Που πάει η ψυχή μας όταν πεθάνουμε;
Στο ερώτημα μας έχουμε την αποκάλυψη του αγγέλου του Κυρίου στον Μακάριο τον Αιγύπτιο. Επίσης και πολλοί Άγιοι Πατέρες ιδιαίτερα οι νηπτικοί.(βλ.Ευερ.τ.Α υπόθεση 10) καθώς και ο Μέγας Αντώνιος μας λέει ότι όταν ο Απόστολος Παύλος μιλάει για τα εναέρια πνεύματα, εννοεί τα δαιμόνια, (τελώνια) που βρίσκονται μεταξύ ουρανού και γης.
Επιπλέον γράφει ο υμνωδός στα τροπάρια των ακολουθιών των Χαιρετισμών της Θεοτόκου «αερίων τα πλήθη ήττηνται».
Όταν λοιπόν η ψυχή βγαίνει από το σώμα και ταξιδεύει προς τον ουρανό περνά μέσα από αυτά τα πνεύματα που σίγουρα θα προσπαθήσουν να κάνουν δύσκολο το ταξίδι της ψυχής. Θα προσπαθήσουν να μην φτάσει στον ουρανό και αν είναι δυνατόν να την κατασπαράξουν.Άγγελο Κυρίου ζητεί ο υμνωδός όταν πεθάνει από τον Θεό.
«Άγγελον χαροποιόν του ευθυπορήσαι την άνοδον την εν τω αέρι» (Παρακλητική, ήχος πλ. β΄.) «όπως ακωλύτως διέλθω τούς έν τώ αέρι εστώτας άρχοντας του σκότους, Θεονύμφευτε». Αλλά και στη Θεία Λειτουργία παρακαλούμε το Θεό και μάλιστα 2 φορές «άγγελον ειρήνης πιστόν οδηγόν φύλακα των ψυχών και των σωμάτων ημών παρά του Κυρίου αιτησώμεθα»
Μόλις λοιπόν η ψυχή αρχίσει την άνοδο της τότε τα τελώνια την εξετάζουν για τις ανεξομολόγητες πράξεις της. Ένα φρικτό δικαστήριο. Εκεί τα τελώνια αναφέρουν όλες τις αμαρτίες και τις ξέρουν όλες μα όλες εκτός από αυτές που έχουμε εξομολογηθεί. Είναι με βάση τις μαρτυρίες σχετικά με τις μεταθανάτιες εμπειρίες τις οποίες μπορείτε να διαβάσετε στην ιστοσελίδα μας πραγματικά εκπληκτικό το γεγονός ότι τα πάντα που κάνουμε καταγράφονται, κυριολεκτικά τα δαιμόνια δεν αφήνουν τίποτε να πάει χαμένο.
Ο Δαυίδ μας λέει. «Μακάριοι ών αφέθησαν αί ανομίαι, καί ών έπεκαλύφθησαν αί αμαρτίαι» (Ψαλμ.31:1).
Επίσης στην ερώτηση: Πως μπορούν οι άνθρωποι στον κόσμο να διαγράψουν τις αμαρτίες τους από τα βιβλία των εναέριων δαιμόνων;
Η απάντηση είναι: Με την μετάνοια και την εξομολόγηση! Απάντησαν οι άγγελοι (Γρηγορίου Μοναχού, το μυστήριον του θανάτου,σελ.6). Και όσοι είναι δίκαιοι έρχονται άγγελοι και παραλαμβάνουν την ψυχή τους και τα τελώνια δεν έχουν κανένα δικαίωμα επάνω τους. Μα λύνονται τελικά οι αμαρτίες επί της γης; Βεβαίως και λύνονται, ο ίδιος ο Χριστός μας το λέει αυτό:
ΙΗ 18 Αμήν λέγω υμίν, όσα εάν δήσητε επί της γής, έσται δεδεμένα εν τώ ουρανώ, και όσα εάν λύσητε επί της γής, έσται λελυμένα εν τώ ουρανώ. (Κατά Ματθαίον)
Ποιοι όμως λύνουν την αμαρτία σήμερα; Οι ιερείς μας που με την αποστολική διαδοχή από τότε μέχρι σήμερα έλαβαν τη Χάρη και με την επίθεση του πετραχειλίου αναγνώνουν τη συγχωρητική ευχή στο τέλος του Μυστηρίου της ιεράς εξομολογήσεως.
