ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΤΟΥ ΠΟΥΤΙΝ! ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ
ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΤΟΥ ΠΟΥΤΙΝ! ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ

Συνάδελφοι, φίλοι.
Θέλω να τονίσω πως δεν είμαστε εμείς που το αρχίσαμε αυτό. Άλλη μια φορά ολισθαίνουμε στους καιρούς όπου αντί της ισορροπίας συμφερόντων και των αμοιβαίων εγγυήσεων, είναι ο φόβος και η αμοιβαία καταστροφή που εμποδίζει τα έθνη να εμπλακούν σε ευθεία σύγκρουση. Εν απουσία νομικών και πολιτικών οργάνων, τα όπλα και πάλι γίνονται το επίκεντρο του διεθνούς ημερολογίου, χρησιμοποιούμενα οπουδήποτε και οποτεδήποτε, χωρίς οποιεσδήποτε σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Και εάν το Συμβούλιο Ασφαλείας αρνηθεί να παραγάγει τέτοιες αποφάσεις, τότε αμέσως κηρύσσεται ως απαρχαιωμένο και αναποτελεσματικό όργανο.

Πολλά κράτη δεν βλέπουν άλλους τρόπους να εξασφαλίσουν την κυριαρχία τους από το να αποκτήσουν δικές τους βόμβες. Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Επιμένουμε να συνεχισθούν οι συνομιλίες, δεν είμαστε απλώς υπέρ των συνομιλιών, αλλά επιμένουμε για την συνέχιση συνομιλιών για την μείωση του πυρηνικού οπλοστασίου. ΄Οσο λιγότερα πυρηνικά όπλα έχουμε στον κόσμο, τόσο καλύτερα. Και είμαστε έτοιμοι για τις σοβαρότερες, συγκεκριμένες συζητήσεις για πυρηνικό αφοπλισμό – αλλά μόνο για σοβαρές συζητήσεις, χωρίς δύο μέτρα και σταθμά.

Τι εννοώ; Σήμερα, πολλοί τύποι όπλων υψηλής ακριβείας προσεγγίζουν ήδη τα όπλα μαζικής καταστροφής από την άποψη των δυνατοτήτων τους και στην περίπτωση της εγκατάλειψης των πυρηνικών όπλων ή του δραστικού περιορισμού του πυρηνικού δυναμικού, τα έθνη που ηγούνται στην δημιουργία και στην παραγωγή συστημάτων υψηλής ακριβείας θα διαθέτουν σαφές στρατιωτικό πλεονέκτημα. Η στρατηγική ισορροπία θα έχει διαταραχθεί και αυτό θα οδηγήσει σε αποσταθεροποίηση. Η χρησιμοποίηση του λεγομένου πρώτου συνολικού προληπτικού πλήγματος μπορεί να καταστεί δελεαστική. Εν ολίγοις, οι κίνδυνοι δεν μειώνονται αλλά εντείνονται.

Η επομένη προφανής απειλή είναι η περαιτέρω κλιμάκωση των εθνικών, θρησκευτικών και κοινωνικών συγκρούσεων. Τέτοιες συγκρούσεις είναι επικίνδυνες όχι μόνο καθ’ εαυτές αλλά επίσης επειδή δημιουργούν ζώνες αναρχίας, παρανομίας και χάους γύρω τους, χώρους φιλόξενους για τρομοκράτες και εγκληματίες, όπου ακμάζει η πειρατεία και το λαθρεμπόριο ανθρώπων και ναρκωτικών.

Παρεμπιπτόντως, οι εταίροι μας προσπάθησαν διαδικασίες, να χρησιμοποιήσουν περιφερειακές συγκρούσεις και να σχεδιάσουν έγχρωμες επαναστάσεις που να εξυπηρετούν τα συμφέροντα τους, αλλά το δαιμόνιο διέφυγε από το μπουκάλι. Φαίνεται πως και οι ίδιοι οι πατέρες της θεωρίας του χάους δεν ξαίρουν τι να το κάνουν και ότι υπάρχει σύγχυση στις τάξεις τους.

