσβαλντ, παρά το γεγονός ότι από το φιλμ στο οποίο καταγράφηκε η σκηνή της δολοφονίας από τον ερασιτέχνη κινηματογραφιστή Zapruder προέκυπτε ότι ο Κένεντι είχε πυροβοληθεί από 4 διαφορετικά σημεία διαδοχικά. Όμως, ανεξάρτητα απ’ αυτά, δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία για τις άμεσες επιπτώσεις αυτών των γεγονότων στην αμερικανική εσωτερική και εξωτερική πολιτική, οι οποίες θα μπορούσαν να συνοψιστούν σε μια λέξη: «σκλήρυνση».
Δύο μέρες μετά το τετραπλό τρομοκρατικό κτύπημα στις ΗΠΑ, ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους, ο υιός, κήρυξε τον πρώτο πόλεμο στην Ιστορία που δεν στρέφεται κατά συγκεκριμένου εχθρού. Με τη δήλωση «είμαστε κιόλας μάρτυρες του πρώτου πολέμου του 21ου αιώνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα οδηγήσουν όλον τον πολιτισμένο κόσμο στη νίκη», προανήγγειλε μια (από δω και πέρα) διαρκή στρατιωτική κινητοποίηση και συνεχή πολεμική αναμέτρηση με έναν εχθρό-φάντασμα, τον οποίο κανείς δεν γνωρίζει και ο οποίος, συνεπώς, μπορεί να παίρνει το επιθυμητό περιεχόμενο και σχήμα με βάση τις σκοπιμότητες που πρέπει να εξυπηρετούνται κάθε φορά.
Όπως συμβαίνει πάντοτε σε τέτοιες περιπτώσεις, σε πρώτη φάση, οι διωκτικές αρχές «εντοπίζουν» κάποια ισλαμικά ίχνη (που πριν από την ανατροπή του διπολισμού ήταν πάντοτε «αριστερά»). Με την κινητοποίηση του FBI, NSA, της CIA και όλου του σκοτεινού κόσμου των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών [5] και τη συνεργασία των μέσων μαζικής «ενημέρωσης», ως ύποπτος φωτογραφίζεται ο Σαουδάραβας Κροίσος-τρομοκράτης Οσάμα Μπιν Λάντεν και το φονταμενταλιστικό καθεστώς του Αφγανιστάν που του παρέχει άσυλο. Αλλά, πριν περάσουν τρεις μέρες από το τρομοκρατικό κτύπημα, διαπιστώνεται ότι «το σενάριο αυτό παρουσιάζει μεγάλα κενά, όπως αρχίζουν να αναγνωρίζουν χαμηλόφωνα ακόμη και Αμερικανοί αξιωματούχοι»[6].
Γκάρντιαν: Τα μέχρι Στιγμής «Στοιχεία» Είναι Σαθρά
Στις 13.09.2001, η έγκυρη βρετανική εφημερίδα Γκάρντιαν αναδεικνύει μια άλλη πλευρά του ζητήματος, γράφοντας: «Οι ΗΠΑ διαθέτουν κατασκοπευτικούς δορυφόρους, ικανούς να φωτογραφήσουν το έδαφος του Αφγανιστάν με τέτοια ακρίβεια, που δεν τους ξεφεύγει ούτε γόπα τσιγάρου. Επικηρυγμένος από το 1998, ως ο “υπ’ αριθμόν ένας κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ”, ο Μπιν Λάντεν είναι αναγκασμένος να κρύβεται όλη την ημέρα σε σπηλιές των γυμνών βουνών του Αφγανιστάν και να αλλάζει κρησφύγετο κάθε βράδυ.
Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι, κάτω από αυτές τις συνθήκες, αυτός ο άνθρωπος θα μπορούσε να οργανώσει μια τεράστια, καλά συντονισμένη επιχείρηση στο έδαφος των ΗΠΑ σαν αυτή της περασμένης Τρίτης. Άλλωστε, τα μέχρι στιγμής ‘στοιχεία’ που έχουν εμφανισθεί στον αμερικανικό Τύπο (ένα αντίγραφο του Κορανίου, ένας υπολογιστής με οδηγίες πλοήγησης αεροσκαφών κτλ.) είναι τόσο σαθρά, που φαίνεται πως έχουν ως μοναδικό στόχο τον επηρεασμό της κοινής γνώμης. Σ’ αυτό το φόντο, ιδιαίτερη σημασία έχει χθεσινό ρεπορτάζ του Γουίλιαμ Σαφάιρ στους Τάιμς της Νέας Υόρκης» [7].
Τάιμς της Νέας Υόρκης: «Tυφλοπόντικες» σε CIA – FBI
Η εφημερίδα New York Times, αναδημοσιεύοντας το ως άνω άρθρο [8], σημειώνει, σε παραπλεύρως στήλη, ότι ο Γουίλιαμ Σαφάιρ, αρθρογράφος των Τάιμς της Νέας Υόρκης, που έχει στενές σχέσεις με τον σημερινό πρόεδρο, «επικαλείται πηγές της κυβέρνησης Μπους και των μυστικών υπηρεσιών, και αποκαλύπτει ότι οι τρομοκράτες γνώριζαν επακριβώς το δρομολόγιο του προεδρικού αεροσκάφους – το οποίο σκόπευαν να καταρρίψουν, και χρησιμοποιούσαν τον κώδικα επικοινωνίας αμερικανικών υπηρεσιών για την ανταλλαγή μηνυμάτων! Το εύλογο συμπέρασμα του αρθρογράφου είναι ότι οι τρομοκράτες είχαν τους δικούς τους ανθρώπους μέσα στη CIA, το FBI ή κάποια άλλη μυστική υπηρεσία των ΗΠΑ.