Σε αυτό το δύσκολο ταξίδι πως βοηθιέται η ψυχή;
Με την Θεία Κοινωνία. «Αυτός πού πρόκειται να αναχωρήση από ’δώ, αν κοινωνήση με καθαρή συνείδηση, όταν πεθαίνει, την ψυχή του την παραλαμβάνουν άγγελοι, καί την περιστοιχίζουν, χάρη στη Θεία Κοινωνία» (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, περί ιερωσύνης, Λόγος ΣΤ, 4). Γι’ αυτό και κοινωνούμε τον ετοιμοθάνατο. (Κανών ΙΓ, Α Οικουμενικής Συνόδου,). Αλλά και εδώ τα λόγια του Χριστού είναι ξεκάθαρα:
ΣΤ Αμήν αμήν λέγω υμίν, εάν μη φάγητε την σάρκα τού υιού τού ανθρώπου και πίητε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοίς. 54 ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον, και εγώ αναστήσω αυτόν εν τή εσχάτη ημέρα. (Κατά Ιωάννην)
Αυτός όμως που μεταλαμβάνει αξίως, όχι αναξίως.
Αυτό πιθανότατα δεν σημαίνει ότι όποιος δεν έχει κοινωνήσει πηγαίνει στην κόλαση, αλλά μόνο ότι όποιος το έχει κάνει σωστά έχει ένα επιπλέον λόγο να αισθάνεται σίγουρος. Αυτός που δεν το έχει πράξει, θα χρειαστεί οι δικοί του άνθρωποι να κάνουν μεγάλο αγώνα με προσευχές, ελεημοσύνες κλπ για να τον βοηθήσουν.
Επίσης μεγάλη βοήθεια παίρνει η ψυχή του νεκρού από το ψαλτήρι, το θυμίαμα, το κερί, και την προσευχή του πλήθους κατά την ώρα της κηδείας.
Μόλις η ψυχή περάσει τα εναέρια τελώνια και κατά την τρίτη ημέρα βρίσκεται μπροστά στον Κριτή. Εκεί η ψυχή πέφτει και προσκυνά τον Κριτή. Γι’ αυτό τον λόγο και οι συγγενείς την τρίτη ημέρα κάνουν και τα τριήμερα για να ενισχυθεί η ψυχή ατενίζοντας τον Κριτή.
Μετά την προσκύνηση και από την τρίτη ημέρα έως την ένατη άγγελοι ξεναγούν την ψυχή στην γη και εκεί βλέπει τις καλές και τις κακές πράξεις της. Για τον ίδιο λόγο πάλι οι συγγενείς κάνουν τα εννιάμερα προς ενίσχυση της. Μετά την ενάτη μέρα έρχεται πάλι η ψυχή για να προσκυνήσει για δεύτερη φορά τον Κριτή. Ύστερα άγγελοι ξεναγούν την ψυχή στον παράδεισο και στην κόλαση έως την τεσσαρακοστή ημέρα. Μετά η ψυχή έρχεται να προσκυνήσει για τρίτη και τελευταία φορά τον Κριτή. Γι’ αυτό παλιότερα τις σαράντα αυτές ήμερες της αγωνιάς της ψυχής όταν πέθαινε κάποιος οι συγγενείς έκαναν σαράντα Θειες Λειτουργίες (σαρανταλείτουργο). Στις μέρες μας και όχι πάντα και παντού ανάβουμε ένα καντήλι στον τάφο του νεκρού. Δεν είναι όμως λίγοι αυτοί που κάνουν σαρανταλείτουργο στις μέρες μας. Η μνημόνευση άλλωστε στη Θεία Λειτουργία όπως θα δούμε παρακάτω κατά τους Πατέρες είναι η καλύτερη προσφορά στο νεκρό. Αυτό το χαρτάκι το «υπέρ αναπαύσεως» που τόσο εύκολα μπορούμε να γράψουμε και να αφήσουμε στην εκκλησία είναι σπουδαία ευεργεσία στο νεκρό. Και φτάνουμε στην συγκλονιστικότερη στιγμή για την ψυχή.
