Η Τυχαιότητα είναι μια απλή Σύμπτωση;
ο Θεός δεν παίζει ζάρια

Ο “πανέξυπνος” Αϊνστάιν είπε πως ο Θεός δεν παίζει ζάρια
Για να του απαντήσει ο Νιλς Μπορ ανόητε σταμάτα να λες στον Θεό τι να κάνει

Ο ηθοποιός Charles Francis Coghlan γεννήθηκε στο Παρίσι το 1841. Ακολούθησε μια λαμπρή καριέρα στο θέατρο και διακρίθηκε ειδικά για τους σαιξπηρικούς του ρόλους. Πέθανε το 1899 στο Galveston του Τέξας κατά τη διάρκεια μιας θεατρικής περιοδείας. Την επόμενη ημέρα οι ειδήσεις έκαναν λόγο για την μεταφορά της σωρού του στο νησί Prince Edward του Καναδά, όπου διατηρούσε την εξοχική του κατοικία, προκειμένου να θαφτεί εκεί. Η επιθυμία του ήταν να αποτεφρωθεί.

Η γυναίκα του, η οποία θα αναλάμβανε τις σχετικές διαδικασίες για την μεταφορά της σωρού του στη Νέα Υόρκη –καθότι μόνο εκεί διέθεταν τα σχετικά μέσα για την αποτέφρωση– αναγκάστηκε να ταξιδέψει στο Μόντρεαλ, για να βρεθεί στο πλευρό της άρρωστης κόρης της, αφήνοντας προσωρινά τη σωρό του άντρα της σε ένα πρόχειρο μεταλλικό φέρετρο σε κάποιο νεκροταφείο του Galveston. Εκεί και παρέμεινε η σωρός για εννιά μήνες, ώσπου χτυπήθηκε η πόλη από τον φοβερό τυφώνα του 1900 που σκότωσε χιλιάδες ανθρώπους. Πολλά από τα φέρετρα και όχι μόνο, παρασύρθηκαν στη θάλασσα. Η σωρός του Coghlan αγνοούνταν για επτά περίπου χρόνια. Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, την ανακάλυψαν το 1907 κάτι ψαράδες, σε σημείο κοντά στο νησί Prince Edward. Είχε ξεβραστεί κοντά στον τόπο της εξοχικής του κατοικίας.

Η αντικειμενική υπόσταση της ιστορίας της σωρού του Coghlan είναι αμφισβητούμενη. Αν λάβουμε ως δεδομένο όμως πως τα δημοσιεύματα και οι ιστορίες σχετικά με το «ταξίδι» του πίσω στο σπίτι του είναι πραγματικά, τότε, κατά πόσο αγγίζουν όλα αυτά τα γεγονότα τις παρυφές μια απλής σύμπτωσης και κατά πόσο μια σύμπτωση αποτελεί μια απλή τυχαιότητα;

Κάποιοι ισχυρίζονται πως τα πάντα είναι αλληλένδετα, αλληλοεξαρτώμενα. Πως τα στοιχεία που συνθέτουν τον κόσμο, ορατό και αόρατο, είναι ραμμένα με διάφανες κλωστές, υπό την καθοδήγηση ενός μυστηριώδους μαριονεττίστα, όποιο κι αν είναι το όνομά του. Αν όντως δεν είμαστε παρά μικρές μαριονέττες σε ένα πλαίσιο προκαθορισμένο, τότε οι διάφορες συμπτώσεις δεν είναι παρά αναπόφευκτα σεναριακά σημεία έκπληξης. Κάποια σημεία περνούν απαρατήρητα, κάποια αφήνουν το στίγμα τους, κάποια μεταφέρουν σημάδια ως φωτεινές πινακίδες επιλογών και κατευθύνσεων, ενώ άλλα είναι δυσερμήνευτα, κουκουλοφορεμένα και διαχέονται στον χώρο υπό την ιδιότητα κάποιου είδους έμμεσου αγγελιοφόρου.