Τις διάχυτες υποψίες ήρθε να ενισχύσει απροσδόκητη παρέμβαση του πρώην προέδρου των ΗΠΑ και πρώην διοικητή της CIA, Τζορτζ Μπους του πρεσβύτερου. Δικαιολογώντας την (κατά τη δήλωσή του) «βρόμικη δουλειά» της CIA, ο πατήρ Μπους αναγνώρισε ότι «η CIA, στο παρελθόν, είχε τοποθετήσει πράκτορές της σε τρομοκρατικές οργανώσεις, για να τις χρησιμοποιήσει προς όφελος των εθνικών συμφερόντων». Το ερώτημα είναι: Γιατί ένιωσε την ανάγκη να προβεί σε αυτή τη δήλωση τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή; Μήπως οι Αμερικανοί φοβούνται ότι θα αποκαλυφθεί συμμετοχή δικών τους πρακτόρων στο κύκλωμα των τρομοκρατών και προσπαθούν να προετοιμάσουν το έδαφος;
Οι μυστικοί δίαυλοι της CIA και της NSA με την τρομοκρατία και το φονταμενταλιστικό Ισλάμ είναι γνωστοί από καιρό. Το μέγα σκάνδαλο της εποχής Ρέιγκαν, με πρωταγωνιστή τον συνταγματάρχη Όλιβερ Νορθ, αφορούσε την παροχή όπλων στο φονταμενταλιστικό Ιράν, ώστε να χρηματοδοτηθεί η αντικομμουνιστική εκστρατεία των ΗΠΑ στη Νικαράγουα. Ο ίδιος ο Μπιν Λάντεν και η οργάνωσή του είχαν χρηματοδοτηθεί και εκπαιδευθεί από τη CIA εναντίον της σοβιετικής κατοχής στο Αφγανιστάν.
Θα μπορούσαν κάποιοι από τους ακροδεξιούς Αμερικανούς πράκτορες (πρώην ή εν ενεργεία) να χρησιμοποίησαν αυτούς τους υπόγειους διαύλους με τον ισλαμικό φονταμενταλισμό σε μια τρομοκρατική επιχείρηση, που οι πολιτικοί της στόχοι υπερβαίνουν και την πιο τολμηρή φαντασία; Οι πραγματικές απαντήσεις μπορεί να μην έρθουν ποτέ. Αλλά τα ερωτήματα είναι βέβαιο ότι θα τεθούν, αργά ή γρήγορα» [9].
Σε σχέση με το τρομοκρατικό κτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου υπάρχει πλήθος γεγονότων από τα οποία προκύπτει ότι τα κτυπήματα ήταν προσχεδιασμένα ή αναμενόμενα και διευκολύνθηκαν να συμβούν. Θα επιχειρήσω μια σύντομη αναφορά σ’ ένα μικρό μέρος αυτών των στοιχείων, παραπέμποντας των αναγνώστη σε ειδικές και έγκυρες σελίδες του διαδικτύου όπου καταχωρούνται τα στοιχεία που έρχονται διαρκώς στο φως. Μεταξύ αυτών οι σελίδες του Paul Thompson (Τimeline of 9/11), του Μάικ Ρούπερτ (www.fromthewilderness.com) κ.ά.
Και φυσικά, τα καταπληκτικά ντοκιμαντέρ-αναλύσεις In Plane Site και The Painful Deceptions, όπου με μια εξαντλητική επιστημονική τεκμηρίωση κονιορτοποιείται η επίσημη ψευδής εκδοχή των τρομοκρατικών κτυπημάτων της 11ης Σεπτεμβρίου (μπορείτε να τα παραγγείλετε ως DVD VHS μέσω του διαδικτύου ή να τα βρείτε στο διαδίκτυο χρησιμοποιώντας μια μηχανή αναζήτησης και να τα κατεβάσετε).
Το Χρονικό ενός Προαναγγελθέντος Κτυπήματος
Αρχές του 2001. Ο Μπους απαγορεύει τις έρευνες για τις διασυνδέσεις της οικογένειας του Μπιν Λάντεν με τρομοκράτες, τον Μάιο 2001 ενισχύει το καθεστώς των Ταλιμπάν με 43 εκατομμύρια δολάρια και την άνοιξη του 2002, μεσούσης της αντι-μπιν-λάντεν υστερίας, θα διαλύσει την Bin Laden Task Force.
Μάιος 2001. Ο αξιωματικός της Μυστικής Υπηρεσίας του Ναυτικού Ντέλμαρτ «Μάικ» Βρίλαντ, που βρίσκεται στη φυλακή του Τορόντο λόγω απάτης, είχε από τις αρχές του 2001 πληροφορίες για πιθανά τρομοκρατικά χτυπήματα στη Νέα Υόρκη και στο Πεντάγωνο και τον Μάιο 2001 τις έθεσε στη διάθεση των καναδικών Μυστικών Υπηρεσιών (όπως αποκαλύπτεται στις 14 Σεπτεμβρίου 2001).
Καλοκαίρι 2001. Η αμερικανική κυβέρνηση προειδοποιήθηκε από πολλές μυστικές υπηρεσίες άλλων χωρών για τρομοκρατικά χτυπήματα σε αμερικανικό έδαφος που αναμένονταν από στιγμή σε στιγμή. Η ισραηλινή Μοσάντ προειδοποίησε αρκετές φορές τη CIA ότι αεροπειρατές επρόκειτο να χρησιμοποιήσουν αεροπλάνα από αεροπειρατές ως όπλα εναντίον κτιρίων. Οι ρωσικές υπηρεσίες προειδοποίησαν τη CIA ότι 25 τρομοκράτες εξασκούνται ως πιλότοι στις ΗΠΑ, προκειμένου να αναλάβουν μια αποστολή αυτοκτονίας.