Η στιγμή που θα βρεθεί ενώπιων του φρικτού δικαστηρίου. Το πιο πιθανό να μη μπορούμε να φαντασθούμε το μέγεθος της αγωνίας που θα έχει η ψυχή την ώρα της κρίσης της. Την ώρα που μοναδικός συνήγορος και μάρτυρες υπεράσπισης της ψυχής είναι οι καλές πράξεις της. Τότε κάνουμε και το τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο υπέρ αναπαύσεως της ψυχής. Εκεί ο φιλάνθρωπος Θεός θα αποφασίσει για την ψυχή. Και ακριβώς επειδή είναι φιλάνθρωπος και μας αγαπά θα λάβει υπ’όψιν τις προσευχές μας και τις ικεσίες μας για την ψυχή του νεκρού. «Αρθήτω ο ασεβής ίνα μη ήδη την δόξα Κυρίου» (Ησ.26:10) Για την ψυχή που πρόκειται να πάει στην κόλαση. Δαίμονες που καιροφυλακτούσαν θα την αρπάξουν και θα την οδηγήσουν στην κόλαση.
Ντροπή για τους δαίμονες όταν η ψυχή βρεθεί καθαρή από τις αμαρτίες. Τότε άγγελοι την αρπάζουν και την οδηγούν με μεγάλη χαρά στον παράδεισο. Λαμπάδες ψαλμωδίες αγγέλων θυμιάματα και φωτοχυσίες συνοδεύουν την ψυχή.
Ο γέροντας Παισιος έλεγε για το αν βλέπουν οι νεκροί ο ένας τον άλλο. Παραλλήλισε τον παράδεισο με ένα φωτεινό δωμάτιο που όσοι βρίσκονταν μέσα σε αυτό έβλεπε ο ένας τον άλλον και χαίρονται, αλλά όχι τι γινόταν στο σκοτάδι. Αντίθετα όσοι βρισκόταν στο σκοτάδι έβλεπαν τι γινόταν στον παράδεισο επειδή ήταν στο φως και μεγάλωνε η θλίψη τους γι’ αυτό που έχασαν. Λένε ότι οι κολασμένοι δεν βλέπουν ο ένας τον άλλον ούτε για να παρηγορηθούν. Αντίθετα αυτοί που είναι στον παράδεισο δεν τους βλέπουν γιατί τότε θα στενοχωριόνταν. Για τους κολασμένους δε ατέλειωτη μοναξιά ούτε ο ένας τον άλλον δεν μπορεί να δει. Τι τραγική τελικά μια τέτοια κατάληξη για τον άνθρωπο, το κατ’εικόνα και καθ’ομοίωσιν δημιούργημα του Θεού.
Αυτό είπε και ο ιερέας των ειδώλων στον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο. «δεν μπορούμε να κοιτάξουμε κάποιον πρόσωπο με πρόσωπο» (γεροντικό Αββά Μακαρίου). Το ίδιο είπε και ο άγγελος Κυρίου: «οι δε αμαρτωλοί και τούτο εστερήσανται». «Το πυκνότατο σκοτάδι υψώνεται σαν τοίχος ανάμεσα στους κολασμένους, οπότε οι κολασμένοι αδυνατούν παντελώς να δουν ο ένας τον άλλον» (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Ομιλ.εις μθ ψλμ.).
Αν τώρα μια μάνα που είναι στον παράδεισο αναζητήσει το παιδί της και μάθει ότι βρίσκεται στην κόλαση πως θα αισθανθεί;
Εδώ κάνουμε κάποιο λάθος. Κρίνουμε εξ’ ιδίων τα αλλότρια. Βλέπουμε τον άλλο κόσμο με επίγειο μάτι. Νομίζουμε, πως όπως είμαστε επί γης, θα είμαστε και εν ουρανοίς! Εκεί όμως ο άνθρωπος, θα είναι κατά χάριν Θεός. Θα έχει ταυτισθεί πλήρως με το δίκαιο, και την αρετή. Και η μάνα αναγνωρίζει ότι δίκαια τιμωρείται το παιδί της. «αν και τώρα μερικοί γονείς, όταν δουν τα παιδιά τους να είναι φαύλα, τα αποκηρύττουν και τα αποκόβουν από την συγγένεια τους, πόσο μάλλον αυτό θα γίνει στη μέλλουσα ζωή. Εκεί πια δεν υπάρχει η εκ φύσεως συμπάθεια (που έχει η μάνα προς το παιδί). Αν υπήρχε, θα εξαφάνιζε την χαρά του παραδείσου» (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, περί αγάπης).
«΄Ινα μη και αυτοί έλθωσιν είς τον τόπον της βασάνου» (Λουκ.16:27).
