Η Ελλάδα εκλαμβάνεται συχνά ως μια χώρα η οποία, αν και κράτος μέλος της ΕΕ, θεωρεί ότι η προσέγγιση της με τη Ρωσία, εξυπηρετεί τα εθνικά μας συμφέροντα, καλύτερα. Μάλιστα τον τελευταίο καιρό είναι επαναλαμβανόμενες οι απόψεις πολλών διεθνολόγων για μετατόπιση της Ελλάδας από τη Δύση προς τη Ρωσία.
Γράφει ο Υποναύαρχος (εα) Δημήτριος Ν. Τσαϊλάς ΠΝ - Στρατιωτικός Αναλυτής
Στον τομέα της ασφάλειας, είναι αδιαμφισβήτητη η αποδοχή της Ρωσικής κυριαρχίας, όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά και από τη γείτονα χώρα, την Τουρκία.
Πράγματι, στην ουκρανική κρίση, αν και είμαστε μέλη του ΝΑΤΟ, αμφότεροι διατυπώσαμε αντιρρήσεις στις κυρώσεις που επεβλήθησαν από τις ΗΠΑ και την ΕΕ κατά της Ρωσίας.
Η Τουρκία, από την πλευρά της, παρ' όλη την αποφυγή μιας ανοικτής γεωπολιτικής αντιπαράθεσης με τη Ρωσία, προωθεί, συνεργασίες ασφαλείας με τη Γεωργία και το Αζερμπαϊτζάν, και μάλλον φαίνεται πρόθυμη να συμμετάσχει σε ένα γεωγραφικό πολιτικό ανταγωνισμό με τη Ρωσία στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο.
Στη Μέση Ανατολή, η Άγκυρα έχει μεγάλα συμφέροντα, και τα θέματα ασφάλειας καταλαμβάνουν την πρώτη θέση στην ατζέντα της. Ωστόσο, η μόχλευση της Τουρκίας σε αυτή την περιοχή έχει μειωθεί τελευταία, ενώ η Ρωσία παρουσιάζεται αναβαθμισμένη. Κατά συνέπεια, η Ρωσία έχει μετατραπεί σε κύριο παίκτη στη Μέση Ανατολή.
Αυτό συμβαίνει διότι η Μόσχα θέλει να επιβεβαιώσει τις φιλοδοξίες, να είναι μια παγκόσμια δύναμη, παίζοντας το ρόλο που είναι απαραίτητος για τα ενδιαφέροντα της στην περιοχή.
Πράγματι από την πτώση του τείχους του Βερολίνου, η Ρωσία έχει χάσει σχεδόν όλες τις στρατιωτικές βάσεις που βρίσκονταν εκτός της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Ο συριακός λιμένας στην Ταρτούς που αποτελεί ρωσική ναυτική βάση και το προπύργιο του καθεστώτος Άσαντ είναι η μόνη εξαίρεση, η οποία εξηγεί γιατί η Συρία είναι τόσο σημαντική στη ρωσική γεωπολιτική φαρέτρα. Μάλιστα εκεί λειτουργεί, κύρια μονάδα, ισχυρού ραντάρ του ρωσικού Ναυτικού, που καλύπτει επιχειρησιακά, σχεδόν ολόκληρη την τουρκική επικράτεια και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Επίσης στη Λατάκια της Συρίας βρίσκονται τα ηλεκτρονικά μέσα επιτήρησης και οι εγκαταστάσεις της αεροπορικής βάσης Ταντμούρ που υποστηρίζει η Ρωσία.
Είναι φανερό ότι η Μόσχα προσπαθεί να χρησιμοποιήσει την επιρροή της στη Μέση Ανατολή ως ένα διαπραγματευτικό ατού στο διεθνές γεωπολιτικό παιχνίδι με τη Δύση. Ωστόσο, η επιρροή της Ρωσίας στη Μέση Ανατολή, αν και ουσιαστική, πιστεύω ότι υπερεκτιμάται. Αφού δεν έχει την ικανότητα να σταματήσει τις ΗΠΑ από πιθανές στρατιωτικές παρεμβάσεις στη Συρία και το Ιράν ή να προμηθεύσει την Τεχεράνη και τη Δαμασκό με ικανό στρατιωτικό εξοπλισμό που να μπορεί να αποθαρρύνει τις ΗΠΑ από μια παρέμβαση.
