Το Περλ Χάρμπορ είναι μικρός όρμος ελλιμενισμού και βρίσκεται στη Χαβάη των ΗΠΑ. Εκεί βρισκόταν αγκυροβολημένος ο στόλος του Ειρηνικού των ΗΠΑ πριν την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Στις 7 Δεκεμβρίου 1941 εξαπολύθηκε ιαπωνική αεροπορική επίθεση στον αμερικανικό στόλο που βρισκόταν εκεί, με μεγάλες απώλειες για τις ΗΠΑ
(με ζημιές σε πολλά πλοία και περίπου 2.400 νεκρούς) και αυτό το γεγονός έθεσε τέλος στην εσωστρέφεια και ουδετερότητα των ΗΠΑ. Την επόμενη μέρα κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον της Ιαπωνίας και στις 11 Δεκεμβρίου εναντίον της Γερμανίας και της Ιταλίας. Αμέσως μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, οι Ιάπωνες κατέλαβαν την νήσο Γουαίηκ, την νήσο Γκουάμ και το Χονγκ Κονγκ.
Η επίθεση προγραμματίζεται να διεξαχθεί στις 7 Δεκεμβρίου 1941, ημέρα Κυριακή. Την επιχείρηση αναλαμβάνει η 1-η μοίρα αεροπλανοφόρων του Ιαπωνικού στόλου με επικεφαλής τον Ναύαρχο Τσουίτσι Ναγκούμο[3]. Η δύναμή του περιλαμβάνει έξι αεροπλανοφόρα (Ακάγκι, Κάγκα, Χιριού, Σοριού, Σοκακού, Ζουϊκακού), τα οποία μεταφέρουν, συνολικά, 423 αεροσκάφη, καταδιωκτικά, βομβαρδιστικά οριζοντίου επιθέσεως και καθέτου εφορμήσεως καθώς και βομβαρδιστικά μεταποιημένα σε τορπιλοβόλα. Επικεφαλής αυτής της αεροπορικής δύναμης είναι ο πλοίαρχος Μιτσούο Φουσίντα. Περιλαμβάνει, επίσης, τα απαραίτητα καταδρομικά και αντιτορπιλικά καθώς και οκτώ πετρελαιοφόρα σκάφη, τα οποία είναι μεν απαραίτητα, επιβάλλουν όμως σχετικά βραδεία πορεία. Έξι από τα μεγαλύτερης ακτίνας δράσης υποβρύχια της μοίρας μεταφέρουν πέντε «υποβρύχια τσέπης», με πλήρωμα δύο ανδρών το καθένα και δύναμη πυρός από δύο μικρές τορπίλες, ώστε στο αεροπορικό όπλο εναντίον της βάσης να προστεθεί και το υποβρύχιο.
Ο στόλος ξεκινά από την Ιαπωνία στις 2 Δεκεμβρίου 1941. Έχει αποφασιστεί, για την αποφυγή επισήμανσής του, να ακολουθηθεί πορεία από τη βόρεια πλευρά του Ειρηνικού, η οποία είναι σχεδόν έρημη από σκάφη. Αυτό έχει ως συνέπειες τη δυσχερέστατη πορεία των σκαφών λόγω των πολύ κακών καιρικών συνθηκών και την εξασφάλιση της απόλυτης μυστικότητας της πορείας του: Οι Αμερικανοί δεν καταφέρνουν να εντοπίσουν τον ιαπωνικό στόλο ούτε όταν αυτός έχει πλέον λάβει πορεία προς Ιαπωνία: Αγνοούν πώς κατάφερε να προσεγγίσει το Περλ και να επιστρέψει αλώβητος στη βάση του. Οι εντολές του Ναγκούμο ορίζουν ότι αν ανακαλυφθεί η μοίρα 4 ημέρες πριν την επίθεση, οφείλει να ματαιώσει την αποστολή. Αν ανακαλυφθεί 2 ή 3 ημέρες πριν, θα αποφασίσει ο ίδιος αν θα την εκτελέσει ή όχι και αν ανακαλυφθεί σε λιγότερο από 2 ημέρες πριν, θα την εκτελέσει ανεξάρτητα από την επισήμανσή του. Τον πραγματικό στόχο της αποστολής γνωρίζουν μόνον τα πληρώματα των αεροσκαφών και, φυσικά, ο Ναύαρχος και το επιτελείο του.
