Ο Τζον Έντγκαρ Χούβερ ήταν το λιγότερο ένα σωστό φαινόμενο της αμερικανικής πολιτικής και κοινωνικής ζωής.
Ως πρώτος διευθυντής του FBI, παρέμεινε στα υψηλόβαθμα καθήκοντά του όχι λιγότερο από 48 χρόνια, από το τέλος δηλαδή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι και τον θάνατό του το 1972, αποκτώντας στην πορεία φήμη και δύναμη απίστευτη.
Προσωπικότητα μυστηριώδης, ο επικεφαλής του Γραφείου Ερευνών αρχικά και αργότερα του FBI ενέπνεε ταυτοχρόνως φόβο και θαυμασμό, με τις πράξεις του να καταδικάζονται από πολλούς και να εκθειάζονται από άλλους τόσους.
Ο ίδιος είχε εξάλλου τον τρόπο να εισβάλει πίσω από κλειστές πόρτες και να γνωρίζει από πρώτο χέρι μυστικά που αν διέρρεαν θα κατέστρεφαν την εικόνα, την καριέρα και τη ζωή πολλών προβεβλημένων προσώπων της αμερικανικής πολιτικής. Κάτι σαν θρύλος πλέον, τη ζωή του περιβάλλουν μύθοι και αλήθειες σε ένα κουβάρι που μόνο εύκολο δεν είναι να ξεδιαλύνει κανείς.
Χαρακτηριστικό είναι εδώ το γεγονός ότι όταν πέθανε ο Χούβερ, ο πρόεδρος Νίξον τον χαρακτήρισε δημοσίως ως «έναν από τους γίγαντες … ένα εθνικό σύμβολο κουράγιου, πατριωτισμού και γρανιτένιας ειλικρίνειας και εντιμότητας», παραγγέλνοντας ταυτοχρόνως οι σημαίες να κυματίζουν μεσίστιες. Κατ’ ιδίαν ωστόσο, όταν έμαθε τα νέα για τον θάνατο του αφεντικού του FBI, δεν μάσησε τα λόγια του: «Ιησού Χριστέ! Αυτό το παλιοκορόιδο»! Κι αυτό γιατί μήνες πρωτύτερα είχε αποπειραθεί να πείσει τον ηλικιωμένο πια γενικό κουμανταδόρο να παραιτηθεί από τη θέση του: «Έχουμε στα χέρια μας έναν άντρα που μπορεί να γκρεμίσει τον ναό του μαζί του, περιλαμβανομένου εμού», είχε πει στους στενούς του συνεργάτες ο Νίξον.
Ο Νίξον, όπως ξέρουμε, θα παραιτούνταν σε λίγο στον απόηχο του σκανδάλου που τον αφορούσε, αν και δεν θα ήταν ο μόνος πρόεδρος των ΗΠΑ που είχε καλούς λόγους να φοβάται τόσο τον ίδιο τον Χούβερ όσο και αυτό που είχε μετατρέψει το FBI του. Ο Χάρι Τρούμαν, για παράδειγμα, είχε πει κατά τη διάρκεια μάλιστα της προεδρίας του: «Δεν θέλουμε Γκεστάπο ή μυστική αστυνομία. Το FBI κινείται πια σε αυτή την κατεύθυνση. Ασχολούνται τώρα με σ@ξουαλικά σκάνδαλα και κατάφωρους εκβιασμούς … Ο Έντγκαρ Χούβερ θα έδινε και το δεξί του μάτι για να αναλάβει τα ηνία και όλοι οι γερουσιαστές και οι βουλευτές τον φοβούνται»!
Και πολύ καλά θα έκαναν δηλαδή, καθώς ο τουλάχιστον αμφιλεγόμενος διευθυντής του FBI (1924-1972) με τα σφοδρά αντικομουνιστικά αισθήματα και τη σκοτεινή ρητορεία επιδόθηκε σε αντισυμβατικές μεθόδους για την τήρηση της τάξης και την παρακολούθηση των αντιαμερικανικών δραστηριοτήτων, περνώντας το μεγαλύτερο μέρος της σταδιοδρομίας του φακελώνοντας χιλιάδες ανθρώπους αδιακρίτως: από τον Τζον Λένον και τους Rolling Stones μέχρι και τον «ταραχοποιό», όπως αποκαλούσε τον διαχρονικά αγαπημένο του στόχο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ(!), δεν ήταν και πολλά αυτά που δεν θα έκανε ο Χούβερ για να πετύχει τους σκοπούς του.