Παρακολουθούμε στενά τις συζητήσεις από την κυβερνώσα ελίτ και την κοινότητα των ειδικών. Αρκεί να κοιτάξει κανείς τους τίτλους του Δυτικού Τύπου στη διάρκεια του περασμένου χρόνου. Οι ίδιοι άνθρωποι αποκαλούνται μαχητές της δημοκρατίας και κατόπιν ισλαμιστές, πρώτα γράφουν για επαναστάσεις και μετά για οχλαγωγία και αναταραχή. Το αποτέλεσμα είναι φανερό: η μεγαλύτερη εξάπλωση του διεθνούς χάους.

Συνάδελφοι, με την δεδομένη διεθνή κατάσταση είναι καιρός να αρχίσουμε να συμφωνούμε σε θεμελιώδη πράγματα. Αυτό είναι απίστευτα σημαντικό και απαραίτητο, είναι πολύ καλύτερο από το να γυρίσουμε πίσω στις παλιές μας γωνίες. ΄Οσο περισσότερο όλοι μας αντιμετωπίζουμε κοινά προβλήματα, τόσο περισσότερο βλέπουμε πως βρισκόμαστε, ούτως ειπείν, στην ίδια βάρκα. Και η λογική διέξοδος βρίσκεται στη συνεργασία μεταξύ εθνών και κοινωνιών στην ανεύρεση συλλογικών απαντήσεων σε αυξανόμενες προκλήσεις και σε συλλογική διαχείριση κινδύνου. Γεγονός είναι πως ορισμένοι από τους εταίρους μας το θυμούνται αυτό, μόνο όταν ταιριάζει στα συμφέροντά τους.

Η πρακτική πείρα δείχνει πως οι κοινές απαντήσεις στις προκλήσεις δεν είναι πάντοτε πανάκεια και αυτό πρέπει να το καταλάβουμε. Επί πλέον, στις περισσότερες περιπτώσεις είναι δύσκολο να επιτευχθούν. Δεν είναι εύκολο να υπερνικηθούν οι διαφορές σε εθνικά συμφέροντα, η υποκειμενικότητα των διαφόρων προσεγγίσεων, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για έθνη με διαφορετικές πολιτιστικές και ιστορικές παραδόσεις. Αλλά, παρ’ όλα αυτά έχουμε παραδείγματα όπου, όταν έχουμε κοινούς στόχους και ενεργούμε με βάση τα ίδια κριτήρια, μαζί φθάνουμε σε κοινή επιτυχία.

Να σας θυμίσω τη λύση του προβλήματος των χημικών όπλων στη Συρία και τον ουσιαστικό διάλογο για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, όπως επίσης την κοινή εργασία μας για τα θέματα της Βορείου Κορέας, που είχε επίσης ορισμένα θετικά αποτελέσματα. Γιατί να μην μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή την πείρα στο μέλλον για να λύσουμε τοπικές και διεθνείς προκλήσεις;

Ποια θα μπορούσε να είναι η νομική, πολιτική και οικονομική βάση για μια νέα τάξη, που θα καθιστούσε δυνατή τη σταθερότητα και την ασφάλεια, ενώ θα επέτρεπε τον υγιή συναγωνισμό, αποτρέποντας τον σχηματισμό νέων μονοπωλίων που εμποδίζουν την ανάπτυξη; Δεν είναι πιθανό ότι κάποιος θα μπορούσε να προσφέρει απόλυτα διεξοδικές, ετοιμοπαράδοτες λύσεις αυτή την ώρα. Θα χρειαστούμε εκτεταμένη δουλειά και συμμετοχή από ευρεία κλίμακα κυβερνήσεις, διεθνείς επιχειρήσεις, κοινωνίας των πολιτών και βάσεις εμπειρογνωμόνων όπως η παρούσα.