Η πορεία του στόλου δεν επισημαίνεται, αλλά εν πλω φθάνουν δύο σήματα από τον ραδιοφωνικό - κατασκοπευτικό σταθμό: Το ένα διευκρινίζει το ανεμπόδιστο, από φράγμα αεροστάτων, της προσέγγισης των αεροπλάνων. Το άλλο προκαλεί αντιπαράθεση μεταξύ Ναγκούμο και Φουσίντα: Τα αεροπλανοφόρα Σαρατόγκα, Λέξιγκτον και Εντερπράιζ[2], κύριος στόχος της επίθεσης, δεν βρίσκονται πλέον στο Περλ: Το τελευταίο επισκευάζεται στο Σαν Ντιέγκο, τα άλλα δύο παραδίδουν αεροπλάνα σε άλλες αμερικανικές βάσεις του Ειρηνικού. Ο Φουσίντα θεωρεί ότι ο κύριος στόχος της επίθεσης δεν υφίσταται πλέον και προτείνει την ματαίωση της επιχείρησης. Ο Ναγκούμο, ωστόσο, θεωρεί ότι οκτώ θωρηκτά, τρία καταδρομικά, τέσσερα αντιτορπιλικά και πολλά βοηθητικά σκάφη παραμένουν αξιολογότατος στόχος, καθώς τα αεροπλανοφόρα θα στερηθούν την απαραίτητη υποστήριξη από σκάφη επιφανείας, αν δοκιμάσουν να αναλάβουν δραστηριότητα. Η πορεία δεν ανακόπτεται. Ο Ναγκούμο, δύο μέρες πριν την άφιξη της μοίρας στο προκαθορισμένο σημείο αποκαλύπτει στους ναυτικούς τον πραγματικό στόχο της αποστολής. Επικρατεί πολύ μεγάλος ενθουσιασμός.
Στο μεταξύ τα «υποβρύχια τσέπης» φθάνουν στο Περλ. Έφεδρος Σημαιοφόρος της ναρκοθέτιδας «Κόντορ» επισημαίνει ένα από αυτά και ειδοποιεί το σκάφος περιπολίας - έχει βάρδια το αντιτορπιλικό «Γουόρντ». Αυτό, ωστόσο, δεν καταφέρνει να εντοπίσει το άγνωστο υποβρύχιο και εγκαταλείπει την προσπάθεια, αφού ο κυβερνήτης του υποθέτει ότι ο Σημαιοφόρος στο «Κόντορ» έσφαλε. Στις 07:02 το πρωί της 7ης Δεκεμβρίου δύο νεαροί έφεδροι έχουν βάρδια στο σταθμό ραντάρ. Το όχημα που θα τους μεταφέρει στο κέντρο της βάσης έχει καθυστερήσει, κι έτσι δεν έχουν αποχωρήσει ακόμη, όταν μένουν άφωνοι ρίχνοντας μια ματιά στην οθόνη του ραντάρ: Πολυάριθμα μαύρα στίγματα έχουν κάνει την εμφάνισή τους σε αυτήν. Επικοινωνούν με τον υπολοχαγό Τάιλερ, αξιωματικό υπηρεσίας, αναφέροντας την επισήμανση.
