«Η φυγή του Κάιν ενώπιον της Κατάρας του Ιεχωβά» (1880),
πίνακας του Fernand Cormon στον οποίο παρουσιάζεται ο Κάιν (δεξιά) ο οποίος ακολουθούμενος από κάποιους
άλλους ανθρώπους περιπλανάται εξόριστος μακριά από την πρώτη κοινότητα των Πρωτόπλαστων. Ο καλλιτέχνης,
λαμβάνοντας προφανώς υπ' όψιν την αναφορά που κάνει η Γένεσις για την ίδρυση από τον Κάιν της πόλεως Ενώχ, μαζί
με τον Κάιν παρουσιάζει και μία ολόκληρη ομάδα δώδεκα
ατόμων να τον ακολουθεί. Οι άνθρωποι όμως αυτοί και δεν είναι αριθμητικά επαρκείς για την ίδρυση πόλεως και η
ύπαρξή τους αποκλείεται από το κείμενο της Γενέσεως που θέλει στην Γη να υπάρχουν μόνο τρεις άνθρωποι. Στην
σουμεριακή εκδοχή πάλι, αν και αυτή θα εξηγούσε τον αριθμό αυτό των ανθρώπων, και πάλι ο μέγιστος πιθανός
αριθμός τους δεν θα έφτανε για την ίδρυση ολόκληρης πόλεως, αλλά μόνο για την ίδρυση ενός μικρού χωριού...
Για να ισχύουν τα όσα λέει η Γένεση λοιπόν, πρέπει να υπήρχαν στην γη Ναὶδ δεκάδες ή και εκατοντάδες άνθρωποι, οι οποίοι – στην πλειοψηφία τους τουλάχιστον – ήταν αναγκαίο να μην κατάγονται από τους Πρωτόπλαστους. Έπρεπε δηλαδή να υπάρχουν άνθρωποι ή όντα δίποδα ανθρωποειδή και γενετικά συμβατά με τους Πρωτόπλαστους ανθρώπους, με μια κάποια δυνατότητα κατανόησης που να τους επέτρεπε να ζουν εν κοινωνία. Και αν υποθέσουμε ότι οι Πρωτόπλαστοι ήταν είτε άνθρωποι όπως οι σημερινοί (homo sapiens),
συνεχεία απο το προηγούμενο (ΕΡΕΥΝΑ – Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ, ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΒΑΒΕΛ & Η ΑΠΟΚΡΥΦΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ)είτε μία προγενέστερη μορφή ανώτερου ανθρωποειδούς του γένους homo, δεδομένου του ότι ήταν μοναδικοί και νέοι ως είδος, πρέπει να υποθέσουμε πως οι άλλοι άνθρωποι που συναντούσαν ήταν κάποιο άλλο προγενέστερο ανθρωποειδές είδος, το οποίο υπήρχε στην Γη πριν ο Πρωτόπλαστος άνθρωπος φύγει από τον Παράδεισο και έρθει στην Γη (=; βιολογική ύπαρξη). Δεδομένου δε και του ότι μεταξύ της εποχής εκείνης και της σημερινής έχει μεσολαβήσει τουλάχιστον ένας κατακλυσμός (αυτός του Νώε), η τοποθεσία για την οποία το κείμενο μιλά θα μπορούσε να βρίσκεται σε διάφορα σημεία του πλανήτη και έτσι οι άλλοι άνθρωποι θα μπορούσαν να ταυτιστούν με τον homo neanderthalensis ή και με άλλα παλαιότερα ανθρωποειδή.