Είναι ωστόσο σαφές ότι η επιτυχία και τα πραγματικά αποτελέσματα είναι τότε δυνατά όταν κρίσιμοι συμμετέχοντες στις διεθνείς υποθέσεις μπορούν να συμφωνήσουν στην εναρμόνιση βασικών συμφερόντων με λογική αυτοσυγκράτηση και να δημιουργήσουν παράδειγμα θετικής και υπεύθυνης ηγεσίας. Θα πρέπει να ορίσουμε σαφώς το σημείο όπου (πρέπει να) σταματούν οι μονομερείς ενέργειες, πρέπει να εφαρμόσουμε πολυμερείς μηχανισμούς και – ως μέρος της ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας του Διεθνούς Δικαίου- θα πρέπει να λύσουμε το δίλημμα ανάμεσα στις ενέργειες της διεθνούς κοινότητος για να προασπίσει ασφάλεια και ανθρώπινα δικαιώματα και στην αρχή της εθνικής κυριαρχίας και της μη ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις οιουδήποτε κράτους.

Αυτές ακριβώς οι αντιθέσεις οδηγούν ολοένα και περισσότερο σε αυθαίρετη εξωτερική παρέμβαση σε περίπλοκες εσωτερικές διαδικασίες και ξανά και ξανά προκαλούν επικίνδυνες συγκρούσεις μεταξύ ηγετικών διεθνών παικτών. Το θέμα της περιφρούρησης της εθνικής κυριαρχίας αναδεικνύεται σχεδόν κυρίαρχο στην διατήρηση και ενίσχυση της διεθνούς σταθερότητος.

Σαφώς η συζήτηση περί τα κριτήρια χρήσεως εξωτερικής ισχύος είναι πολύ δύσκολη: είναι σχεδόν αδύνατος ο διαχωρισμός της από τα συμφέροντα συγκεκριμένων εθνών. Ωστόσο είναι πολύ περισσότερο επικίνδυνο να μην υπάρχουν συμφωνίες, που να είναι σαφείς για όλους, όταν δεν έχουν ορισθεί οι σαφείς προϋποθέσεις για μιαν αναγκαία και νόμιμη ανάμειξη

Θα προσθέσω ότι οι διεθνείς σχέσεις πρέπει να διέπονται από το Διεθνές Δίκαιο, το οποίο με τη σειρά του θα πρέπει να βασίζεται σε ηθικές αξίες, όπως η δικαιοσύνη, η ισότητα και η αλήθεια.
΄Ισως το σημαντικότερο είναι ο σεβασμός καθενός στους εταίρους του και στα συμφέροντά τους. Αυτή είναι μια προφανής συνταγή, αλλά και μόνη η εφαρμογή της θα μπορούσε να αλλάξει ριζικά την διεθνή κατάσταση.

Eίμαι βέβαιος ότι, εάν υπάρχει η βούληση, μπορούμε να αποκαταστήσουμε την αποτελεσματικότητα του διεθνούς και περιφερειακού θεσμικού συστήματος. Δεν χρειάζεται καν να οικοδομήσουμε τίποτα εκ νέου, από την αρχή. Δεν υπάρχει εδώ ένα χέρσο πεδίο. Ιδιαίτερα όταν οι θεσμοί που δημιουργήθηκαν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είναι εντελώς γενικοί και μπορεί να τους δοθεί σύγχρονο περιεχόμενο, κατάλληλο για την διαχείριση της σημερινής πραγματικότητας.

Αυτό ισχύει για την βελτίωση της λειτουργίας του ΟΗΕ, του οποίου ο κεντρικός ρόλος είναι αναντικατάστατος, ως επίσης για τον ΟSCE (Οργανισμό Ευρωπαϊκής Ασφαλείας και Συνεργασίας), o οποίος, κατά την διάρκεια 40 χρόνων απέδειξε ότι είναι ένας απαραίτητος μηχανισμός για την εξασφάλιση ασφαλείας και συνεργασίας στην Ευρω-Ατλαντική περιοχή. Θα πρέπει να πω ότι ακόμη και σήμερα στην προσπάθεια επιλύσεως της κρίσεως στην Ουκρανία ο ΟSCE παίζει ένα πολύ θετικό ρόλο.