Φτιαχτά στοιχεία, πλαστά ενοχοποιητικά, παράνομες παρακολουθήσεις, κύμα υποκλοπών, ακόμα και ληστείες ήταν έτοιμος να κάνει δικαιώνοντας ζοφερά το ρητό «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα». Όσο για τους διαβόητους μυστικούς φακέλους του Χούβερ, αυτοί του εξασφάλιζαν μια πρωτόγνωρη ασυλία, κάνοντας τόσους και τόσους αμερικανούς προέδρους που λαχταρούσαν να τον απολύσουν (Χάρι Τρούμαν, Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, Τζον Κένεντι και Ρίτσαρντ Νίξον) να το ξανασκεφτούν άρδην!
Μέχρι το 1960, το FBI είχε φακελωμένους τουλάχιστον 450.000 αμερικανούς πολίτες, ενώ οι φάκελοι που ο διευθυντής του FBI θεωρούσε «προσωπικούς και εμπιστευτικούς» παρέμεναν κλειδαμπαρωμένοι στο γραφείο του, λειτουργώντας πια ως όπλο κατά των πολιτικών και προσωπικών εχθρών του.
Όσο για την «κληρονομιά» του Χούβερ, αυτή φαίνεται να έχει δύο διαστάσεις: από τη μία, μετέτρεψε το FBI σε έναν σύγχρονο οργανισμό και για το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του οι Αμερικανοί τον αντιμετώπιζαν ως ήρωα. Από την άλλη όμως, η σκοτεινή του πλευρά (οι μυστικοί φάκελοι, η παρακολούθηση ηγετικών στελεχών των κοινωνικών κινημάτων καθώς και διάσημων σταρ, γερουσιαστών και ανθρώπων που απλά ζητούσαν να τελειώσει ο πόλεμος του Βιετνάμ), η οποία αποκαλύφθηκε κυρίως μετά τον θάνατό του, απέδειξε ότι κανείς δεν πρέπει να κρατά τα γκέμια της εξουσίας για 50 ολόκληρα χρόνια!
Πρώτα χρόνια
Ο Τζον Έντγκαρ Χούβερ γεννιέται την Πρωτοχρονιά του 1895 στην Ουάσιγκτον μέσα σε οικογένεια βρετανο-γερμανικής καταγωγής. Από μικρός ήταν υποχρεωμένος να συμβάλει στο οικογενειακό εισόδημα και να υποστηρίζει τα τρία αδέλφια του καθώς έχασε πρόωρα τον πατέρα του, κάτι που στιγμάτισε την παιδική του ηλικία.
Κι έτσι κατάφερε να αποφοιτήσει από το Τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Τζορτζ Ουάσιγκτον (1917) παρακολουθώντας τα βραδινά μαθήματα, καθώς τα πρωινά δούλευε στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου. Με υπερχειλίζουσα πια αυτοπεποίθηση, καθώς από τραυλό παιδί είχε μετατραπεί σε έναν ικανότατο ρήτορα, βάζει τώρα στο στόχαστρο το υπουργείο Δικαιοσύνης. Με τη βοήθεια ενός θείου του, εξασφαλίζει πράγματι δουλειά στο υπουργείο και μέσα σε δύο χρόνια καταφέρνει να ανέλθει στη θέση του ειδικού βοηθού του γενικού εισαγγελέα.
Τα καθήκοντά του είναι πλέον αυξημένα και περιλαμβάνουν μια σειρά από σκοτεινές τακτικές που θα σφραγίσουν το σύνολο του κατοπινού του βίου, όπως το στενό μαρκάρισμα σε εχθρούς του κράτους και ποταπά «κομμουνιστικά στοιχεία». Το 1919 του δίνεται μάλιστα η δυνατότητα να βρει την πραγματική του κλίση, ως αναπληρωτής διευθυντής πια του νεοϊδρυθέντος Γραφείου Ερευνών του υπουργείου Δικαιοσύνης (επίσης γνωστό ως Γενικό Τμήμα Πληροφοριών).