Ο διευθυντής της γερμανικής μυστικής υπηρεσίας (BNP) Αουγκούστ Χάνινγκ πληροφόρησε τη CIA ότι «τρομοκράτες από τη Μέση Ανατολή σχεδίασαν να απαγάγουν αεροπλάνα». Η γερμανική Μυστική Υπηρεσία Πληροφοριών (BND) προειδοποιεί τη CIA και το Ισραήλ ότι τρομοκράτες από τη Μέση Ανατολή σχεδιάζουν «να απαγάγουν ένα αεροπλάνο της Πολιτικής Αεροπορίας και να το χρησιμοποιήσουν ως όπλο για να επιτεθούν σε σημαντικά μνημεία της αμερικανικής και ισραηλινής κουλτούρας». (Frankfurter Allgemeine Zeilung, 14 Σεπτεμβρίου 2001).
4-14 Ιουλίου 2001. Ο (καθ’ υπόθεση, υπ’ αριθμόν 1 καταζητούμενος άνθρωπος στον κόσμο) Οσάμα Μπιν Λάντεν εισάγεται στο American Hospital στο Ντουμπάι για την αντιμετώπιση του νεφρικού προβλήματος που έχει. Εκεί δέχεται επισκέψεις από την οικογένειά του και υψηλές προσωπικότητες από τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα. Μεταξύ των επισκεπτών του είναι και ο σταθμάρχης της CIA στο Ντουμπάι Λάρι Μίτσελ, ο οποίος στις 15 Ιουλίου (δηλαδή αμέσως μετά την ανεμπόδιστη αναχώρηση του Μπιν Λάντεν) παίρνει μετάθεση από το γραφείο της CIA στο Ντουμπάι.
Ιούλιος 2001. Ο αρχηγός της πακιστανικής Μυστικής Υπηρεσίας, στρατηγός Μαχμούντ Αχμέντ (που βρίσκεται υπό τον άμεσο έλεγχο της CIA) έστειλε στον υποτιθέμενο αρχηγό των «τρομοκρατών-πιλότων» Μοχάμεντ Άττα 100.000 δολάρια. Η αποστολή των χρημάτων έγινε μέσω τράπεζας από τον Ομάρ Σεΐχ, έναν κρυφό πράκτορα της ISI και ακραίο ισλαμιστή βρετανικής καταγωγής. (Times of India, 26 Οκτωβρίου 2001). Το δημοσίευμα βασίζεται σε πηγές της Ινδικής Μυστικής Υπηρεσίας και επικαλείται μια σχετική επιβεβαίωση από το FBI. Αργότερα, ο Σεΐχ κατηγορήθηκε για την απαγωγή του δημοσιογράφου Περλ, συνεργάτη της εφημερίδας Wall Street Journal. Μετά τη δημοσίευση της παραπάνω είδησης ο στρατηγός Μαχμούντ Αχμέντ παραιτήθηκε από τη θέση του αρχηγού της ISI.
6 Αυγούστου 2001. Σε συνάντηση με τη CIA, ο πρόεδρος Μπους ενημερώνεται για την απειλή που υπάρχει να χρησιμοποιηθούν αεροπλάνα ως ιπτάμενες βόμβες. Αλλά δεν τίθενται σε κατάσταση συναγερμού ούτε η υπηρεσία αεροπορικού έλεγχου ούτε η στρατιωτική αεράμυνα.
Σεπτέμβριος 2001. Στις 3 Σεπτεμβρίου ο Σαλμάν Ρούσντι έλαβε την προειδοποίηση να μην πετάξει στις ΗΠΑ (Times του Λονδίνου). Στις 11 Σεπτεμβρίου ο Αριέλ Σαρόν προειδοποιήθηκε από τη Μοσάντ να μην πετάξει στη Νέα Υόρκη όπου επρόκειτο να μιλήσει. Τη νύκτα της 10ης Σεπτεμβρίου, προειδοποιήθηκε ο δήμαρχος Μπράουν«να είναι προσεκτικός στα ταξίδια του» (San Francisco Chronicle). Στις 10 Σεπτεμβρίου ακυρώθηκαν ξαφνικά «για λόγους ασφαλείας τα ταξίδια που είχε προγραμματίσει για το επόμενο πρωί μια ομάδα υψηλών αξιωματούχων του Πενταγώνου». (Newsweek, 24/9/2001);
Η Μέρα που Έσπασε το «Αυγό του Φιδιού»
11 Σεπτεμβρίου 2001. Μέσα σε 45 λεπτά καταλαμβάνονται 4 αεροπλάνα από υποτιθέμενους αεροπειρατές (το πρώτο στις 8.15, το δεύτερο στις 9.05) και βγαίνουν από την πορεία τους. Αλλά τα πρώτα καταδιωκτικά απογειώνονται στις 9.30 (δηλαδή ύστερα από 75 λεπτά), γεγονός που δεν έχει προηγούμενό του στην Ιστορία. Τα δύο πρώτα θα χτυπήσουν τους δίδυμους πύργους στη Νέα Υόρκη. Το τρίτο θα ανακοινωθεί ότι δήθεν χτύπησε το Πεντάγωνο και το τέταρτο (της περίεργης πτήσης 93) κυριολεκτικά θα εξαερωθεί χωρίς να αφήσει το παραμικρό ίχνος!