Ο τρόπος με τον οποίο γίνεται αναφορά στην Γένεση, σε αυτό και σε άλλα σημεία του βιβλίου, σε αυτήν την ειρηνική συμβίωση των απογόνων των Πρωτόπλαστων και των παλαιότερων ανθρωποειδών κατοίκων της Γης, αφήνει να υπονοηθεί πως αργά ή γρήγορα υπήρξαν και επιμειξίες μεταξύ των δύο ειδών, αφού ήταν βιολογικά συμβατά. Κάτι τέτοιο όμως επιβεβαιώνεται και από την επιστήμη, αφού στο DNA του σύγχρονου ανθρώπου μπορεί κανείς να βρει τόσο στοιχεία των πρώιμων homo sapiens, όσο και στοιχεία του homo neanderthalensis, με τα πρώτα βέβαια να είναι περισσότερα και να υπερέχουν συνήθως των δεύτερων.
Εικόνα που αναπαριστά τον ανθρώπινο εγκέφαλο και τα σημαντικότερα για τον σύγχρονο άνθρωπο μέρη του, δημοσιευμένη από το National Institute for Aging. Έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι οι σύγχρονοι άνθρωποι δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν παρά μόνο το 10% του εγκεφάλου τους. Πώς όμως είναι δυνατόν ο ανθρώπινος εγκέφαλος που τόσο πολύ "εξελίχθηκε" με την μετάβαση του γένους homo στο είδος homo sapiens, να μην μπορεί να χρησιμοποιείται παρά εν μέρει από τους ανθρώπους; Πώς είναι δυνατόν οι homo sapiens να απέκτησαν ένα τόσο πολύτιμο φυσικό εργαλείο, χωρίς ωστόσο να μπορούν να το χρησιμοποιήσουν; Για ποιο λόγο τέλος ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι πιο "εξελιγμένος" ακόμα και από τις ίδιες τις δυνατότητες του σύγχρονου ανθρώπου;
Αποτέλεσμα αυτών των επιμειξιών μεταξύ των δύο πολύ συγγενικών ειδών υπήρξε βέβαια ο εμπλουτισμός του DNA του homo sapiens με νέα στοιχεία τα οποία του χρησίμευσαν στην μετέπειτα πορεία του, αλλά και με νέα γενετικά χαρακτηριστικά. Παράλληλα όμως, λογική συνέπεια της επιμειξίας αυτής ήταν η εξασθένιση κάποιων γενετικών χαρακτηριστικών των Πρωτόπλαστων homo sapiens.
Το κλασικότερο πιστεύω παράδειγμα εξασθένισης σημαντικής γενετικής ιδιότητας του homo sapiens, μετά την εν λόγω επιμειξία, ήταν το γεγονός ότι, ενώ κληρονόμησε έναν τόσο λειτουργικό και εξελιγμένο εγκέφαλο, ο σύγχρονος άνθρωπος αδυνατεί από την φύση του να χρησιμοποιήσει πάνω από το 10% του εγκεφάλου του. Αυτό, σε συνδυασμό με την γενική διαπίστωση ότι η φύση τίποτα δεν κάνει χωρίς κάποιο σκοπό, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτοί οι πρώτοι homo sapiens που εντελώς ξαφνικά έκαναν την εμφάνισή τους στην Γη, εκείνοι οι Πρωτόπλαστοι που, κατά την Γένεση, δημιουργήθηκαν «κατ᾿ εἰκόνα καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν» του Θεού-Δημιουργού και που είχαν την ευλογία, όπως αλλού μας πληροφορεί η Γένεση, αλλά και άλλα αρχαία κείμενα άλλων λαών (κλασικά παραδείγματα:
οι πρώτοι μυθικοί Φαραώ της Αιγύπτου & το Χρυσούν, το Αργυρούν, το Χαλκέον και το Γένος των Ηρώων των αρχαίων Ελλήνων) να ζουν πολλούς αιώνες, ήταν τελικά όντα ανώτερα από τον σημερινό άνθρωπο! Ήταν όντα που είχαν δυνατότητες αρκετά ανώτερες από αυτές που έχει καταφέρει να διασώσει ο σύγχρονος άνθρωπος. Κι αν αυτός έχει το 10% των νοητικών τους ικανοτήτων και έφτιαξε όλον αυτόν τον πολιτισμό, φανταστείτε εκείνοι οι πρώτοι homo sapiens τι ήταν ικανοί να καταφέρουν…
Στην σύγκριση μεταξύ των πρώτων homo sapiens και των homo neanderthalensis, οι πρώτοι υπερτερούν σχεδόν σε όλα. Το δυνατότερο σημείο τους: ο εγκέφαλος. Ένας εγκέφαλος τον οποίο εμείς κληρονομήσαμε, χωρίς την ικανότητα – ή την γνώση – να τον χρησιμοποιούμε πλήρως. Ενώ όμως στα περισσότερα που σχετίζονται με την δημιουργία ενός πολιτισμού αναμφισβήτητα υπερτερούν οι homo sapiens, οι homo neanderthalensis υπερτερούν σε έναν από τους σημαντικότερους – μετά το μυαλό – τομείς για την ανάπτυξη πολιτισμού, με τα δικά μας πρότυπα. Οι φωνητικές χορδές των homo neanderthalensis και γενικά η δυνατότητά τους να επικοινωνούν με τον λόγο, έστω και σε μία πολύ πρώιμη μορφή, είναι πολύ πιο εξελιγμένες από αυτές των πρώτων homo sapiens. Γι’ αυτό και τις φωνητικές χορδές του ο σύγχρονος άνθρωπος τις κληρονόμησε από τον homo neanderthalensis και όχι από τον homo sapiens. Και όσον αφορά τον τελευταίο, όσοι επιστήμονες ισχυρίζονται ότι είχε την – έστω και περιορισμένη - δυνατότητα να μιλά, στηρίζουν αυτήν τους την υπόθεση στο ότι θεωρούν αδύνατον να συνυπάρχουν άνθρωποι εν κοινωνία, χωρίς μεταξύ τους φωνητική επικοινωνία.
Μια άλλη θεωρία για το πώς επικοινωνούσαν μεταξύ τους οι homo sapiens, βασισμένη περισσότερο στα στοιχεία που θεωρούσαν την φωνητική επικοινωνία, αν όχι αδύνατη, υποτυπώδη και δευτερεύουσα για τους πρώτους αυτούς ανθρώπους, είναι ότι επικοινωνούσαν μεταξύ τους με χειρονομίες. Και αυτή ακόμα όμως η θεωρία παρουσιάζει το εξής λογικό κενό. Οι πρώτοι homo sapiens ήταν σε όλα ανώτεροι από τους homo neanderthalensis. Οι δεύτεροι επικοινωνούσαν με φωνητική επικοινωνία. Η φωνητική επικοινωνία είναι ανώτερη μορφή επικοινωνίας από αυτήν με τις χειρονομίες. Άρα ο homo sapiens, που αποδεδειγμένα δεν χρησιμοποιούσε (πολύ) την φωνητική επικοινωνία, δεν χρησιμοποιούσε ούτε την παντομίμα και τις χειρονομίες, αλλά κάποια άλλη μορφή επικοινωνίας, ανώτερη από την φωνητική. Μια μορφή επικοινωνίας που εμείς σήμερα ενδέχεται να μην εξακολουθούμε να έχουμε ή να μην μπορούμε εύκολα να αναπτύξουμε.