Ο Τάιλερ αποκρίνεται με δυο λέξεις, που έμελλε να μείνουν ιστορικές για τη βάση: «Forget 'em» («ξεχάστε τα»). Λίγα λεπτά αργότερα, ωστόσο, τα «μαύρα στίγματα», που είναι το πρώτο κύμα των ιαπωνικών αεροπλάνων, με επικεφαλής τον ίδιο τον Φουσίντα, έχουν φθάσει στο Οάχου και βλέπουν τους στόχους τους εκεί που περίμεναν να είναι: Στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη και κατά μήκος μιας αποβάθρας που αποκαλείται «Battleship Row» (στοίχος πολεμικών). Ο Φουσίντα στέλνει στη μοίρα το συμφωνημένο σύνθημα ότι οι στόχοι είναι στη θέση τους και η επίθεση αρχίζει: «Tora, tora, tora». (Tora στα ιαπωνικά σημαίνει τίγρη). Το σήμα φθάνει όχι μόνον στη μοίρα, αλλά και 5.000 μίλια μακρύτερα, στη ναυαρχίδα του Γιαμαμότο, ο οποίος ενθουσιάζεται. Τα ιαπωνικά αεροσκάφη αναπτύσσονται και αρχίζουν το έργο τους, κτυπώντας όλα τα σκάφη που βρίσκονται ελλιμενισμένα. Παράλληλα, ένα μέρος των αεροπλάνων έχει εντολή να επιλέξει ως στόχο τα αμερικανικά αεροπλάνα που βρίσκονται το ένα πλάι στο άλλο (για να μπορούν να καλυφθούν εύκολα, αν παρίστατο ανάγκη!), ώστε τα ιαπωνικά να δράσουν χωρίς εναέριο αντίπαλο. Πλήττουν τα αεροδρόμια της βάσης και καταστρέφουν στο έδαφος σχεδόν το σύνολο της αμερικανικής αεροπορίας.
Το πρώτο κύμα ολοκληρώνει το έργο του και σε δυάδες ή τριάδες τα αεροσκάφη αποχωρούν για να τα διαδεχθεί το δεύτερο κύμα, στο οποίο δεν περιλαμβάνονται τορπιλοβόλα. Επικεφαλής του δεύτερου κύματος είναι ο υπαρχηγός του Φουσίντα, Σικεγκάζου Σιμαζάκι.
Οι δυσκολίες του δεύτερο αυτού κύματος είναι πολύ μεγαλύτερες, καθώς ο ουρανός καλύπτεται από σύννεφα καπνού από την κατεστραμμένη βάση και τα καιόμενα σκάφη. Παράλληλα, η αντιαεροπορική άμυνα έχει αρχίσει τη δράση της - αν και πάσχει από έλλειψη πυρομαχικών: Για λόγους ασφαλείας, όπως σε καιρό ειρήνης, τα πυρομαχικά βρίσκονται όχι κοντά στα πυροβόλα, αλλά στις αποθήκες και (πολύ λίγα) αμερικανικά αεροπλάνα έχουν απογειωθεί για την αντιμετώπιση του εισβολέα. Αυτοί οι παράγοντες συντελούν ώστε το δεύτερο κύμα να μην έχει τα εντυπωσιακά αποτελέσματα του πρώτου: Ολοκληρώνει, απλά, τις ζημίες στα σκάφη και αφήνει μια από τις πλέον βασικές εγκαταστάσεις, αυτή των καυσίμων (την επιλεγόμενη «φάρμα δεξαμενών», tank farm) ανέπαφη. Τα αεροσκάφη εξαντλώντας τις βόμβες τους αποχωρούν. Οι απώλειές τους είναι απίστευτα ελαφρές: 9 καταδιωκτικά, 15 βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης και 5 τορπιλοβόλα (σύνολο ανδρών 55), όταν το Τόκιο υπολόγιζε ότι η αποστολή θα εθεωρείτο επιτυχής με την απώλεια του 50% των αεροσκαφών και του 30% των πλοίων.
Με την επιστροφή των αεροπλάνων στη μοίρα γίνεται απολογισμός της επιχείρησης από τον Φουσίντα, ο οποίος, έχοντας επισημάνει την ακεραιότητα στόχων όπως η «tank farm» προτείνει τον ανεφοδιασμό των αεροπλάνων και την εξαπόλυση τρίτου κύματος επίθεσης. Όμως ο Ναγκούμο είναι υπερβολικά σώφρων: Τα σκάφη των ΗΠΑ καταστράφηκαν, οι ίδιες απώλειες είναι ελάχιστες, δεν υπάρχουν λόγοι να επαυξηθούν για στόχους χωρίς μεγάλη αξία. Ο Φουσίντα προτείνει να προηγηθεί αναγνώριση της ευρύτερης περιοχής για να εντοπισθούν τα αεροπλανοφόρα, όμως ο Ναγκούμο έχει πάρει την απόφασή του και έχει ήδη δώσει την εντολή στη μοίρα να ανακρούσει πρύμνα. Οι διαμαρτυρίες και οι προτάσεις του Φουσίντα δεν τον μεταπείθουν και η μοίρα παίρνει το δρόμο της επιστροφής.