Η Αντιαεροπορική Άμυνα
Η αντιαεροπορική άμυνα δεν προσπάθησε να αναχαιτίσει τα αεροπλάνα στη Νέα Υόρκη και στην Ουάσιγκτον (η απόσταση από την αεροπορική βάση Μακ Γκουάιρ στο Νιου Τζέρσεϋ ήταν 7 έως 10 λεπτά αντιστοίχως), ούτε το αεροπλάνο που δήθεν κατευθυνόταν στο Πεντάγωνο (η αεροπορική βάση Άντριους βρίσκεται σε απόσταση 13 μιλίων από το Πεντάγωνο και, συνεπώς, η αντιαεροπορική άμυνα είχε στη διάθεσή της 1 ώρα και 15 λεπτά για να αντιδράσει). Η εξεταστική επιτροπή του Κογκρέσου κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ουδεμία πράξη επιτήρησης υπήρξε (Βλ. Έκθεση). Μ’ άλλα λόγια, ότι οι ένοπλες δυνάμεις των Ηνωμένων Πολιτειών παρέμειναν παθητικές κατά τη διάρκεια των χτυπημάτων. Αν είναι δυνατόν να πιστέψει κανείς κάτι τέτοιο.
Οι Δήθεν Αεροπειρατές
Σύμφωνα με το FBI, σε καθένα από τα αεροπλάνα στα οποία εκδηλώθηκε αεροπειρατεία οι δήθεν τρομοκράτες είχαν οργανωθεί σε πενταμελείς ομάδες που συγκροτήθηκαν την τελευταία στιγμή. Αλλά στο αεροσκάφος της πτήσης 93 που εξερράγη στην Πενσιλβάνια υπήρχαν μόνο τέσσερις τρομοκράτες. Ο πέμπτος, ο Ζακαρία Μουσάουι, είχε συλληφθεί λίγο πιο πριν λόγω, λήξης της άδειας παραμονής του.
Οι υποτιθέμενοι αεροπειρατές είχαν αγοράσει εισιτήρια για τις πτήσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στο όνομά τους (όπως ανακοίνωσε το FBI), αλλά και για πτήσεις μετά την 11η Σεπτεμβρίου (όπως ανακοίνωσαν τα ΜΜΕ). Οι υποτιθέμενοι αεροπειρατές κατάφεραν να αποφύγουν όλα τα συστήματα ασφαλείας και να επιβιβαστούν σε τέσσερις πτήσεις.
Ο υποτιθέμενος αρχηγός των αεροπειρατών Άττα δεν πήρε την τσάντα του μαζί του στο αεροπλάνο (όπως ήταν φυσικό), αλλά την άφησε στο αεροδρόμιο. Στην τσάντα αυτή «είχε βάλει» ένα βίντεο σχετικά με την πτήση αεροπλάνου, μια στολή και τη διαθήκη του. Παράλληλα, άφησε την άδεια οδήγησης μέσα στο αυτοκίνητο που νοίκιασε. Τα ερωτήματα «εάν ενεργεί έτσι κάποιος που ξέρει ότι εκτελεί αποστολή αυτοκτονίας», «ποιος βρήκε αυτή την τσάντα» και «πώς διαπιστώθηκε ότι πρόκειται για την τσάντα του Άττα», παραμένουν αναπάντητα.
Το FBI μέσα σε δύο μόλις μέρες κατάφερε να «εξακριβωθούν» τα στοιχεία των υποτιθέμενων αεροπειρατών, να «ανακαλυφθούν» σε χρόνο ρεκόρ τα εγκαταλειμμένα αυτοκίνητά τους και να «αποκτηθούν» φωτογραφίες τους, αλλά δεν κατάφερε να «ανακαλύψει» τι απέγιναν οι τουλάχιστον πέντε (5) αεροπειρατές που ζουν ακόμη. Αλλά, ατυχώς για την επίσημη εκδοχή στον κατάλογο των επιβατών-θυμάτων, που δημοσίευσαν οι δύο αεροπορικές εταιρείες (American Airlines και United Airlines) στις οποίες ανήκαν τα Μπόινγκ που υπέστησαν αεροπειρατεία, δεν υπάρχει ούτε ένας από τους 19 δήθεν αεροπειρατές που περιλαμβάνει ο κατάλογος που έδωσε στη δημοσιότητα το FBI.
Σε σχέση με τα ονόματα των 19 δήθεν αεροπειρατών που περιλαμβάνονται στον κατάλογο του FBI (άνδρες 25-35 ετών, Άραβες και μουσουλμάνοι, στη συντριπτική πλειονότητά τους Σαουδάραβες): Η πρεσβεία της Σαουδικής Αραβίας στην Ουάσιγκτον επιβεβαίωσε ότι 4 απ’ αυτούς (ο Αμπντουλαζίζ Αλομαρί, ο Μοχάντ Αλσχεχρί, ο Σαλέμ Αλχαζμί και ο Σαέντ Αλγκχαμντί) χαίρουν άκρας υγείας και ζουν στις χώρες τους. Ο Ουαλίντ Μ. Αλσχεχρί, ο οποίος ζει σήμερα στην Καζαμπλάνκα και εργάζεται ως πιλότος στη Royal Air Maroc, έδωσε συνέντευξη στην αραβόφωνη εφημερίδα του Λονδίνου, Al-Qods al-Arabl.