Ο Ιπποκράτης έλεγε πως υπάρχει μια κοινή ροή κι έτσι τα πάντα συμπάσχουν. Από την φιλοσοφία μέχρι την επιστήμη, το φαινόμενο των συμπτώσεων έχει αποτελέσει θέμα προς συζήτηση, προς έρευνα και προς διαμάχη. Ο Άρθουρ Καίσλερ στο βιβλίο του Οι ρίζες της σύμπτωσης παραθέτει διάφορες απόψεις προερχόμενες από τον χώρο της επιστήμης αλλά και της παραψυχολογίας καταλήγοντας ότι θα ήταν χρήσιμο ο τελευταίος αυτός τομέας να ληφθεί περισσότερο σοβαρά υπόψη από τους επιστήμονες.

Ο Κάμερερ (Αυστριακός βιολόγος) από τα είκοσι μέχρι τα σαράντα του χρόνια, κρατούσε ευλαβικά ένα ημερολόγιο συμπτώσεων. Μέσα από τις παρατηρήσεις του, κατέληξε στο ότι οι συμπτώσεις στην πραγματικότητα έρχονται σε σειρές, υπάρχει δηλαδή μια υπάκουη διαδοχή ίδιων ή παρεμφερών πραγμάτων (ένα κακό δεν έρχεται ποτέ μόνο του). Στο βιβλίο του, αναφέρεται σε προηγούμενες θεωρίες γύρω από την περιοδικότητα, όπως είναι το μαγικό επτά του Πυθαγόρα και οι περιστρεφόμενοι κύκλοι καλών και κακών ημερών του Γκαίτε.

Ο Jung, πίστευε πως τα τυχαία συμβάντα δεν είναι τυχαία και διατύπωσε την θεωρία της συγχρονικότητας προκειμένου να εξηγήσει τις συγκλίσεις γεγονότων που έχουν πραγματικό νόημα. Στην επιστήμη των μαθηματικών υπάρχει ιδιαίτερος κλάδος που ασχολείται με την ανάλυση τυχαίων φαινομένων και ονομάζεται θεωρία των πιθανοτήτων. Στην θεωρία των πιθανοτήτων μελετούνται γεγονότα τυχαία όπως είναι για παράδειγμα η ρίψη ενός ζαριού, διαπιστώνεται όμως, πως τέτοια τυχαία γεγονότα παρουσιάζουν κάποια προβλέψιμα στατιστικά μοτίβα.

Ένα μαθηματικό αποτέλεσμα που περιγράφει ένα τέτοιο μοτίβο αποτελεί και ο νόμος των μεγάλων αριθμών. Με βάση τον νόμο αυτό, είναι ιδιαίτερα πιθανές οι πολλές περίεργες συμπτώσεις όταν έχουμε ένα μεγάλο δείγμα. Ως απλό παράδειγμα αναφέρεται πως αν επιλέξουμε 23 τυχαίους ανθρώπους, υπάρχει πιθανότητα 50% να βρούμε ανάμεσα τους δύο άτομα με την ίδια γενέθλια ημέρα.

Στο μυθιστόρημα του το 1838 «Η αφήγηση του Άρθουρ Γκόρντον Πυμ από το Νάντακετ» ο Έντγκαρ Άλαν Πόε περιγράφει την δολοφονία και τον κανιβαλισμό ενός ναύτη ονόματι Ρίτσαρντ Πάρκερ από τους συναδέλφους του, μετά από ναυάγιο. Το 1884 τρεις ναυτικοί δικάζονται για τον φόνο και τον κανιβαλισμό ενός τέταρτου με το όνομα Ρίτσαρντ Πάρκερ.

Το 1899 ένας άντρας σκοτώθηκε στην αυλή του σπιτιού του από κεραυνό, στο Τορόντο της Ιταλίας. Το 1929 και το 1939 ο γιός και ο εγγονός αντίστοιχα του πρώτου άντρα, σκοτώθηκαν στο ίδιο ακριβώς σημείο με τον ίδιο τρόπο.

Ο Mark Twain (Αμερικανός συγγραφέας) γεννήθηκε το 1835, ημέρα που συνέπεσε με την εμφάνιση του κομήτη Halley. Απεβίωσε το 1910 την ημέρα που ο συγκεκριμένος κομήτης έκανε πάλι την εμφάνισή του στη γη.