"Χέρια που προσεύχονται" (1508), έργο του Albrecht Dürer. Για κάποιον λόγο ο άνθρωπος, από τα αρχαία κιόλας χρόνια, συνήθιζε να προσεύχεται στο Θείο, όχι μόνο με λόγια, αλλά και με σκέψεις. Δεδομένου του ότι δεν υπάρχει κάποιος θρησκευτικός κανόνας που να ορίζει ότι η επικοινωνία του ανθρώπου με το Θείο πρέπει να γίνεται μέσα από μία αλληλουχία σκέψεων και συναισθημάτων, για ποιον λόγο άραγε υπάρχει αυτή η έμφυτη τάση του ανθρώπου να προσπαθεί να επικοινωνήσει με αυτόν τον τρόπο με το Θεό και όχι μόνο με τα λόγια; Μήπως πρόκειται για ένα κατάλοιπο ενός τρόπου επικοινωνίας των πρώτων ανθρώπων που εμείς πλέον δεν χρησιμοποιούμε;
Το ερώτημα είναι το εξής: ποια θα μπορούσε να είναι εκείνη η μορφή επικοινωνίας των Πρωτόπλαστων; Για να βρούμε την απάντηση θα πρέπει να σκεφτούμε με ποιους επικοινωνούσαν οι Πρωτόπλαστοι. Με ποιον τρόπο δηλαδή, ανώτερο της φωνητικής επικοινωνίας, μπορούσαν να επικοινωνούν μεταξύ τους, με τα άλλα ανθρωποειδή και με τον Θεό, αν πάρουμε κατά γράμμα την αφήγηση της Γενέσεως; Μήπως το κλειδί για να βρούμε την απάντηση είναι αυτή η τελευταία και ανώτερη επικοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό; Διότι και σύμφωνα με την Γένεση, ο Αδάμ αρχικά – πριν την δημιουργία της Εύας – επικοινωνούσε μόνο με τον Θεό. Και ο Θεός βέβαια, σύμφωνα με την θεολογία που στηρίχτηκε σε αυτά τα κείμενα δεν ήταν υλικός για να επικοινωνεί με τον άνθρωπο με λόγια σε μορφή ηχητικών κυμάτων…
Α ν εμπιστευτούμε λοιπόν την υποσυνείδητη ανάμνηση ή το ένστικτο του σύγχρονου ανθρώπου που τον οδηγεί να φτιάχνει θρησκείες στις οποίες η επικοινωνία με τον Θεό γίνεται μέσα από την προσευχή και η προσευχή δεν γίνεται πάντα ούτε απαραίτητα με τα λόγια, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η τάση αυτή του ανθρώπου οφείλεται ακριβώς σε εκείνο το γεγονός, ότι δηλαδή κάποτε μπορούσε να έρχεται σε επικοινωνία με τον Θεό, όχι με λόγια, αλλά μέσα από μία αλληλουχία σκέψεων και συναισθημάτων. Είναι λοιπόν η προσευχή ένα κατάλοιπο της πανάρχαιας και πιστεύω υπέροχης εκείνης επικοινωνίας του άριστου ανθρώπου με το Θείο;
Πώς όμως θα ονομαζόταν αυτού του είδους η επικοινωνία, αν ο Αδάμ επικοινωνούσε με τον ίδιο τρόπο, όχι μόνο με τον Θεό, αλλά και με την Εύα και αργότερα με τα παιδιά τους, αλλά και τους άλλους γηγενείς ανθρώπους; Πώς ονομάζεται η επικοινωνία μέσα από τις σκέψεις και τα συναισθήματα, όχι μεταξύ Θεότητας και πιστού, αλλά μεταξύ ανθρώπων; Όταν μπορεί κανείς από μακριά (πρόθεση τηλε-) να δέχεται παθητικά (ρήμα πάσχω) τις σκέψεις που του στέλνει κάποιος άλλος; Στην σύγχρονη κοινωνία αυτό λέγεται τηλεπάθεια και η τηλεπάθεια, όντως είναι ανώτερη της λεκτικής επικοινωνίας, διότι επιτρέπει την μεταφορά αυτούσιων σκέψεων, συναισθημάτων και εικόνων, η ποιότητα των οποίων δεν υποβαθμίζεται ούτε στο ελάχιστο από τον περιορισμό των νοημάτων των λέξεων που μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει στα πλαίσια της φωνητικής επικοινωνίας.