Ο πρίγκιπας Σαούντ αλ-Φεϊζάλ, υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας, δήλωσε στον Τύπο: «Αποδείχθηκε ότι πέντε από τα άτομα που κατονομάζονται στον κατάλογο τον FBI δεν έχουν καμία σχέση με το συμβάν». Ενώ ο πρίγκιπας Ναγιέφ, υπουργός Εσωτερικών της Σαουδικής Αραβίας, δήλωσε σε επίσημη αμερικανική αντιπροσωπεία: «Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμιά απόδειξη ότι (οι 15 Σαουδάραβες υπήκοοι που κατηγορούνται από το FBΙ) συνδέονται με την 11η Σεπτεμβρίου. Δεν έχουμε λάβει τίποτε τέτοιο επί τον θέματος από τις Ηνωμένες Πολιτείες» [10].
Μαύρα Κουτιά και Συνομιλίες
Από τα τέσσερα μαύρα κουτιά των «καταληφθέντων» αεροπλάνων βρέθηκαν μόνο τα δύο (;) και δεν δημοσιοποιήθηκαν τα στοιχεία από τα μαύρα κουτιά που βρέθηκαν (;). Επιπλέον, σύμφωνα με το FBI, καταγράφονταν σε μαγνητοταινίες οι συνομιλίες του πληρώματος (μέσω ασυρμάτου) και οι επικοινωνίες των επιβατών με συγγενείς τους (μέσω τηλεφώνων). Αλλά το FBI αρνείται να προσδιορίσει πού βρίσκονται οι μαγνητοταινίες και να δημοσιεύσει το περιεχόμενό τους.
Το Πλήγμα στο Πεντάγωνο
Στις 11 Σεπτεμβρίου 2001, το υπουργείο Άμυνας ανακοινώνει ότι «το Πεντάγωνο δέχτηκε επίθεση στις 9.38 το πρωί» χωρίς να κάνει λόγο για αεροπλάνο. Το Reuters φτάνει πρώτο επιτόπου και μεταδίδει ότι το Πεντάγωνο επλήγη από ένα ελικόπτερο που εξερράγη. Αυτό επιβεβαιώνει στο πρακτορείο Associated Press και ο Δημοκρατικός εμπειρογνώμονας Πωλ Μπεϊγκάλα. Λίγα λεπτά αργότερα, το υπουργείο Άμυνας διορθώνει την είδηση, ανακοινώνοντας ότι επρόκειτο για αεροπλάνο, πράγμα που πυροδοτεί το γαϊτανάκι των αντιφάσεων που ακολούθησε. Και θα χρειαστούν πολλές ώρες μέχρις ότου ο αρχηγός του γενικού επιτελείου των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων, στρατηγός Ρίτσαρντ Μάγιερς, δηλώσει ότι το «αεροπλάνο-αυτόχειρας» ήταν το Μπόινγκ 757-200 της πτήσης 77 της American Airlines από Ντάλας προς Λος Άντζελες, του οποίου τα ίχνη έχασε ο πύργος ελέγχου στις 08.55.
Ο Τύπος κρατιέται μακριά από τον τόπο του δράματος. Αλλά το Associated Press κατορθώνει να πάρει φωτογραφίες από την άφιξη των πυροσβεστών, τραβηγμένες από έναν ιδιώτη που βρίσκεται σε γειτονικό κτίριο. Το σοκ είναι ισχυρό: ο πιο ισχυρός στρατός του κόσμου δεν στάθηκε ικανός να προστατεύσει την ίδια του την έδρα και υπέστη βαρύτατες απώλειες. Οι ΗΠΑ, που θεωρούνταν ανίκητες, αποδεικνύονται ευάλωτες ακόμη και στο ίδιο τους το έδαφος.
Η επίσημη εκδοχή προσβάλλει τη νοημοσύνη μας. Σύμφωνα μ’ αυτήν:
1) Το σύστημα των στρατιωτικών ραντάρ των ΗΠΑ στάθηκε ανίκανο να εντοπίσει σε μία ζώνη ακτίνας μερικών δεκάδων χιλιομέτρων ένα αεροπλάνο Μπόινγκ 757-200 (που μπορεί να μεταφέρει 239 επιβάτες, με μήκος 47,3 μέτρα και άνοιγμα φτερών 38 μέτρα που πλήρως εφοδιασμένο με καύσιμα ζυγίζει 115 τόνους και μπορεί να αναπτύξει ταχύτητα 900 χμ./ώρα).
2) Ο αντιαεροπορικός μηχανισμός (που ελέγχεται από την προεδρική βάση του Σεντ Άντριου, όπου σταθμεύουν επί μονίμου βάσεως δυο μοίρες με τα άκρως ευκίνητα και ταχύτατα αεροσκάφη F-16 και F/A-18) δεν μπόρεσε να ελέγξει το δυσκίνητο Μπόινγκ.
3) Το Μπόινγκ παραπλάνησε τους διώκτες του, υπερκέρασε την πιο εξελιγμένη αντιαεροπορική άμυνα του κόσμου και «έπεσε» στο Πεντάγωνο, σκοτώνοντας 125 άτομα.
4) Το Μπόινγκ δεν έπεσε στην επιφάνεια της οροφής του κτιρίου (117.359 τ.μ.) όπου θα μπορούσε να προκαλέσει σοβαρότατες ζημιές (δεδομένου ότι σ’ αυτό εργάζονται 20.000 άνθρωποι), αλλά χτύπησε μια μικρή πρόσοψη του κτιρίου (με ύψος μόνο 24 μέτρα) στην οποία δεν εργαζόταν κανείς, γιατί ήταν υπό επισκευή.
5) Το Μπόινγκ, αν και έχει ύψος 30 μέτρα (δηλαδή το αντίστοιχο τριών ορόφων), χτύπησε την πρόσοψη του κτιρίου μόνο στο ύψος του ισογείου και του πρώτου ορόφου, χωρίς να προκαλέσει ζημιές στο προαύλιο με τη χλόη, στον τοίχο, στον χώρο στάθμευσης ή στο ελικοδρόμιο του πενταγώνου.