Εδώ στην παραβολή του πλουσίου ο πλούσιος κολασμένος νοιάσθηκε για τους συγγενείς του αλλά όχι για τις βιοτικές ανάγκες τους αλλά μονά για την σωτηρία της ψυχής τους. Επίσης οι νεκροί που βρίσκονται στον παράδεισο προσεύχονται για μας και μπορούν να μας βοηθήσουν. «Μακάριος ός έχει σπέρμα έν Σιών και οικείους έν Ιερουσαλήμ» (Ησ.31:9). «Ανακούφισε τον πλησίον σου, ώστε όταν αναχωρήση έκ τού κόσμου αυτού πρός τόν Κύριον, νά τόν παρακαλέση διά σε, καί θα εύρης καλόν» (Άγιος ο Αρσένιος ό Μέγας, Ευεργέντινος, τόμ.Α,σελ.538). Βλέπουμε ότι οι ψυχές των νεκρών προσεύχονται και ικετεύουν συνέχεια για μας και ο φιλάνθρωπος Θεός δεν θέλει να τους λυπήσει αφού και αυτοί δεν τον λύπησαν όσο ήταν εν ζωή. «Έκραξαν φωνή μεγάλη λέγοντες» (Αποκ. 6,10). Έχουν υπάρξει ειλικρινά σπουδαίες μαρτύριες και μία την είχε διηγηθεί ο αείμνηστος Δημήτρης Πανάγοπουλος για μια νέα όπου η πορνεία, οι εκτρώσεις και η βλασφημία πήγαινε όπως λέμε σύννεφο. Σε κάποια εγχείριση όμως που έκανε τα πράγματα δεν πήγαν καλά και ετοιμάστηκε για να αφήσει τα εγκόσμια, τότε εμφανίστηκε ο Κύριος και είπε ότι για χάρη του πατέρα της που τόσο τον παρακαλά διαρκώς όντας δίπλα Του και χάρη στις ελεημοσύνες του, της δίνει μια ακόμη ευκαιρία, την οποία τελικά η νέα δεν άφησε ανεκμετάλλευτη.
Αλλά και εμείς μπορούμε να βοηθήσουμε τους κεκοιμημένους.
Το πόσο μεγάλη ωφέλεια βρίσκουν οι κεκοιμημένοι από τις μνημονεύσεις των ονομάτων τους κατά τις Θ. Λειτουργίες μας αναφέρει ο γέροντας Εφραίμ ο Φιλοθεΐτης μια οπτασία ενός επισκόπου, που είδε, και την οποία άκουσε από το στόμα του επισκόπου.
Μας λέει ότι ήταν ένας παπάς, που τον είχε νικήσει το κρασί και συχνά μεθούσε (εργασία ετών) κατά τα αλλά ήταν ενάρετος και ευλαβής. Μια των ήμερων κατά την συνηθεία ήπιε και λειτούργησε και κατά παραχώρησιν Θεού του έπεσε το άγιο Σώμα και Αίμα του Κυρίου! Ο καημένος πάγωσε από τον φόβο του, συνάμα δε εσκέπτετο και τον μεγάλο κανόνα του επισκόπου του!
Τέλος αφού εξομολογήθη, του λέγει ο επίσκοπος. «Πήγαινε, και θα σε ειδοποιήσω να έλθεις και θα σου δώσω τον κανόνα .
Εκεί λοιπόν που εσκέπτετο ο επίσκοπος και διελογίζετο και έλαβεν εις το χέρι του την πέννα να γράψει την καθαίρεσιν της ιεροσύνης, ευρισκόμενος μόνος του, βλέπει εμπρός του να εκτυλίσσεται σαν ταινία κινηματογραφική, ένα άπειρον πλήθος κόσμου, παντός είδους, ηλικίας και τάξεως. Ο επίσκοπος έμειναν έκθαμβος από το πράγμα, αλλά και συνάμα από τον φόβον. Τότε του λέγουν όλοι μαζί οι άνθρωποι αυτοί: «Σεβασμιότατε, μη κανονίσετε τον παπά, μη τον καθαιρείτε!». Κατόπιν ολίγον κατ’ ολίγον έγιναν άφαντοι.
Φωνάζει ο επίσκοπος τον παπά να έλθει, έμφοβος ο καημένος ο παπάς εσκέπτετο την καθαιρεσίν του. Του λέγει ο επίσκοπος. «Δεν μου λέγεις, μνημονεύεις πολλά ονόματα εις την Θείαν Λειτουργίαν;». Ο παπάς απαντά: «Εις την προσκομιδών, δέσποτα, πολλήν ώραν μνημονεύω από βασιλείς, αυτοκράτορας μέχρι και τον πλέον φτωχό». Ο επίσκοπος του λέγει: Πήγαινε λοιπόν και όταν λειτουργείς μνημόνευε όσον ημπορείς και πρόσεχε του λοιπού μη μεθύσης, είσαι συγχωρημένος». Κατόπιν και ο παπάς με την βοηθειαν του Θεού ελυτρώθη από την μέθην».