Και βέβαια η τηλεπάθεια είναι ένα φαινόμενο που όντως υπάρχει ως και στις μέρες μας και που μελετάται από την παραψυχολογία. Οι άνθρωποι που εμφανίζουν τέτοιες ιδιότητες είναι λίγοι και οι επιστήμονες, αν και δεν ξέρουν ακόμα τι προκαλεί το φαινόμενο, εικάζουν ότι σχετίζεται άμεσα με την ενεργοποίηση κάποιου μέρους από το 90% εκείνο του μυαλού που η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει. Αν κάτι τέτοιο ισχύει, πράγμα που είναι πολύ πιθανόν καθώς δεν υπάρχει κάποια πιο καλή επιστημονική θεωρία που να εξηγεί το φαινόμενο, τότε μπορούμε να πούμε πως η τηλεπάθεια κάποιων ανθρώπων είναι επίσης κληρονομημένη από τους πρώτους εκείνους ανθρώπους του είδους homo sapiens που μας κληροδότησαν και αυτόν τον όλο μυστήρια και δυνατότητες εγκέφαλο που έγινε η αιτία για ό,τι το είδος μας έχει επιτύχει…
"Η κατασκευή του Πύργου της Βαβέλ" (1595), έργο του Lucas van Valckenborch. Η ιστορία του Πύργου της Βαβέλ είναι μία από τις γνωστότερες ιστορίες της Βίβλου. Οι άνθρωποι ξεκινούν να φτιάξουν έναν πανύψηλο πύργο που θα έφτανε μέχρι τον ουρανό, ο Θεός εκλαμβάνει την πράξη αυτή ως ύβρη και τιμωρεί τους ανθρώπους μπερδεύοντας τις γλώσσες τους και οι άνθρωποι εγκαταλείπουν την Βαβέλ σε ομόγλωσσες ομάδες από τις οποίες και προκύπτουν τα πρώτα έθνη. Πρόκειται όμως απλά για έναν θρησκευτικό μύθο, ή πίσω από αυτήν την βιβλική ιστορία κρύβεται η αλήθεια για τα πρώτα χρόνια της ανθρωπότητας πάνω στην Γη, για την γενετική της αλλοίωση και για την επακόλουθη δημιουργία των γλωσσών και των εθνών;
Και εδώ ταιριάζει να αναφέρω το δεύτερο θεοποιημένο παράδοξο για το οποίο μίλησα αρκετά νωρίτερα: το παράδοξο της Βαβέλ. Η Γένεση αναφέρει, αρκετά πάρα κάτω:
«α' Καὶ ἦν πᾶσα ἡ γῆ χεῖλος ἕν, καὶ φωνὴ μία πᾶσι. β' καὶ ἐγένετο ἐν τῷ κινῆσαι αὐτοὺς ἀπὸ ἀνατολῶν, εὗρον πεδίον ἐν γῇ Σενναὰρ καὶ κατῴκησαν ἐκεῖ. γ' καὶ εἶπεν ἄνθρωπος τῷ πλησίον αὐτοῦ· δεῦτε πλινθεύσωμεν πλίνθους καὶ ὀπτήσωμεν αὐτὰς πυρί. καὶ ἐγένετο αὐτοῖς ἡ πλίνθος εἰς λίθον, καὶ ἄσφαλτος ἦν αὐτοῖς ὁ πηλός. δ' καὶ εἶπαν· δεῦτε οἰκοδομήσωμεν ἑαυτοῖς πόλιν καὶ πύργον, οὗ ἔσται ἡ κεφαλὴ ἕως τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ποιήσωμεν ἑαυτοῖς ὄνομα πρὸ τοῦ διασπαρῆναι ἡμᾶς ἐπὶ προσώπου πάσης τῆς γῆς. ε' καὶ κατέβη Κύριος ἰδεῖν τὴν πόλιν καὶ τὸν πύργον, ὃν ᾠκοδόμησαν οἱ υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων. ϛ' καὶ εἶπε Κύριος· ἰδοὺ γένος ἓν καὶ χεῖλος ἓν πάντων, καὶ τοῦτο ἤρξαντο ποιῆσαι, καὶ νῦν οὐκ ἐκλείψει ἀπ᾿ αὐτῶν πάντα, ὅσα ἂν ἐπιθῶνται ποιεῖν. ζ' δεῦτε καὶ καταβάντες συγχέωμεν αὐτῶν ἐκεῖ τὴν γλῶσσαν, ἵνα μὴ ἀκούσωσιν ἕκαστος τὴν φωνὴν τοῦ πλησίον. η' καὶ διέσπειρεν αὐτοὺς Κύριος ἐκεῖθεν ἐπὶ πρόσωπον πάσης τῆς γῆς, καὶ ἐπαύσαντο οἰκοδομοῦντες τὴν πόλιν καὶ τὸν πύργον. θ' διὰ τοῦτο ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτῆς Σύγχυσις, ὅτι ἐκεῖ συνέχεε Κύριος τὰ χείλη πάσης τῆς γῆς, καὶ ἐκεῖθεν διέσπειρεν αὐτοὺς Κύριος ἐπὶ πρόσωπον πάσης τῆς γῆς.» (Γένεσις, κεφάλαιο ια΄ , α΄- θ΄).