6) Κανένα ίχνος πρόσκρουσης δεν είναι ορατό.
7) Δεν υπάρχει κανένα ίχνος των φτερών, της ατράκτου, των μηχανών. Κανείς δεν είδε το παραμικρό κομμάτι του αεροπλάνου, ούτε καν το σύστημα προσγείωσης.
8) Δεν βρέθηκε κανένα υπόλειμμα από τους 64 επιβάτες του αεροπλάνου ή τις αποσκευές τους.
9) Δεν υπάρχει καμιά φωτογραφία ή βίντεο από το «κτύπημα» στο Πεντάγωνο, με υπολείμματα ή συντρίμμια του αεροπλάνου.
10) Οι κάμερες της βίντεο-επιτήρησης του χώρου στάθμευσης του Πενταγώνου δεν είδαν το Μπόινγκ, σε καμιά στιγμή και σε κανένα σημείο.
Ο συνδυασμός των στοιχείων 1-3 (που είναι εμφανώς ανεκδοτολογικά) με τα στοιχεία 4-10 (που είναι απολύτως απίθανα) οδηγεί απλώς στο συμπέρασμα ότι κανένα αεροπλάνο δεν έπληξε το Πεντάγωνο.
Όπως θέτει το ζήτημα ο ερευνητής Thierry Meyssan στην άκρως ενδιαφέρουσα μελέτη του 11 Σεπτεμβρίου 2001: Η Τρομακτική Απάτη (Γραφές, Αθήνα, 2002): «Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή, ένα Μπόινγκ υπό τον έλεγχο υποτιθέμενων αεροπειρατών αλλάζει πορεία, προσπερνά τα F-16 που σηκώθηκαν προς καταδίωξή του, ξεγελά το σύστημα αντιαεροπορικής άμυνας της Ουάσιγκτον, χτυπά όχι την οροφή αλλά ένα μικρό μέρος της πρόσοψης του ισογείου του Πενταγώνου και τα καύσιμα που είναι αποθηκευμένα στα φτερά του ανεφλέγησαν μόνο για όσο χρειάστηκε να ξεσπάσει μια μικρή πυρκαγιά στο κτίριο και διαμόρφωσε ένα σκηνικό όπου δεν υπάρχει κανένα ίχνος ή υπόλειμμα ή συντρίμμι αεροπλάνου.
Είναι προφανές ότι πρόκειται για ένα παραμύθι που κατασκευάστηκε προοδευτικά: Στο αρχικό ανακοινωθέν του Πενταγώνου δεν υπήρχε θέμα Μπόινγκ (η θεωρία του «αεροπλάνου-καμικάζι» εμφανίστηκε μισή ώρα αργότερα), όπως δεν υπήρξε θέμα καταδιωκτικών που δήθεν επεχείρησαν να αναχαιτίσουν το αεροσκάφος-φάντασμα (η θεωρία αυτή εμφανίστηκε δυο μέρες). Το μόνο αδιάψευστο γεγονός είναι ότι 125 άνθρωποι σκοτώθηκαν στο Πεντάγωνο και ότι ένα αεροπλάνο που μετέφερε 64 επιβάτες εξαφανίστηκε. Εξ ου και τα αμείλικτα ερωτήματα: «Ποια είναι η αιτία της έκρηξης που έπληξε το Πεντάγωνο; Τι έγινε η πτήση 77 της American Airlines; Οι επιβάτες σκοτώθηκαν; Αν ναι, ποιος τους σκότωσε και γιατί; Αν όχι, πού βρίσκονται;»
Ο πρόεδρος της Αιγύπτου Χόσνι Μουμπάρακ, που διέθετε εμπιστευτικές πληροφορίες για την προετοιμασία της επίθεσης, τις οποίες είχε διαβιβάσει πολλές εβδομάδες πριν στην αμερικανική κυβέρνηση, όταν ρωτήθηκε σχετικά από το CNN στις 15 Σεπτεμβρίου 2001: «Αυτοί που το έκαναν θα πρέπει να είχαν πετάξει για καιρό πάνω από την περιοχή αυτή. Για παράδειγμα, το Πεντάγωνο δεν είναι πολύ ψηλό. Ένας πιλότος, για να πέσει κατευθείαν πάνω στο Πεντάγωνο μ’ αυτό τον τρόπο, θα πρέπει να είχε πετάξει επί μακρόν πάνω από αυτή ζώνη, ώστε να μάθει τα εμπόδια που θα συναντούσε πετώντας σε πολύ χαμηλό ύψος μ’ ένα τεράστιο εμπορικό αεροπλάνο, πριν φτάσει να χτυπήσει το Πεντάγωνο σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο. Κάποιος τα μελέτησε αυτά πολύ καλά, κάποιος πέταγε πολύν καιρό πάνω απ’ αυτή τη ζώνη. Ειλικρινά, δεν θα ήθελα να βγάλω βεβιασμένα συμπεράσματα. Θυμηθείτε την Οκλαχόμα …».
Στις 14 Σεπτεμβρίου 2001, το αμερικανικό Κογκρέσο εξουσιοδοτεί χωρίς συζήτηση ομοφώνως (με εξαίρεση μια αρνητική ψήφο της βουλευτού των Δημοκρατικών Μπάρμπαρα Λη) τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους να καταφύγει στην «αναγκαία και αρμόζουσα χρήση βίας εναντίον κάθε κράτους, οργάνωσης ή ατόμου που κρίθηκε ότι προετοίμασε, διέταξε, εκτέλεσε ή διευκόλυνε τις τρομοκρατικές επιθέσεις που εκδηλώθηκαν την 11η Σεπτεμβρίου 2001, ή φιλοξενεί τέτοιες οργανώσεις ή τέτοια άτομα, προκειμένου να αποτρέψει κάθε μελλοντική ενέργεια της διεθνούς τρομοκρατίας εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών από τέτοια κράτη, οργανώσεις ή άτομα» [11].