Άλλοτε ο γέροντας Ιάκωβος για να τονίσει πόσο μεγάλη παρρησία έχουν οι προσευχές για του κεκοιμημένους είπε:
«Είδα και την ψυχή του πατέρα μου, έλεγε ο γέροντας, να κάθεται έξω από ένα απλό σπιτάκι σαν κελλάκι και του λέω:
-Πατέρα μου, εσύ που ήσουν και χτίστης, δεν έκτιζες ένα μεγαλύτερο σπίτι να μείνεις άνετα, αλλά κάθεσαι σ’ ένα τέτοιο μικρό σπιτάκι; Τότε μου λέει:
-Παιδί μου, εσύ με τις προσευχές σου και τις ελεημοσύνες σου μου έκτισες το σπιτάκι αυτό και το έχω και μένω».
Αλλά και ο Γέροντας Παϊσιος θεωρούσε πολύ μεγάλο πράγμα τις προσευχές και τις ελεημοσύνες για τις ψυχές. Συγκεκριμένα έλεγε:
«Πρέπει να προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους. Οι καημένοι είναι υπόδικοι και άμα τους δώσει κανείς μια πορτοκαλάδα, τους βγάζει από τα σίδερα.
«Εν τω άδη» λέει «ουκ έστι μετάνοια». Αυτοί οι καημένοι δεν μπορούν να βοηθηθούν. Εμείς όμως μπορούμε και θέλει ο Θεός να υπάρχουν άνθρωποι να παρακαλούν για να τους βοηθήσει»
Επίσης έλεγε:
«Για τους άσπλαχνους που πεθαίνουν να κάνετε μνημόσυνα και προπαντός ελεημοσύνη. Υπάρχουν πολλοί φτωχοί. Είναι προτιμότερο να δίνετε κατ’ ευθείαν στους φτωχούς παρά στα ιδρύματα». Σχετικά με την πολύ μεγάλη βοήθεια επίσης λαμβάνουν οι νεκροί από τις Θείες Λειτουργίες και τα κόλλυβα ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων παρακινούσε κι αυτός και συμβούλευε το ποίμνιο του, να τελεί συχνά λειτουργίες και μνημόσυνα για τους πεθαμένους, βεβαιώνοντας, πως αυτό το πράγμα ανακουφίζει και αφελή πολύ τις ψυχές τους. Και για να στηρίξει την πεποίθηση σ’ αυτά που τους έλεγε, τους διηγήθηκε το εξής: Κάποτε, τους είπε, έπιασαν αιχμάλωτον οι Πέρσες και τον πήρανε στην Περσία. Τον έριξαν λοιπόν δεμένο σε μια φυλακή, που την έλεγαν λήθη και του βάλανε φρουρούς. Κι αυτή την φυλακή την ονοματίζανε έτσι, γιατί όποιος έμπαινε μέσα σ’ αυτή δεν ξανάβγαινε ποτέ.
Συνέβηκεν όμως, να το κατορθώσουνε ν’ αποδράσουνε μερικοί και να φτάσουνε στην Κύπρο. Διαδώσανε λοιπόν, πως ο αιχμάλωτος εκείνος πέθανε μέσα στη φυλακή. Κι όταν το μάθανε οι δικοί του τον έκλαψαν, και τρεις φόρες το χρόνο έκαναν για την ψυχή του Θεία Λειτουργία και μνημόσυνο. Κι’ αυτό γινότανε επί τέσσερα χρόνια. Κάποτε λοιπόν ο άνθρωπος εκείνος τα κατάφερε να δραπετέψει κι αυτός και να φθάση στο σπίτι του και στους δικούς του. Και τα γονικά του τον είδαν, όχι σαν αιχμάλωτο, παρά σαν αναστημένο νεκρό. Και σαστισμένοι τον καμάρωναν και τον κανάκιζαν, λέγοντας του όλα τα ρυπαρολογία που μπορεί να ειπεί ο άνθρωπος σε μια τέτοια περίσταση.