Σκοπός της νέας αυτής υπηρεσίας ήταν το φακέλωμα εξτρεμιστικών ομάδων και κοινωνικών κινημάτων, με τον ίδιο τον Χούβερ να τίθεται επικεφαλής μιας ζοφερής εκστρατείας συλλήψεων και απελάσεων πολιτικών αντιφρονούντων και άλλων «επικίνδυνων στοιχείων». Η επιχείρηση «Palmer Raids», κατά την οποία ο Χούβερ και τα τσιράκια του συνέλαβαν και απέλασαν πολλούς ακροαριστερούς και ειδικότερα αναρχικούς αμερικανούς (και μη) πολίτες, του έφερε την πρώτη θύελλα αντιδράσεων…
Η γέννηση του FBI
Ήταν το 1919 όταν ο Χούβερ έβαλε στο στόχαστρο τον αφρο-αμερικανό ηγέτη Marcus Garvey, αποκαλώντας τον «διαβόητο νέγρο ταραχοποιό» και εκκινώντας μια ανένδοτη σταυροφορία για τη συλλογή πληροφοριών που θα τον έφερναν στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς έκανε την κίνηση-ματ: ανησυχώντας για την ολοένα και αυξανόμενη επιρροή του ηγέτη του μαύρου κινήματος, προσλαμβάνει τον πρώτο ποτέ μαύρο πράκτορα στην ιστορία του Γραφείου Ερευνών.
Ο James Wormley Jones επιστρατεύεται για να εισβάλει στην οργάνωση και να παρακολουθεί κατά πόδας τον Garvey. Οι πληροφορίες που απέσπασε το «καρφί» έδωσαν τη δυνατότητα στον Χούβερ να σαμποτάρει τις ακτογραμμές Black Star Line του Garvey, μια σειρά από εμπορικά σκάφη δηλαδή με σκοπό τη μεταφορά αγαθών μεταξύ των μαύρων κοινοτήτων των ΗΠΑ, της Καραϊβικής και της Αφρικής. Ως αποτέλεσμα της δράσης του Χούβερ, η Black Star φαλίρισε οριστικά.
Η πετυχημένη για την κυβέρνηση έκβαση της υπόθεσης οδήγησε στην προαγωγή του Χούβερ από αναπληρωτή διευθυντή το 1921 σε απόλυτο αφεντικό του Γραφείου Ερευνών το 1924. Από τη θέση αυτή ήταν που θα ανανέωνε δραστικά τη λειτουργία της υπηρεσίας, εγκαινιάζοντας έτσι μια πληθώρα από μεταρρυθμίσεις.
Μετονομάζοντας το Γραφείο Ερευνών σε Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών (FBI δηλαδή), ο Χούβερ βάζει πλώρη για τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας του: απολύει όλους τους ειδικούς πράκτορες που δεν του κάνουν, θέτει σε εφαρμογή αυστηρότατες διαδικασίες επιλογής, εκπαίδευσης και επιθεώρησης του προσωπικού, καθιερώνει αρχείο δακτυλικών αποτυπωμάτων (το οποίο δεν θα αργήσει να γίνει η μεγαλύτερη βάση δεδομένων του κόσμου!), ιδρύει επιστημονικό εργαστήριο εξακρίβωσης εγκλημάτων και νέα υπηρεσία σήμανσης και σκαρώνει την Εθνική Ακαδημία του FBI, όπου συγκεντρώνει αξιωματικούς των υπηρεσιών επιβολής του νόμου από όλη τη χώρα για ειδική εκπαίδευση.
Ταυτοχρόνως, χρησιμοποιεί τις διασυνδέσεις του για να αποσπάσει ακόμα μεγαλύτερα κονδύλια από το Κογκρέσο και το σύγχρονο FBI έχει μόλις γεννηθεί! Και τότε ήταν που θα ξεκινούσαν τόσο τα καλά όσο και τα κακά της δράσης του. Πρώτος στόχος του FBI κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 ήταν η σύλληψη διαβόητων κακοποιών της Μαφίας. Η υπόθεση του γκάγκστερ Τζον Ντίλινγκερ μετέτρεψε τον Χούβερ σε εθνικό ήρωα.