Το χωρίο αυτό μας μιλά για άλλη μία από τις γνωστότερες ιστορίες της Βίβλου: τον πύργο της Βαβέλ. «Οἱ υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων» λοιπόν έχτισαν μία πόλη και στην πόλη αυτή αποφάσισαν να χτίσουν έναν πύργο ο οποίος θα έφτανε μέχρι τον ουρανό. Ο Θεός όμως, σύμφωνα με το κείμενο, τιμώρησε τους ανθρώπους («συγχέωμεν αὐτῶν ἐκεῖ τὴν γλῶσσαν», είπε) συγχέοντας τις γλώσσες τους. Γι’ αυτό και η πόλη πήρε το όνομα «Σύγχυσις», εβραϊστί «Βαβέλ», διότι εκεί συνεχίσθησαν (= μπερδεύτηκαν, διαφοροποιήθηκαν) οι γλώσσες των ανθρώπων. Μήπως όμως η αρχική δήλωση «φωνὴ μία πᾶσι», δεν εννοεί μία μόνο γλώσσα, αλλά έναν μόνο τρόπο επικοινωνίας; Ας μην ξεχνάμε άλλωστε πως ο μελετητής που μελετά το αρχαίο ελληνικό κείμενο, πόσο μάλλον αυτός που μελετά το κείμενο στην όποια γλώσσα του, μελετά ένα κείμενο οπωσδήποτε αλλοιωμένο, αφού έχει ήδη περάσει πολλές χιλιάδες χρόνια προφορικής παράδοσης και τουλάχιστον δύο μεταφράσεις (από τα σουμεριακά στα εβραϊκά και από τα εβραϊκά στα αρχαία ελληνικά). Είναι λογικό να υπάρχει μία κάποια «σύγχυσις» και σε αυτά τα θέματα της ορθής ή μη μετάφρασης του κειμένου…
Δεδομένου όμως του ότι η κατασκευή ενός οικοδομήματος, όπως ο πύργος της Βαβέλ και με μέσα προϊστορικά, λογικά θα ήταν μία πάρα πολύ χρονοβόρα υπόθεση, όσο και αν ήταν το εργατικό δυναμικό που είχε διατεθεί για την κατασκευή του πύργου, μπορούμε να εικάσουμε ότι και η «σύγχυσις» αυτή των γλωσσών δεν έγινε εν μία νυκτί, αλλά πιο αργά, ασχέτως του αν έγινε αντιληπτή μόνο όταν πλέον ήταν πολύ αργά. Αν όντως δεν υφίσταται ο περιορισμός του ότι «ξαφνικά» κανείς δεν καταλάβαινε κανέναν, τότε μπορούμε να προχωρήσουμε σε αρκετές σκέψεις για το τι προκάλεσε αυτήν την έλλειψη συνεννόησης μεταξύ των ανθρώπων. Για το ποια ήταν η πραγματική αιτία του φαινομένου, η οποία ερμηνεύτηκε από τους ανθρώπους που έζησαν τα γεγονότα σαν θεϊκή παρέμβαση για να τιμωρηθεί η αλαζονεία του ανθρώπου που θέλησε να φτάσει με τα κτίσματά του τον ουρανό.