Αυτά είναι μερικά μόνο, παραδείγματα περίεργων συμπτώσεων. Κάποιες από αυτές δεν αποτελούν παρά τα θύματα ενός «χαλασμένου τηλεφώνου» που παίζεται αρκετές φορές (είτε συνειδητά είτε ανεπίγνωστα) από τους διάφορους φορείς της ενημέρωσης. Οι υπόλοιπες όμως αποτελούν γνήσια προϊόντα της πραγματικότητας, είναι ποικίλες και γεμίζουν ένα βαρύ σεντούκι μέσα στο οποίο η Ειμαρμένη, η Μοίρα, φαίνεται να υφαίνει στωικά τα νήματα της πορείας των πραγμάτων.

Μια τέτοια αντίληψη ακούγεται μοιρολατρική. Για την ίδια μάλιστα την γέννηση του Σύμπαντος οι αστροφυσικοί αναφέρουν πως οφείλεται σε μια σειρά από συμπτώσεις η επικράτηση της ύλης σε σχέση με την αντιύλη. Πέρα από τους χαρακτηρισμούς των αντιλήψεων και των διάφορων «σχολών» σε σχέση με τις θεωρίες περί συμπτώσεων, ποιος μπορεί να αρνηθεί την καθαρή ύπαρξη περίεργων φαινομένων που λαμβάνουν χώρα μέσα στην καθημερινότητά του.

Τηλέφωνα που χτυπάνε όταν τυχαίνει να σκεφτόμαστε τον συγκεκριμένο καλούντα, πινακίδες στο δρόμο ή σελίδες βιβλίων που φαίνεται κάτι να υπαγορεύουν, αναπάντεχες συναντήσεις και παράξενες ματαιώσεις και γενικότερα ένα ολόκληρο σύστημα από αόρατους διαύλους, μέσα από τους οποίους το αόρατο φαίνεται να επικοινωνεί με το ορατό.

Είναι δεδομένο ότι το μεγαλύτερο μέρος των συμπτώσεων δημιουργούνται, όταν κάποιος έχει ιδιαίτερα τεταμένη την προσοχή του, ( και ο ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΣ ΕΠΗΡΕΑΖΕΙ ΤΟ ΠΑΡΑΤΗΡΟΥΜΕΝΟ) όταν βρίσκεται σε εγρήγορση, όταν οι κεραίες του υψωμένες αγγίζουν τις συχνότητες του υπερβατού. Από τις θεωρίες άλλωστε περί συμπτώσεων πηγάζουν και οι διάφορες θεωρίες περί τηλεπάθειας, παρ αίσθηση αντίληψης, προαισθήματος, πρόληψης του μέλλοντος.

Ο αντίλογος τοποθετείται στο ότι πολλές φορές μία σύμπτωση αποτελεί σύμπτωση επειδή κάποιος την εκλαμβάνει ή θέλει να την εκλάβει ως τέτοια. Άλλωστε μία σύμπτωση δεν μπορεί να προβλεφθεί αλλά αντιμετωπίζεται εκ των υστέρων ως τέτοια, με την παράθεση των σχετικών γεγονότων στα κατώτερα στρώματα της νόησης. Στα ανώτερα επίπεδα νόησης όμως, ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ τι είναι αυτό που δημιουργεί και σίγουρα δεν είναι η τυχαιότητα.

Όποια κι αν είναι η πραγματικότητα, είτε αυτή εντοπίζεται στο χώρο της επιστήμης είτε στον χώρο της μεταφυσικής, το σίγουρο είναι ότι ο χειροπιαστός κόσμος είναι αδιαμφισβήτητα οικοδομημένος από άυλη ουσία, από ΕΝΕΡΓΕΙΑ. Ίσως να είναι αλυσιτελής η προσπάθεια ερμηνείας του και σίγουρα έχει αποβεί μέχρι σήμερα αδύνατη στον πλήρη βαθμό της από τον πεπερασμένο νου του ανθρώπου που είναι μπλεγμένος σε -ισμούς κάθε λογής.