Μερικές ακόμα πολύκροτες συλλήψεις «νονών» της Μαφίας μετά και το Γραφείο είναι πια πανίσχυρο, με τις δραστηριότητές του να καταλαμβάνουν τώρα πρωτόγνωρη έκταση. Ήταν το 1935 όταν το Γραφείο Ερευνών μετονομάστηκε σε FBI για να αντικατοπτρίζει τόσο τη νέα του ατζέντα όσο και το όραμα του ίδιου του Χούβερ.
Στη δεκαετία του 1940 και του 1950, ο Χούβερ θα έμενε γνωστός για την αντικομουνιστική του ρητορεία αλλά και τα διαβόητα μέτρα και τις παρασκηνιακές ενέργειες για την περιστολή των αντιαμερικανικών ενεργειών. Κανείς δεν ήταν πια ασφαλής από την έκνομη πολλές φορές δράση του μεγάλου αφεντικού του Ομοσπονδιακού Γραφείου.
Το 1956 θα έδειχνε σε όλους την πρωτόγνωρη δύναμή του: απογοητευμένος από την άρνηση του υπουργείου Δικαιοσύνης να του δώσει το πράσινο φως για να κυνηγήσει και να απελάσει ανθρώπους για τα πολιτικά τους πιστεύω, ο Χούβερ αναδιπλώνεται και ιδρύει το διαβόητο πρόγραμμα COINTELPRO, μια μυστική ομάδα δηλαδή που σύνορα και νόμιμα όρια δεν γνωρίζει στη δράση της. Οι πράκτορες επιδίδονται σε μια σειρά μυστικών και κατάφορα παράνομων ενεργειών που στόχο έχουν τη διάλυση ομάδων αλλά και τη σπίλωση των υπολήψεων πολιτικών αρχηγών, αφρο-αμερικανών ηγετών και όποιου άλλου έβαζε στο μάτι ο παντοδύναμος πια Χούβερ.
Στο στόχαστρό του είναι τώρα όλοι οι οργανισμοί που κατά τη γνώμη του κινούνταν πάντα υπογείως, από τους Μαύρους Πάνθηρες και το Εργατικό Κόμμα μέχρι και την Κου Κλουξ Κλαν…
Τουλάχιστον αμφιλεγόμενες τακτικές
Και βέβαια υπήρξε και το «Μεγάλο Φακέλωμα», όπως έμεινε γνωστό! Όλοι οι «ύποπτοι» στα μάτια του Χούβερ, όποιος δεν ήταν δηλαδή λευκός, χριστιανός και δεξιός, καταλαμβάνουν πια περίοπτη θέση στα απόρρητα αρχεία του FBI. Μιλάμε για περισσότερους από 450.000 πολίτες μπλεγμένους σε ένα πρωτοφανές κυνήγι μαγισσών. Αγαπημένος στόχος του Χούβερ, ο νομπελίστας συγγραφέας Έρνεστ Χέμινγουεϊ κάνει ανοιχτά λόγο για «αμερικανική Γκεστάπο», τα πλοκάμια της οποίας απλώνονται με εξαιρετική ευελιξία παντού.
Η λίστα του Χούβερ δεν ξεχνά κανέναν: από τον Αϊνστάιν και τη Μέριλιν Μονρόε ως τον Τζορτζ Όργουελ και τον Ντιν Μάρτιν. Και βέβαια λατρεμένος στόχος του Χούβερ παρέμενε ο αφρο-αμερικανός ηγέτης Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, τις σχέσεις με τον οποίο μετέτρεψε ο Χούβερ σε βεντέτα με τα όλα της: αποκαλώντας τον «ο πιο επικίνδυνος νέγρος για το μέλλον του έθνους», έβαλε την COINTELPRO να παρακολουθεί επί 24ώρου βάσεως τον ακτιβιστή, ελπίζοντας να τον ενοχοποιήσει με κάτι τρανταχτό. Και τρανταχτό στα μάτια του ήταν η κομμουνιστική δράση ή κάποιο σ@ξουαλικό σκάνδαλο.
Μέσω παράνομων υποκλοπών, ο Χούβερ πείθεται για συζυγικές απιστίες του Κινγκ και επιχειρεί να αφεθεί το υλικό να διαρρεύσει στον Τύπο. Όταν οι εφημερίδες αρνούνται να σπιλώσουν τη φήμη του ηγέτη, ο Χούβερ ξαποστέλνει τις κασέτες στη γυναίκα του Κινγκ αλλά και στον ίδιο προσωπικά, καλώντας τον σε αυτοκτονία για να γλιτώσει την ατίμωση! Ναι, για τέτοια εμμονή μιλάμε.