Ξέροντας όμως από την Γένεση πως αυτά έλαβαν χώρα μία ή δύο γενιές μετά τον κατακλυσμό του Νώε (που ίσως δεν ήταν καταστροφικός σε παγκόσμια κλίμακα, όπως παρουσιάζεται), οδηγούμαστε στο συμπέρασμα, ότι αφού από τους ανθρώπους homo sapiens είχαν επιβιώσει μόνο ο Νώε και η οικογένειά του – ή, σύμφωνα με την σουμεριακή εκδοχή, και οι εργάτες που έχτισαν την κιβωτό με τις οικογένειές τους – για να έχουν τόσο γρήγορα το απαιτούμενο εργατικό δυναμικό για την κατασκευή ενός τέτοιου έργου, ήταν αναγκαίο να πραγματοποιηθούν εκ νέου επιμειξίες με όσες προγενέστερες μορφές ανθρωποειδούς ζωής είχαν επιζήσει του κατακλυσμού. Ίσως και αυτό, το ότι δηλαδή οι homo sapiens της εποχής θυσίασαν την «φυλετική» τους καθαρότητα για να πετύχουν την κατασκευή του πύργου, να ήταν και εκείνο το στοιχείο της συμπεριφοράς τους που αποτέλεσε την πραγματική ύβρη και που έγινε η αιτία της σύγχυσης των γλωσσών.
Η δολοφονία του Άβελ από τον Κάιν. Έργο του Julius Schnorr von Carolsfeld (1860). Σύμφωνα με την Γένεση, μετά την αποτρόπαια πράξη του, ο Κάιν τιμωρείται με εξορία και εκμυστηρεύεται στον Θεό τον φόβο του ότι όποιος τον βρει, θα τον σκοτώσει. Ο Θεός τότε βάζει ένα "σημείον" στον Κάιν για να μην τον σκοτώσει όποιος τον βρει. Αφού όμως στην Γη, σύμφωνα με το βιβλίο της Γενέσεως, υπήρχαν πλέον μόνο οι Πρωτόπλαστοι και ο Κάιν, σε ποιους αναφέρεται εκείνο το "πας" με το οποίο αυτός προσδιορίζει τους πιθανούς δολοφόνους του;
Διότι, αν υποθέσουμε πως όντως οι πρώτοι άνθρωποι επικοινωνούσαν με τηλεπάθεια, όσο ζούσαν οι πρώτες γενιές των κατοίκων της Βαβέλ, η κοινωνία μπορούσε να διαιωνίζεται, διότι, αν και τα περισσότερα παιδιά πλέον δεν είχαν την δυνατότητα της ενεργητικής τηλεπάθειας, επικοινωνούσαν παθητικά με τους παλαιότερους οι οποίοι έπαιζαν τον ρόλο του συντονιστή της κοινωνίας της Βαβέλ και ασφαλώς της κατασκευής του πύργου. Αφού όμως παρήλθε η γενιά εκείνη και πέθανε και ο τελευταίος άνθρωπος που μπορούσε να επικοινωνήσει ενεργητικά με τηλεπάθεια, στην πόλη της Βαβέλ προκλήθηκε μεγάλη «σύγχυσις». Διότι όχι οι «ἄνθρωποι», αλλά «οἱ υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων», όπως λέει το κείμενο, τα παιδιά δηλαδή των πρώτων ανθρώπων που δεν ήταν ακριβώς άνθρωποι (με την έννοια του πρώιμου homo sapiens), λόγω της ανάμειξής τους με τα προγενέστερα ανθρωποειδή, ενώ μέχρι την ημέρα εκείνη συμμετείχαν σε ένα είδος «δικτύου σκέψεων», έστω και παθητικά, πλέον έμειναν αποκομμένοι από το δίκτυο αυτό, χωρίς να μπορούν να επικοινωνήσουν με τον συνάνθρωπό τους. Θα ήταν σαν όλοι οι κάτοικοι μιας σύγχρονης πόλης να ξύπναγαν ένα πρωί βουβοί!