Την μεθεπομένη ο Μπους αναγγέλλει τη σύσταση ενός υπουργικού γραφείου αντι-τρομο-κρατικής ασφάλειας (Office of Homeland Security), που υπάγεται στην αρμοδιότητά του, για «να διευθύνει, να επιβλέπει και να συντονίζει μια συνολική εθνική στρατηγική για την υπεράσπιση της χώρας μας από την τρομοκρατία και την αντίδραση σε κάθε πιθανή επίθεση».Στις 5 Οκτωβρίου, ο πρόεδρος Μπους, κατά παράβαση του Συντάγματος, διατάσσει πολλά μέλη της κυβέρνησής του να μην παρέχουν πλέον πληροφόρηση στα μέλη του κοινοβουλίου και στον τύπο. «Η Πράβντα και η Ιζβέστια στην πρώην Σοβιετική Ένωση θα δυσκολεύονταν να ξεπεράσουν τα αμερικανικά μέσα μαζικής ενημέρωσης στην υποδούλωσή τους στην επίσημη γραμμή» σχολιάζει ο Έντουαρτ Χέρμαν, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια [12].
Λίγο αργότερα, το Κογκρέσο υιοθετεί τον νόμο Uniting and Strengthening America by Providing Appropriate Tools Required to Intercept and Obstruct Terrorism Act (του οποίου το ακρωνύμιο είναι USA PATRIOT Act) [13], ο οποίος περιστέλλει βασικές ελευθερίες για μια περίοδο 4 ετών, κάνει μια εξαιρετικά διευρυμένη ερμηνεία της καταστολής των «τρομοκρατών και όσων τους υποστηρίζουν» και θεσπίζει ότι σε περιπτώσεις υποβολής σε ανάκριση (για κάτι που μπορεί να μην έχει αναγκαστικά σχέση με την υποψία περί τρομοκρατίας), οι ύποπτοι μπορούν να κρατούνται σε μυστική τοποθεσία για μια περίοδο 6 μηνών, διάστημα που μπορεί να ανανεωθεί απεριόριστα, εάν ο υπουργός Δικαιοσύνης εκτιμά ότι η απελευθέρωσή τους «θα απειλούσε την εθνική ασφάλεια ή την ασφάλεια της κοινωνίας ή ενός ατόμου».
Στις 13 Νοεμβρίου, ο πρόεδρος Μπους αποφασίζει πως οι ξένοι «που είναι ύποπτοι για τρομοκρατία» δεν θα δικάζονται από ομοσπονδιακά δικαστήρια ούτε από στρατοδικεία, αλλά από στρατιωτικές επιτροπές [14]. Η συγκρότηση των επιτροπών αυτών θα ανήκει στη διακριτική εξουσία του υπουργού Άμυνας και θα καταρτίσουν οι ίδιες τον δικό τους Κώδικα δικονομίας. Οι συνεδριάσεις θα πραγματοποιούνται κεκλεισμένων των θυρών. Οι «στρατιωτικοί εισαγγελείς» δεν θα υποχρεούνται να κοινοποιούν στους κατηγορουμένους και στους συνηγόρους τους τις «αποδείξεις» που διαθέτουν. Οι επιτροπές θα παίρνουν τις αποφάσεις τους με πλειοψηφία δυο τρίτων (και όχι με ομοφωνία, όπως καθορίζεται από τους διεθνείς εγκληματολογικούς κώδικες).
Παράλληλα, το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών δίνει εντολή στους συμμάχους, μέσω του ΟΗΕ, να υιοθετήσουν παρόμοιες νομοθεσίες και 55 χώρες μεταγράφουν στο εσωτερικό τους δίκαιο ορισμένες διατάξεις του USA PATRIOT Act. Όλα αυτά συνιστούν το λιγότερο μια ριζική αναθεώρηση της αμερικανικής εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής και θεσμοποιούν τη χειραγώγηση τους από τους στρατιωτικούς και τις υπηρεσίες πληροφοριών.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 2001, το αμερικανικό Κογκρέσο εξουσιοδοτεί χωρίς συζήτηση ομοφώνως (με εξαίρεση μια αρνητική ψήφο της βουλευτού των Δημοκρατικών Μπάρμπαρα Λη) τον πρόεδρο Τζορτζ Μπους να καταφύγει στην «αναγκαία και αρμόζουσα χρήση βίας εναντίον κάθε κράτους, οργάνωσης ή ατόμου που κρίθηκε ότι προετοίμασε, διέταξε, εκτέλεσε ή διευκόλυνε τις τρομοκρατικές επιθέσεις που εκδηλώθηκαν την 11η Σεπτεμβρίου 2001, ή φιλοξενεί τέτοιες οργανώσεις ή τέτοια άτομα, προκειμένου να αποτρέψει κάθε μελλοντική ενέργεια της διεθνούς τρομοκρατίας εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών από τέτοια κράτη, οργανώσεις ή άτομα» [11].