Την ίδια όμως στιγμή ο κουμανταδόρος του FBI επωφελείται από τις πλείστες επιτυχίες των πρακτόρων του στη δίωξη και σύλληψη λαμπρών αμερικανών γκάγκστερ, κι έτσι συνεχίζει να έχει το μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης στο πλευρό του.
Η COINTELPRO και οι παράνομες τακτικές της παρέμειναν εξάλλου μυστικές στο κοινό μέχρι το 1971! Και ήταν ακριβώς αυτή η δημοσιοποίηση που θα έφερνε τη σκληρότερη ίσως κριτική στη διοίκηση του Χούβερ αλλά και στο ίδιο το FBI και σε όσα σκοτεινά είχε αυτό μετατραπεί. Οι πηγές ανέφεραν διείσδυση σε πληθώρα κινημάτων, παράνομη παρακολούθηση χιλιάδων πολιτών, χάλκευση στοιχείων, υποκλοπές επικοινωνίας και διάδοση πλαστών φημών για τη σπίλωση συνειδήσεων. Και αν αυτά δεν ήταν αρκετά, οι ερευνητές βρήκαν και υποθέσεις ανθρωποκτονίας συγκεκριμένων υπόπτων, όλες ενορχηστρωμένες από τον Χούβερ και τα πρωτοπαλίκαρά του.
Όχι βέβαια ότι τον Χούβερ μπορούσε να τον αγγίξει τίποτα, κάτι που ήταν σαφές και ξεκάθαρο σε όσους ήξεραν. Οι Χάρι Τρούμαν, Τζον Κένεντι και Λίντον Τζόνσον, για παράδειγμα, προσπάθησαν δραστικά να τον απολύσουν κατά τη διάρκεια μάλιστα της προεδρίας τους και είδαν ότι μόνο εύκολο δεν ήταν, κι αυτό γιατί ο διευθυντής του FBI είχε προφανώς στα χέρια του τα «άπλυτα» όλων. Οι ευαίσθητες πληροφορίες και οι απόρρητοι φάκελοι του Χούβερ του χάριζαν μια πρωτοφανή ασυλία πέρα και πάνω από κάθε έννοια νόμου.
Ταυτοχρόνως, οι ισχυρές διασυνδέσεις του στο Κογκρέσο (πιθανότατα άλλο ένα αποτέλεσμα του κύματος εκβιασμών που είχε εξαπολύσει) του εξασφάλιζαν αθρόα χρηματοδότηση και υποστήριξη στα υψηλά κλιμάκια της πολιτικής ζωής και κανείς δεν μπορούσε να τον κουνήσει από τη θέση του. Κι έτσι οι πρόεδροι άλλαζαν απανωτά στα 48 αυτά χρόνια που παρέμεινε επικεφαλής του FBI, από τον Κούλιτζ ως τον Νίξον δηλαδή(!), ο Χούβερ όμως παρέμενε αμετακίνητος στη θέση του.
Αυτό που έλεγαν συχνά, ότι μόνο ο θάνατος δηλαδή θα τον έκανε να παραιτηθεί από τα καθήκοντά του, επιβεβαιώθηκε: όταν ο Τζ. Έντγκαρ Χούβερ έφευγε από τη ζωή στον ύπνο του στις 2 Μαΐου 1972, ήταν ακόμα το παντοδύναμο μεγαλοαφεντικό του FBI! Μετά τον θάνατό του, το στρατηγείο του Ομοσπονδιακού Γραφείου στην Ουάσιγκτον πήρε το όνομα του σκοτεινού επικεφαλής του, όχι όμως χωρίς σφοδρές αντιδράσεις, αφού δεν ήταν λίγοι αυτοί που αντιτάχθηκαν στην κυβερνητική πρόθεση.
Κι αυτό γιατί κάτω την ηγεσία του Χούβερ, το FBI έγινε μεν διάσημο για την αδιάβλητη λειτουργία του, αλλά και διαβόητο ταυτοχρόνως για την ανεξαρτησία του από κάθε πολιτικό έλεγχο. Αλλά και για τις αυταρχικές και συχνά απάνθρωπες πρακτικές του διευθυντή του…
0 comments
Δημοσίευση σχολίου