(με ζημιές σε πολλά πλοία και περίπου 2.400 νεκρούς) και αυτό το γεγονός έθεσε τέλος στην εσωστρέφεια και ουδετερότητα των ΗΠΑ. Την επόμενη μέρα κήρυξαν τον πόλεμο εναντίον της Ιαπωνίας και στις 11 Δεκεμβρίου εναντίον της Γερμανίας και της Ιταλίας. Αμέσως μετά την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, οι Ιάπωνες κατέλαβαν την νήσο Γουαίηκ, την νήσο Γκουάμ και το Χονγκ Κονγκ.
Η επίθεση προγραμματίζεται να διεξαχθεί στις 7 Δεκεμβρίου 1941, ημέρα Κυριακή. Την επιχείρηση αναλαμβάνει η 1-η μοίρα αεροπλανοφόρων του Ιαπωνικού στόλου με επικεφαλής τον Ναύαρχο Τσουίτσι Ναγκούμο[3]. Η δύναμή του περιλαμβάνει έξι αεροπλανοφόρα (Ακάγκι, Κάγκα, Χιριού, Σοριού, Σοκακού, Ζουϊκακού), τα οποία μεταφέρουν, συνολικά, 423 αεροσκάφη, καταδιωκτικά, βομβαρδιστικά οριζοντίου επιθέσεως και καθέτου εφορμήσεως καθώς και βομβαρδιστικά μεταποιημένα σε τορπιλοβόλα. Επικεφαλής αυτής της αεροπορικής δύναμης είναι ο πλοίαρχος Μιτσούο Φουσίντα. Περιλαμβάνει, επίσης, τα απαραίτητα καταδρομικά και αντιτορπιλικά καθώς και οκτώ πετρελαιοφόρα σκάφη, τα οποία είναι μεν απαραίτητα, επιβάλλουν όμως σχετικά βραδεία πορεία. Έξι από τα μεγαλύτερης ακτίνας δράσης υποβρύχια της μοίρας μεταφέρουν πέντε «υποβρύχια τσέπης», με πλήρωμα δύο ανδρών το καθένα και δύναμη πυρός από δύο μικρές τορπίλες, ώστε στο αεροπορικό όπλο εναντίον της βάσης να προστεθεί και το υποβρύχιο.
Ο στόλος ξεκινά από την Ιαπωνία στις 2 Δεκεμβρίου 1941. Έχει αποφασιστεί, για την αποφυγή επισήμανσής του, να ακολουθηθεί πορεία από τη βόρεια πλευρά του Ειρηνικού, η οποία είναι σχεδόν έρημη από σκάφη. Αυτό έχει ως συνέπειες τη δυσχερέστατη πορεία των σκαφών λόγω των πολύ κακών καιρικών συνθηκών και την εξασφάλιση της απόλυτης μυστικότητας της πορείας του: Οι Αμερικανοί δεν καταφέρνουν να εντοπίσουν τον ιαπωνικό στόλο ούτε όταν αυτός έχει πλέον λάβει πορεία προς Ιαπωνία: Αγνοούν πώς κατάφερε να προσεγγίσει το Περλ και να επιστρέψει αλώβητος στη βάση του. Οι εντολές του Ναγκούμο ορίζουν ότι αν ανακαλυφθεί η μοίρα 4 ημέρες πριν την επίθεση, οφείλει να ματαιώσει την αποστολή. Αν ανακαλυφθεί 2 ή 3 ημέρες πριν, θα αποφασίσει ο ίδιος αν θα την εκτελέσει ή όχι και αν ανακαλυφθεί σε λιγότερο από 2 ημέρες πριν, θα την εκτελέσει ανεξάρτητα από την επισήμανσή του. Τον πραγματικό στόχο της αποστολής γνωρίζουν μόνον τα πληρώματα των αεροσκαφών και, φυσικά, ο Ναύαρχος και το επιτελείο του.