Όταν και ΑΝ καταφέρει να απελευθερωθεί από αυτούς, τότε ίσως καταφέρει να αντιληφθεί, αυτό που είναι ΟΦΘΑΛΜΟΦΑΝΕΣ/μπροστά στα μάτια του, αλλά επειδή δεν ταιριάζει με τις εμφυτεύσεις τους το παραβλέπει και ψάχνει «ψύλους στ’ άχυρα»

Στην αρχαία ιστορία οι έννοιες της τύχης και της τυχαιότητας διαπλέκονταν με αυτήν της μοίρας και σήμερα άλλωστε το ίδιο συμβαίνει. Πολλοί αρχαίοι λαοί πετούσαν ζάρια ώστε να καθορίσουν την μοίρα και αυτό αργότερα εξελίχθηκε σε παιχνίδια τύχης. Οι περισσότεροι αρχαίοι πολιτισμοί χρησιμοποίησαν διάφορες μεθόδους μαντείας σε μία προσπάθεια να παρακάμψουν την τυχαιότητα και την μοίρα.

Οι Κινέζοι ήταν ένας λαός που τυποποίησε τις πιθανότητες και την τύχη πριν 3.000 χρόνια. Οι Έλληνες φιλόσοφοι μελέτησαν την τυχαιότητα σε βάθος, αλλά μόνο σε μη ποσοτικές μορφές. Μόλις τον δέκατο έκτο αιώνα άρχισαν οι Ιταλοί μαθηματικοί να τυποποιούν τις πιθανότητες που σχετίζονταν διάφορα τυχερά παιχνίδια. Η εφεύρεση του σύγχρονου απειροστικού λογισμού είχε θετική επίδραση στην τυπική μελέτη της τυχαιότητας. Τον 19ο αιώνα παρουσιάστηκε μία απόδειξη για την τυχαιότητα των ψηφίων του αριθμού π.

Στις αρχές του εικοστού αιώνα συνέβη ραγδαία ανάπτυξη της τυπικής ανάλυσης της τυχαιότητας, καθώς εισήχθησαν διάφορες προσεγγίσεις για την μαθηματική θεμελίωση των πιθανοτήτων. Στα μέσα προς τέλη του εικοστού αιώνα ιδέες της αλγοριθμικής θεωρίας πληροφοριών εισήγαγαν νέες διαστάσεις στο πεδίο μέσω της έννοιας της αλγοριθμικής τυχαιότητας.

Παρόλο που η τυχαιότητα για πολλούς αιώνες θεωρούνταν συχνά εμπόδιο και μπελάς, τον εικοστό αιώνα οι επιστήμονες υπολογιστών άρχισαν να συνειδητοποιούν ότι η επιτηδευμένη εισαγωγή τυχαιότητας σε υπολογισμούς μπορεί να είναι αποτελεσματικό εργαλείο για τον σχεδιασμό καλύτερων αλγορίθμων. Μερικές περιπτώσεις, όπως οι τυχαιοποιημένοι αλγόριθμοι, επιτυγχάνουν καλύτερα αποτελέσματα από τις καλύτερες ντετερμινιστικές μεθόδους.

Κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα τα όρια στον χειρισμό της τυχαιότητας έγιναν περισσότερο κατανοητά. Το πιο γνωστό παράδειγμα θεωρητικού αλλά και επιχειρισιακού ορίου στην προβλεψιμότητα είναι η πρόγνωση του καιρού, απλώς επειδή μοντέλα πρόβλεψης χρησιμοποιήθηκαν σε αυτό το πεδίο από την δεκαετία του 1950. Οι προβλέψεις του καιρού και του κλίματος είναι αναγκαστικά αβέβαιες. Οι παρατηρήσεις του καιρού και του κλίματος είναι αβέβαιες και ημιτελής, και τα μοντέλα στα οποία τροφοδοτούνται τα δεδομένα είναι αβέβαια.

Το 1961, ο Έντουαρντ Λόρεντζ παρατήρησε ότι μία πολύ μικρή αλλαγή στα αρχικά δεδομένα που δίνονταν σε ένα πρόγραμμα υπολογιστή για την προσομοίωση του καιρού μπορούσε να οδηγήσει σε εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα. Αυτό έγινε αργότερα γνωστό ως “το φαινόμενο της πεταλούδας” συχνά παραφραζόμενο ως ερώτηση: «μπορεί το τίναγμα των φτερών μιας πεταλούδας στην Βραζιλία να προκαλέσει τυφώνα στο Τέξας;». Ένα βασικό παράδειγμα των σοβαρών πρακτικών ορίων της προβλεψιμότητας είναι στην γεωλογία, όπου η ικανότητα πρόβλεψης σεισμών είτε σε μοναδική είτε σε στατιστική βάση παραμένει απώτερη προσδοκία για το μέλλον.