Υπό το φως των θεμελιωδών μεταβολών στο διεθνές περιβάλλον, της αυξήσεως του ανεξέλεγκτου και των διαφόρων απειλών, έχουμε ανάγκη μιας νέας συναινέσεως των υπευθύνων δυνάμεων. Δεν είναι για κάποιες τοπικές συμφωνίες ή για μία διαίρεση των σφαιρών επιρροής στο πνεύμα της κλασσικής διπλωματίας, η την πλήρη παγκόσμια κυριαρχία κάποιου. Νομίζω ότι έχουμε ανάγκη μιας νέας εκδοχής της αλληλεξάρτησης. Δεν θα έπρεπε να το φοβόμαστε. Αντίθετα, είναι ένα καλό όργανο για την εναρμόνιση των θέσεων.

Αυτό είναι ιδιαίτερα επίκαιρο με δεδομένη την ενίσχυση και την ανάπτυξη ορισμένων περιοχών του πλανήτη, διαδικασία η οποία αντικειμενικά απαιτεί την θεσμοποίηση αυτών των νέων πόλων, τη δημιουργία ισχυρών περιφερειακών οργανώσεων και την ανάπτυξη κανόνων για την αλληλεπίδραση μεταξύ των. Η συνεργασία μεταξύ αυτών των κέντρων θα συμβάλει σοβαρά στην διεθνή ασφάλεια, σωφροσύνη και οικονομία.

Αλλά για να αρχίσουμε ένα τέτοιο διάλογο είναι ανάγκη να ξεκινήσουμε από μια δεδομένη αντίληψη ότι όλα τα περιφερειακά κέντρα και τα ενοποιητικά προγράμματα που διαμορφώνονται πέριξ αυτών θα πρέπει να έχουν ίσα δικαιώματα στην ανάπτυξη, έτσι ώστε να αλληλοσυμπληρώνονται και κανείς να μη μπορεί έντεχνα να τα εξωθήσει σε αντίθεση ή σύγκρουση. Τέτοιες καταστρεπτικές ενέργειες θα έθραυαν δεσμούς μεταξύ κρατών και τα ίδια τα κράτη θα υποβάλλονταν σε ακραίες δοκιμασίες και ίσως ακόμη σε πλήρη καταστροφή.

Θ ήθελα να σας θυμίσω τα γεγονότα του περασμένου χρόνου. Είχαμε πει στους Αμερικανούς και Ευρωπαίους εταίρους μας ότι βιαστικές παρασκηνιακές αποφάσεις, επί παραδείγματι, για την σύνδεση της Ουκρανίας με την ΕΕ συνεπάγονται σοβαρούς κινδύνους για την οικονομία. Δεν είπαμε καν οτιδήποτε για πολιτική, μιλήσαμε μόνο για την οικονομία, λέγοντας ότι παρόμοια βήματα, που γίνονται χωρίς προηγούμενες διευθετήσεις, θίγουν τα συμφέροντα πολλών άλλων εθνών, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας ως κύριο εμπορικό εταίρο της Ουκρανίας, και ότι είναι απαραίτητη μια ευρεία συζήτηση των προβλημάτων. Παρεμπιπτόντως να σας θυμίσω σχετικά ότι οι διαπραγματεύσεις για την εισδοχή της Ρωσίας στον Οργανισμό Διεθνούς Εμπορίου διήρκεσαν 19 χρόνια.΄Ηταν μια δύσκολη εργασία και επιτεύχθηκε κάποια συναίνεση.