Την μεθεπομένη ο Μπους αναγγέλλει τη σύσταση ενός υπουργικού γραφείου αντι-τρομο-κρατικής ασφάλειας (Office of Homeland Security), που υπάγεται στην αρμοδιότητά του, για «να διευθύνει, να επιβλέπει και να συντονίζει μια συνολική εθνική στρατηγική για την υπεράσπιση της χώρας μας από την τρομοκρατία και την αντίδραση σε κάθε πιθανή επίθεση».
Στις 5 Οκτωβρίου, ο πρόεδρος Μπους, κατά παράβαση του Συντάγματος, διατάσσει πολλά μέλη της κυβέρνησής του να μην παρέχουν πλέον πληροφόρηση στα μέλη του κοινοβουλίου και στον τύπο. «Η Πράβντα και η Ιζβέστια στην πρώην Σοβιετική Ένωση θα δυσκολεύονταν να ξεπεράσουν τα αμερικανικά μέσα μαζικής ενημέρωσης στην υποδούλωσή τους στην επίσημη γραμμή» σχολιάζει ο Έντουαρτ Χέρμαν, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια [12].
Λίγο αργότερα, το Κογκρέσο υιοθετεί τον νόμο Uniting and Strengthening America by Providing Appropriate Tools Required to Intercept and Obstruct Terrorism Act (του οποίου το ακρωνύμιο είναι USA PATRIOT Act) [13], ο οποίος περιστέλλει βασικές ελευθερίες για μια περίοδο 4 ετών, κάνει μια εξαιρετικά διευρυμένη ερμηνεία της καταστολής των «τρομοκρατών και όσων τους υποστηρίζουν» και θεσπίζει ότι σε περιπτώσεις υποβολής σε ανάκριση (για κάτι που μπορεί να μην έχει αναγκαστικά σχέση με την υποψία περί τρομοκρατίας), οι ύποπτοι μπορούν να κρατούνται σε μυστική τοποθεσία για μια περίοδο 6 μηνών, διάστημα που μπορεί να ανανεωθεί απεριόριστα, εάν ο υπουργός Δικαιοσύνης εκτιμά ότι η απελευθέρωσή τους «θα απειλούσε την εθνική ασφάλεια ή την ασφάλεια της κοινωνίας ή ενός ατόμου».
Στις 13 Νοεμβρίου, ο πρόεδρος Μπους αποφασίζει πως οι ξένοι «που είναι ύποπτοι για τρομοκρατία» δεν θα δικάζονται από ομοσπονδιακά δικαστήρια ούτε από στρατοδικεία, αλλά από στρατιωτικές επιτροπές [14]. Η συγκρότηση των επιτροπών αυτών θα ανήκει στη διακριτική εξουσία του υπουργού Άμυνας και θα καταρτίσουν οι ίδιες τον δικό τους Κώδικα δικονομίας. Οι συνεδριάσεις θα πραγματοποιούνται κεκλεισμένων των θυρών. Οι «στρατιωτικοί εισαγγελείς» δεν θα υποχρεούνται να κοινοποιούν στους κατηγορουμένους και στους συνηγόρους τους τις «αποδείξεις» που διαθέτουν. Οι επιτροπές θα παίρνουν τις αποφάσεις τους με πλειοψηφία δυο τρίτων (και όχι με ομοφωνία, όπως καθορίζεται από τους διεθνείς εγκληματολογικούς κώδικες).
Παράλληλα, το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών δίνει εντολή στους συμμάχους, μέσω του ΟΗΕ, να υιοθετήσουν παρόμοιες νομοθεσίες και 55 χώρες μεταγράφουν στο εσωτερικό τους δίκαιο ορισμένες διατάξεις του USA PATRIOT Act. Όλα αυτά συνιστούν το λιγότερο μια ριζική αναθεώρηση της αμερικανικής εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής και θεσμοποιούν τη χειραγώγηση τους από τους στρατιωτικούς και τις υπηρεσίες πληροφοριών [15].
@ Ο Κλεάνθης Γρίβας (γεν. 1944) είναι ψυχίατρος-νευρολόγος, Διδάκτωρ ψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής του ΑΠΘ, με σπουδές στην Κοινωνιολογία. Υπήρξε συνεργάτης πολλών εφημερίδων και περιοδικών Από το 2004 είναι βασικός συνεργάτης και σύμβουλος έκδοσης του περιοδικού ΖΕΝΙΘ. Συντάκτης της Έκθεσης για τα Ναρκωτικά της Ειδικής Επιτροπής του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης (1986) και συγγραφέας 19 βιβλίων με θέμα τη δημόσια υγιεινή, την ψυχιατρική, τα ναρκωτικά, την τρομοκρατία και την ιστορία.
[1] Κοινοποιήθηκε με τα κωδικά στοιχεία FM 30-31,συνοδευόμενο από 3 παραρτήματα (FM 30-31 A, B και C).
[2] Ο Westmorland ήταν τότε αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων και είχε διατελέσει αρχηγός των στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ στο Βιετνάμ.
[3] Το Εγχειρίδιο χαρακτηριζόταν «αυστηρά απόρρητο κατηγορίας ΙΙ», δηλαδή κατηγορίας που δεν υπόκειται σε αυτόματο αποχαρακτηρισμό μετά την πάροδο προκαθορισμένου χρονικού διαστήματος. Άρχισε να εφαρμόζεται για την αποσταθεροποίηση στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, αμέσως μετά την κοινοποίησή του (1970), αλλά η αναγωγή του σε «καθημερινή πρακτική» των μυστικών υπηρεσιών γίνεται κυρίως κατά την εποχή στην οποία αρχηγοί της CIA είναι ο Ούλιαμ Κόλμπι –έως το 1975– και ο Τζορτζ Μπους, ο 1976.
0 comments
Δημοσίευση σχολίου