Η ανάπτυξη της έννοιας της τύχης κατά την διάρκεια της ιστορίας υπήρξε σταδιακή. Οι ιστορικοί έχουν αναρωτηθεί γιατί η πρόοδος στο πεδίο της τυχαιότητας υπήρξε τόσο αργή, δεδομένου ότι οι άνθρωποι ήταν αντιμέτωποι με την τύχη από την αρχαιότητα. Η Ντέμπορα Μπένετ προτείνει ότι οι απλοί άνθρωποι αντιμετώπισαν εγγενή δυσκολία στην κατανόηση της τυχαιότητας, παρόλο που η έννοια συχνά λαμβάνεται ώς προφανής και αυταπόδεικτη. Αναφέρει μελέτες του Kahneman και του Tversky που κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι στατιστικές αρχές δεν μαθαίνονται από την καθημερινή εμπειρία επειδή οι άνθρωποι δεν δίνουν σημασία στην αναγκαία λεπτομέρεια για την απόκτηση αυτής της γνώσης.

Οι Έλληνες φιλόσοφοι ήταν οι πρώτοι δυτικοί στοχαστές που ασχολήθηκαν με την τύχη και την τυχαιότητα.
Γύρω στο 400 π.κ.ε. ο Δημόκριτος παρουσίασε μια αντίληψη ενός κόσμου που κυβερνιόταν από μονοσήμαντους νόμους τάξης και θεωρούσε την τυχαιότητα υποκειμενική έννοια η οποία πήγαζε από την ανικανότητα των ανθρώπων να κατανοήσουν την φύση των συμβάντων. Χρησιμοποίησε το παράδειγμα δύο ανθρώπων που επρόκειτο να στείλουν τους υπηρέτες τους να φέρουν νερό την ίδια στιγμή ώστε να συναντηθούν. Οι υπηρέτες που δεν γνώριζαν του σχέδιο θα θεωρούσαν την συνάντηση τυχαία.

Ο Αριστοτέλης θεώρησε την τύχη και την αναγκαιότητα ως αντίθετες δυνάμεις. Ισχυρίστηκε ότι η φύση είχε πλούσια και σταθερά μοτίβα τα οποία δεν θα μπορούσαν να είναι αποτέλεσμα απλώς της τύχης, αλλά αυτά τα μοτίβα δεν παρουσίαζαν την μηχανιστική ομοιομορφία του αναγκαίου ντετερμινισμού. Θεώρησε την τυχαιότητα ως αυθεντικό μέρος, αλλά ταυτόχρονα υποτελή της αναγκαιότητας και της τάξης.

Ο Αριστοτέλης ταξινόμησε τα ενδεχόμενα σε τρεις κατηγορίες: Βέβαια ενδεχόμενα τα οποία συμβαίνουν αναγκαία, πιθανά ενδεχόμενα που συμβαίνουν τις περισσότερες φορές, και μη προβλέψιμα ενδεχόμενα που συμβαίνουν από καθαρή τύχη. Θεώρησε το αποτέλεσμα των τυχερών παιχνιδιών ως μη προβλέψιμο.Περί το 300 π.κ.ε ο Επίκουρος εισηγήθηκε το ότι η τυχαιότητα υπάρχει αφευατής, ανεξάρτητα από την ανθρώπινη γνώση. Πίστευε ότι στον ατομικό κόσμο, τα άτομα θα εκτρέπονταν τυχαία από τις τροχιές τους, φέρνοντας την τυχαιότητα σε υψηλότερα επίπεδα.

Η Τυχαιότητα τυχαία δεν είναι, μονάχα για τον πολεμιστή που βρίσκεται σε επίπεδο Ναγκουάλ.
Επειδή διαθέτει μια πολύ μεγάλη ποσότητα ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ.
Αυτή η ποσότητα ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ είναι που καθορίζει την τυχαιότητα ή την σύμπτωση
και τον καθιστά ΑΙΤΙΑ και όχι Αποτέλεσμα.

Post A Comment:

Εγγραφείτε στις ενημερώσεις Push Notifications