Γιατί αναφέρομαι σε αυτό; Επειδή, εφαρμόζοντας το πρόγραμμα συνδέσεως της Ουκρανίας, θα έρχονταν σε εμάς από την πίσω πόρτα, ούτως ειπείν, με τα προϊόντα τους και τις υπηρεσίες τους και εμείς δεν είμαστε σύμφωνοι, κανείς δεν μας ρώτησε γι’ αυτό. Είχαμε συζητήσεις με την ΕΕ, για όλα τα θέματα που είχαν σχέση με τη σύνδεση της Ουκρανίας, επίμονες συζητήσεις, αλλά θέλω να τονίσω ότι αυτό έγινε κατά ένα απόλυτα πολιτισμένο τρόπο, επισημαίνοντας τα διάφορα προβλήματα, παρουσιάζοντας την προφανή λογική και τα επιχειρήματα μας. Κανείς δεν ήθελε να μας ακούσει και κανείς δεν ήθελε να συζητήσει. Μας είπαν απλώς αυτό δεν είναι δική σας δουλειά, τελεία. Τέλος της συζήτησης. Αντί ενός περιεκτικού αλλά –το τονίζω- πολιτισμένου διαλόγου όλα συνοψίσθηκαν σε μια ανατροπή κυβερνήσεως, έριξαν μια χώρα στο χάος, στην οικονομική και κοινωνική κατάρρευση, στον εμφύλιο πόλεμο με πολυάριθμα θύματα.

Γιατί; Όταν ρωτώ τους συναδέλφους μου γιατί, δεν έχουν πλέον απάντηση, κανείς δεν λέει τίποτα. Αυτό είναι. ΄Ολοι τα έχουν χαμένα, λένε έτσι εξελίχθηκαν τα πράγματα. Αυτές οι ενέργειες δεν έπρεπε να είχαν ενθαρρυνθεί, δεν μπορούσε να επιτύχει. Στο κάτω-κάτω ο τέως πρόεδρος Γιανούκοβιτς υπέγραψε τα πάντα, συμφώνησε στα πάντα. Γιατί το έκαναν; Τι νόημα είχε; Τι είναι αυτό, είναι πολιτισμένος τρόπος για τη λύση προβλημάτων; Προφανώς αυτοί που συνεχώς επισωρεύουν νέες χρωματιστές επαναστάσεις θεωρούν τους εαυτούς τους μεγαλοφυείς καλλιτέχνες και απλώς δεν μπορούν να σταματήσουν.

Είμαι πεπεισμένος ότι το έργο των ολοκληρωμένων ενώσεων, η συνεργασία των περιφερειακών συγκροτημάτων θα πρέπει να οικοδομηθεί σε βάσεις σαφήνειας και διαφάνειας: η διαδικασία πραγματοποιήσεως της Ευρασιατικής Οικονομικής ΄Ενώσεως είναι ένα καλό παράδειγμα τέτοιας διαφάνειας. Τα κράτη που συμμετέχουν ενημέρωσαν προκαταβολικά τους εταίρους τους για τα σχέδιά τους, καθορίζοντας τις παραμέτρους της ενώσεώς μας, τις αρχές που διέπουν τις εργασίες, οι οποίες ανταποκρίνονται πλήρως στους κανόνες του Οργανισμού Διεθνούς Εμπορίου.

Να προσθέσω ότι θα δεχόμαστε επίσης ευχαρίστως την έναρξη ενός σοβαρού διαλόγου μεταξύ της Ευρασιατικής και της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Παρεμπιπτόντως, και αυτό μας το αρνήθηκαν σχεδόν πλήρως επίσης, και είναι εξ ίσου άγνωστοι οι λόγοι γιατί- τι είναι αυτό που προκαλεί φόβο;

Και φυσικά, με τέτοια κοινή εργασία, θα χρειαζόμαστε διάλογο (μίλησα γι’ αυτό πολλές φορές και άκουσα συμφωνία από πολλούς δυτικούς εταίρους μας, τουλάχιστον στην Ευρώπη) για την ανάγκη να δημιουργήσουμε ένα κοινό πεδίο για οικονομική και ανθρωπιστική συνεργασία, που να εκτείνεται από τον Ατλαντικό ως τον Ειρηνικό Ωκεανό.