Του είπαν λοιπόν, πως του κινάνε και μνημόσυνα στα Θεοφάνεια και το Πάσχα και κάθε Αγία Πεντηκοστή. Κι αυτός, σαν τ’ άκουσεν αυτό, αναθυμήθηκε και τους ωρκιζότανε, πως κάθε τέτοια ημέρα, του παρουσιαζότανε κάποιος λαμπροφορεμένος άνθρωπος και τον έλυνε απο τα δεσμά του. Και πως οταν περνούσανε οι ημέρες αυτές, ξαναβρισκότανε πάλιν αλυσοδεμένος».
Αν προσέξουμε την επιμνημόσυνη δέηση θα δούμε ότι πουθενά δεν μιλάει για μετάνοια. Και είναι επόμενο αφού «εν τω Άδη ούκ έστι μετάνοια».
Οι φράσεις που λέγονται εέναι: «ανάπαυσον τήν ψυχήν του δούλου Σου….», «ώς αγαθός και φιλάνθρωπος Θεός συγχώρησον…». Ο λόγος είναι ότι επειδή το έλεος του Θέου είναι άπειρο, μπορεί να φτάσει και μέχρι την κόλαση και να χαρίσει ή να ελαφρύνη την ποινή αν Αυτός θέλει.
Είναι πολλοί αυτοί που στηριζόμενοι στο «εν τω Άδη ούκ έστι μετάνοια» και την παραβολή του πλούσιου και του φτωχού Λαζάρου όπου γράφεται «και επί πάσι τούτοις μεταξύ ημών και υμών χάσμα μέγα εστήρικται, όπως οι θέλοντες διαβήναι ένθεν προς υμάς μη δύνωνται, μηδέ οι εκείθεν προς ημάς διαπερώσιν.» Εδώ πατούν πολλοί και λένε ότι σωτηρία δεν υπάρχει μετά θάνατον.
Εδώ είναι ένα σημείο πολύ βασικό και παραξηγημένο. Το χάσμα, την αδυναμία διάβασης τη δημιουργούν οι διαφορετικές συμπεριφορές μας, οι αμαρτίες μας, που μας χωρίζουν από τους δίκαιους. Αντίστροφα πάλι οι ενάρετοι με τη ζωή τους απομακρύνονται από τον τόπο των αδίκων. Άνθρωποι όντες, κανείς δεν μπορεί να μεταπηδήσει από τη μία μεριά στην άλλη. Γνωρίζουμε όμως από την Ιερά Παράδοση όπου η προσευχή και η ελεημοσύνη τρίτων έσωσαν ανθρώπους. Θα πει κανείς, πώς συμβαδίζει; Πολύ απλό. Για τον άνθρωπο είναι αδύνατο να μεταπηδήσει όπως λέει ο Αβραάμ. Ο Θεός όμως τα πάντα μπορεί να κάνει κι αν θέλει να σώσει κάποιον τον σώζει. Δε λέει το ιερό κείμενο ότι κι ο Θεός αδυνατεί να μεταθέσει κάποιον. Ο Παντοδύναμος Θεός τα πάντα μπορεί. Λέει ο Ιησούς ειδικά για το θέμα αυτό -τη σωτηρία του ανθρώπου- στο κατά Ματθαίον απαντώντας σε ερώτηση των μαθητών:
ΙΘ 25 Τίς άρα δύναται σωθήναι; 25 εμβλέψας δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς· Παρά ανθρώποις τούτο αδύνατόν έστι, παρά δε Θεώ πάντα δυνατά εστι.
Δηλαδή κι οι ενάρετοι που σώζωνται χάρη στο Θεό το πετυχαίνουν, όχι βασιζόμενοι στη δική τους αξία. Η παντοδυναμία όμως αυτή του Θεού δε σημαίνει ότι εμείς μπορούμε να κάνουμε τη ζωούλα μας κατά το «φάγομεν, πίομεν, αύριο γαρ αποθνήσκομεν» διότι τα ιερά κείμενα και οι προφητείες της Βίβλου μας μιλούν και για την Κρίση αλλά και για το ότι δε θα σωθούν όλοι. Βλέπετε ο Θεός είναι ελεήμων αλλά είναι και δίκαιος. Ας φροντίσουμε λοιπόν εμείς να γίνουμε αιτία σωτηρίας και των εαυτών και άλλων και όχι άλλοι αιτία σωτηρίας δικής μας, αν μάλιστα γίνουν.
0 comments
Δημοσίευση σχολίου