Η πορεία του στόλου δεν επισημαίνεται, αλλά εν πλω φθάνουν δύο σήματα από τον ραδιοφωνικό - κατασκοπευτικό σταθμό: Το ένα διευκρινίζει το ανεμπόδιστο, από φράγμα αεροστάτων, της προσέγγισης των αεροπλάνων. Το άλλο προκαλεί αντιπαράθεση μεταξύ Ναγκούμο και Φουσίντα: Τα αεροπλανοφόρα Σαρατόγκα, Λέξιγκτον και Εντερπράιζ[2], κύριος στόχος της επίθεσης, δεν βρίσκονται πλέον στο Περλ: Το τελευταίο επισκευάζεται στο Σαν Ντιέγκο, τα άλλα δύο παραδίδουν αεροπλάνα σε άλλες αμερικανικές βάσεις του Ειρηνικού. Ο Φουσίντα θεωρεί ότι ο κύριος στόχος της επίθεσης δεν υφίσταται πλέον και προτείνει την ματαίωση της επιχείρησης. Ο Ναγκούμο, ωστόσο, θεωρεί ότι οκτώ θωρηκτά, τρία καταδρομικά, τέσσερα αντιτορπιλικά και πολλά βοηθητικά σκάφη παραμένουν αξιολογότατος στόχος, καθώς τα αεροπλανοφόρα θα στερηθούν την απαραίτητη υποστήριξη από σκάφη επιφανείας, αν δοκιμάσουν να αναλάβουν δραστηριότητα. Η πορεία δεν ανακόπτεται. Ο Ναγκούμο, δύο μέρες πριν την άφιξη της μοίρας στο προκαθορισμένο σημείο αποκαλύπτει στους ναυτικούς τον πραγματικό στόχο της αποστολής. Επικρατεί πολύ μεγάλος ενθουσιασμός.
Στο μεταξύ τα «υποβρύχια τσέπης» φθάνουν στο Περλ. Έφεδρος Σημαιοφόρος της ναρκοθέτιδας «Κόντορ» επισημαίνει ένα από αυτά και ειδοποιεί το σκάφος περιπολίας - έχει βάρδια το αντιτορπιλικό «Γουόρντ». Αυτό, ωστόσο, δεν καταφέρνει να εντοπίσει το άγνωστο υποβρύχιο και εγκαταλείπει την προσπάθεια, αφού ο κυβερνήτης του υποθέτει ότι ο Σημαιοφόρος στο «Κόντορ» έσφαλε. Στις 07:02 το πρωί της 7ης Δεκεμβρίου δύο νεαροί έφεδροι έχουν βάρδια στο σταθμό ραντάρ. Το όχημα που θα τους μεταφέρει στο κέντρο της βάσης έχει καθυστερήσει, κι έτσι δεν έχουν αποχωρήσει ακόμη, όταν μένουν άφωνοι ρίχνοντας μια ματιά στην οθόνη του ραντάρ: Πολυάριθμα μαύρα στίγματα έχουν κάνει την εμφάνισή τους σε αυτήν. Επικοινωνούν με τον υπολοχαγό Τάιλερ, αξιωματικό υπηρεσίας, αναφέροντας την επισήμανση.
Ο Τάιλερ αποκρίνεται με δυο λέξεις, που έμελλε να μείνουν ιστορικές για τη βάση: «Forget 'em» («ξεχάστε τα»). Λίγα λεπτά αργότερα, ωστόσο, τα «μαύρα στίγματα», που είναι το πρώτο κύμα των ιαπωνικών αεροπλάνων, με επικεφαλής τον ίδιο τον Φουσίντα, έχουν φθάσει στο Οάχου και βλέπουν τους στόχους τους εκεί που περίμεναν να είναι: Στη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη και κατά μήκος μιας αποβάθρας που αποκαλείται «Battleship Row» (στοίχος πολεμικών). Ο Φουσίντα στέλνει στη μοίρα το συμφωνημένο σύνθημα ότι οι στόχοι είναι στη θέση τους και η επίθεση αρχίζει: «Tora, tora, tora». (Tora στα ιαπωνικά σημαίνει τίγρη). Το σήμα φθάνει όχι μόνον στη μοίρα, αλλά και 5.000 μίλια μακρύτερα, στη ναυαρχίδα του Γιαμαμότο, ο οποίος ενθουσιάζεται. Τα ιαπωνικά αεροσκάφη αναπτύσσονται και αρχίζουν το έργο τους, κτυπώντας όλα τα σκάφη που βρίσκονται ελλιμενισμένα. Παράλληλα, ένα μέρος των αεροπλάνων έχει εντολή να επιλέξει ως στόχο τα αμερικανικά αεροπλάνα που βρίσκονται το ένα πλάι στο άλλο (για να μπορούν να καλυφθούν εύκολα, αν παρίστατο ανάγκη!), ώστε τα ιαπωνικά να δράσουν χωρίς εναέριο αντίπαλο. Πλήττουν τα αεροδρόμια της βάσης και καταστρέφουν στο έδαφος σχεδόν το σύνολο της αμερικανικής αεροπορίας.