Συνάδελφοι, η Ρωσία έκανε την επιλογή της. Οι προτεραιότητες μας είναι να βελτιώσουμε περαιτέρω τους δημοκρατικούς και θεσμούς ανοικτής οικονομίας μας, να επιταχύνουμε την εσωτερική ανάπτυξη, λαμβάνοντας υπ΄όψιν όλες τις θετικές σύγχρονες τάσεις στον κόσμο και να ισχυροποιήσουμε μια κοινωνία βασισμένη στις παραδοσιακές αξίες και στον πατριωτισμό.

΄Εχουμε ένα θετικό ειρηνικό πρόγραμμα προσανατολισμένο σε συνενώσεις, εργαζόμαστε δραστήρια με τους συναδέλφους μας της Ευρασιατικής Ενώσεως, του Οργανισμού Συνεργασίας της Σανγκάης, των BRICS (Βραζιλία-Ρωσία-Ινδία-Κίνα- Νότιος Αφρική) και άλλους εταίρους. Το πρόγραμμα αποβλέπει στην ανάπτυξη δεσμών μεταξύ των κυβερνήσεων, όχι σε διασπάσεις. Δεν σχεδιάζουμε να μαντρώσουμε σε οποιαδήποτε μπλόκ ή να εμπλακούμε σε ανταλλαγές χτυπημάτων.

Οι ισχυρισμοί και οι δηλώσεις ότι η Ρωσία προσπαθεί να εγκαταστήσει κάποιου είδους αυτοκρατορία καταπατώντας την κυριαρχία των γειτόνων της είναι ασύστατοι. Η Ρωσία δεν έχει ανάγκη οποιασδήποτε ειδικής, αποκλειστικής θέσεως στον κόσμο –αυτό επιθυμώ να το τονίσω. Ενώ σεβόμαστε τα συμφέροντα των άλλων, απλώς θέλουμε τα δικά μας συμφέροντα να λαμβάνονται υπ΄όψιν και η θέση μας να συναντά τον σεβασμό.

΄Εχουμε πλήρη αντίληψη του ότι ο κόσμος έχει μπει σε μιαν εποχή αλλαγών και συνολικών μεταμορφώσεων, όπου όλοι έχουμε ανάγκη από ένα ιδιαίτερο μέτρο προσοχής, την ικανότητα να αποφεύγουμε απερίσκεπτα βήματα. Στα χρόνια μετά τον Ψυχρό Πόλεμο οι συμμετέχοντες στη παγκόσμια πολιτική έχασαν κάπως αυτές τις ιδιότητες. Τώρα χρειαζόμαστε να τα ξαναθυμηθούμε. Αλλιώς, οι ελπίδες για μια ειρηνική, σταθερή ανάπτυξη θα είναι μια επικίνδυνη ψευδαίσθηση, ενώ η σημερινή αναταραχή θα χρησιμεύσει απλώς σαν εισαγωγή στην κατάρρευση της παγκόσμιας τάξης.

Ναι, φυσικά, το είπα ήδη ότι η οικοδόμηση μιας σταθερότερης παγκόσμιας τάξης είναι ένα δύσκολο έργο. Μιλάμε για μια μακρά και δύσκολη προσπάθεια. Υπήρξαμε ικανοί να αναπτύξουμε κανόνες αλληλεπίδρασης μετά τον ΙΙ Παγκόσμιο Πόλεμο και ικανοί να επιτύχουμε μια συμφωνία στο Ελσίνκι στη δεκαετία του 1970. Είναι κοινό καθήκον μας να λύσουμε αυτή την θεμελιώδη πρόκληση σε αυτή την νέα φάση εξέλιξης.

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την προσοχή σας.

Μετάφραση Μιχ. ΣτυλιανούΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΕΔΩ

Post A Comment:

Εγγραφείτε στις ενημερώσεις Push Notifications