"Η κατασκευή του Πύργου της Βαβέλ",έργο του Hendrick van Cleve (16ος αιώνας) που φυλάσσεται στο Kröller-Müller Museum, στο Otterlo της Ολλανδίας.
Οι κάτοικοι της Βαβέλ έπρεπε γρήγορα να σκεφτούν μία λύση για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της αδυναμίας της επικοινωνίας, όσο ακόμα προλάβαιναν να διατηρήσουν την πολιτεία τους ζωντανή… Το θέμα του πύργου βέβαια αναγκαστικά θα περιερχόταν σε δεύτερη μοίρα. Κάποιοι τότε, προφανώς, ακολουθώντας μία παρόρμηση κληρονομημένη από τους homo neanderthalensis, προσπάθησαν να αναπτύξουν λεκτική επικοινωνία με τους γύρω τους και, πρώτ’ απ’ όλα, με τις οικογένειες, τους συγγενείς και τους φίλους τους. Έτσι ταυτόχρονα σε πολλά σημεία της πόλης γεννήθηκαν οι πρώτοι γλωσσικοί κώδικες μεταξύ των ανθρώπων. Προέκυψε όμως το εξής πρόβλημα: κάθε γειτονιά είχε εφεύρει μία δικιά της γλώσσα την οποία και μιλούσε, αδυνατούσε όμως να συνεννοηθεί με όλους τους υπόλοιπους κατοίκους της Βαβέλ. Συνειδητοποιώντας ότι τους είναι αδύνατον να κατοικούν όλοι μαζί στην ίδια πόλη, καθώς και να συνεχίσουν την κατασκευή του πύργου, κάποιοι αποφάσισαν να φύγουν. Άτομα με ηγετικές ικανότητες πήραν τους ομόγλωσσους συμπολίτες τους και έφυγαν από την πόλη, ακολουθώντας ο καθένας διαφορετική κατεύθυνση. Και από τις ομόγλωσσες αυτές ομάδες, σύμφωνα με την Γένεση, προήλθαν τα έθνη των ανθρώπων.
Βλέποντας λοιπόν την Γένεση υπό αυτήν την διαφορετική οπτική γωνία και συγκρίνοντας αυτά που βλέπουμε σε αυτήν με τις επιστημονικώς αποδεδειγμένες αλήθειες πάνω στην αρχή του ανθρώπινου γένους, συνειδητοποιούμε ότι με κάποιον τρόπο υπάρχει σύνδεση μεταξύ του βιβλικού κειμένου και των επιστημονικών παρατηρήσεων. Το κείμενο αυτό της Βίβλου, με έναν τρόπο μυθοπλαστικό μας μιλά για γεγονότα που έλαβαν χώρα στο απώτατο παρελθόν της ανθρώπινης ιστορίας, η κατανόηση των οποίων ίσως θα μπορούσε να οδηγήσει την ανθρωπότητα ένα βήμα πιο κοντά στην αυτογνωσία. Διότι τα αρχαία κείμενα κρύβουν πίσω από το πέπλο του μύθου και – γιατί όχι; – της θρησκείας πληροφορίες ξεχασμένες μέσα από το πέρασμα των χιλιετηρίδων. Κρύβουν αλήθειες που μπορούν να μας κάνουν να δούμε τον άνθρωπο με έναν τρόπο τελείως διαφορετικό· να γνωρίσουμε τους πρώτους ανθρώπους, αυτούς που οι Έλληνες ονομάζουν Χρυσούν Γένος και οι Εβραίοι εικόνα και ομοίωση Αυτού (του Θεού), να καταλάβουμε τα λάθη τους, να ανακτήσουμε την κληρονομιά τους και να πετύχουμε την αέναη φυσική βελτιστοποίηση του ανθρώπινου γένους…
paraxenolibrary.blogspot.gr
0 comments
Δημοσίευση σχολίου