Το πρώτο κύμα ολοκληρώνει το έργο του και σε δυάδες ή τριάδες τα αεροσκάφη αποχωρούν για να τα διαδεχθεί το δεύτερο κύμα, στο οποίο δεν περιλαμβάνονται τορπιλοβόλα. Επικεφαλής του δεύτερου κύματος είναι ο υπαρχηγός του Φουσίντα, Σικεγκάζου Σιμαζάκι.
Οι δυσκολίες του δεύτερο αυτού κύματος είναι πολύ μεγαλύτερες, καθώς ο ουρανός καλύπτεται από σύννεφα καπνού από την κατεστραμμένη βάση και τα καιόμενα σκάφη. Παράλληλα, η αντιαεροπορική άμυνα έχει αρχίσει τη δράση της - αν και πάσχει από έλλειψη πυρομαχικών: Για λόγους ασφαλείας, όπως σε καιρό ειρήνης, τα πυρομαχικά βρίσκονται όχι κοντά στα πυροβόλα, αλλά στις αποθήκες και (πολύ λίγα) αμερικανικά αεροπλάνα έχουν απογειωθεί για την αντιμετώπιση του εισβολέα. Αυτοί οι παράγοντες συντελούν ώστε το δεύτερο κύμα να μην έχει τα εντυπωσιακά αποτελέσματα του πρώτου: Ολοκληρώνει, απλά, τις ζημίες στα σκάφη και αφήνει μια από τις πλέον βασικές εγκαταστάσεις, αυτή των καυσίμων (την επιλεγόμενη «φάρμα δεξαμενών», tank farm) ανέπαφη. Τα αεροσκάφη εξαντλώντας τις βόμβες τους αποχωρούν. Οι απώλειές τους είναι απίστευτα ελαφρές: 9 καταδιωκτικά, 15 βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης και 5 τορπιλοβόλα (σύνολο ανδρών 55), όταν το Τόκιο υπολόγιζε ότι η αποστολή θα εθεωρείτο επιτυχής με την απώλεια του 50% των αεροσκαφών και του 30% των πλοίων.
Με την επιστροφή των αεροπλάνων στη μοίρα γίνεται απολογισμός της επιχείρησης από τον Φουσίντα, ο οποίος, έχοντας επισημάνει την ακεραιότητα στόχων όπως η «tank farm» προτείνει τον ανεφοδιασμό των αεροπλάνων και την εξαπόλυση τρίτου κύματος επίθεσης. Όμως ο Ναγκούμο είναι υπερβολικά σώφρων: Τα σκάφη των ΗΠΑ καταστράφηκαν, οι ίδιες απώλειες είναι ελάχιστες, δεν υπάρχουν λόγοι να επαυξηθούν για στόχους χωρίς μεγάλη αξία. Ο Φουσίντα προτείνει να προηγηθεί αναγνώριση της ευρύτερης περιοχής για να εντοπισθούν τα αεροπλανοφόρα, όμως ο Ναγκούμο έχει πάρει την απόφασή του και έχει ήδη δώσει την εντολή στη μοίρα να ανακρούσει πρύμνα. Οι διαμαρτυρίες και οι προτάσεις του Φουσίντα δεν τον μεταπείθουν και η μοίρα παίρνει το δρόμο της επιστροφής.
0 comments
Δημοσίευση σχολίου