Η Μόσχα, μπορούμε να πούμε, ότι παίζει το ρόλο του κλειδιού ως στρατιωτικός σύμμαχος με τους περιφερειακούς αντιπάλους της Τουρκίας (Συρία, Ιράν, Κύπρο, Αρμενία και Ελλάδα).
Στην Ανατολική Μεσόγειο, λόγω της ανακάλυψης των τεράστιων κοιτασμάτων φυσικού αερίου, δημιουργείται μια νέα αρένα γεωπολιτικής αντιπαράθεσης, με κύρια διάσταση ασφάλειας, που αφορά και την Αθήνα. Η Ρωσία μάλιστα έχει καταστεί ο κύριος στρατιωτικός σύμμαχος της Κύπρου, η οποία αντιλαμβάνεται όπως και η Ελλάδα, την Τουρκία, ως κύρια απειλή για την ασφάλειά της.
Η Τουρκία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη Ρωσία στην Μαύρη Θάλασσα και την Μεσόγειο ταυτόχρονα. Έτσι η Άγκυρα επικεντρώνεται κυρίως στη Μέση Ανατολή, διατηρώντας ένα χαμηλό προφίλ στο μετασοβιετικό χώρο, προκειμένου να κατευνάσει τη Ρωσία.
Και μέσα στην περιδίνηση και τον στροβιλισμό που προκαλείται στον φυσικό μας γεωπολιτικό χώρο, η Αθήνα αντιμετωπίζει τις προκλήσεις περιορίζοντας την ικανότητά της στην επίτευξη διπλωματικών στόχων που θα έπρεπε να θέσει και ίσως υπάρξει μια δυσκολία να γίνουν κατανοητές οι προθέσεις της Ελλάδος.
Η διεθνής παρουσία μας και η συνεχής υποβάθμιση της επιρροής της,έχουν ως αποτέλεσμα τόσο οι όμοροι γείτονες μας όσο και οι εταίροι μας στην ΕΕ να μην περιμένουν και πάρα πολλά από την Αθήνα. Είναι ασαφές κατά πόσο η Ελλάδα είναι έτοιμη να ανταποκριθεί σε αυτές τις απαιτήσεις, φοβούμενη μια συσσώρευση επιπλέον βαρών, αυτό όμως θέτει ερωτήματα σχετικά με την προβλεπτικότητα της Ελλάδος και την αξιοπιστία της.
Επίσης, οι πάρα πολλές παθογένειες από την αδυναμία εθνικής συνεννόησης, δυσκολεύουν την ικανότητα της κυβέρνησης να διαχειριστεί τα εθνικά προβλήματα. Αυτό το κυβερνητικό έλλειμμα περιπλέκει τη διακυβέρνηση της Αθήνας καθώς διαφαίνεται η αδυναμία λήψης δυναμικής απόφασης, καθιστώντας την Ελλάδα έναν αναξιόπιστο παίκτη.
Ο στόχος της Ελλάδας πρέπει να είναι προσανατολισμένος προς τις παραδοσιακές αξίες, την αίσθηση του μεγαλείου του πολιτισμού μας, τον πατριωτισμό των ελλήνων και να προσπαθεί να συμπεριληφθεί στις πολιτικές διαδικασίες στη Μέση Ανατολή και στην Ανατολική Μεσόγειο, ώστε να διαμορφώσει και να ηγηθεί μιας προσπάθειας υποστήριξης των κρατών της περιοχής, με βάση τη διπλωματία, αλλά και την παρουσία ομάδας κρούσεως από πολεμικά πλοία ως εγγυητές της ειρήνης και ασφάλειας.
0 comments
Δημοσίευση σχολίου